Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Κάποια έργα που μας εντυπωσίασαν, όταν τα πρωτοείδαμε, αποτυπώθηκαν στην μνήμη μας με θετικό πρόσημο. Γι’ αυτό, όταν διαπιστώνουμε ότι ξαναπροβάλλονται κάπου, δεν χάνουμε την ευκαιρία να τα δούμε πάλι και πάλι. Άπειρες φορές. Με την ίδια ευχαρίστηση, όπως τότε που τα είδαμε για πρώτη φορά. Σε αυτά τα έργα είμαστε εκούσιοι θεατές, αφού εμείς τα επιλέγουμε. Υπάρχουν όμως πολλά άλλα έργα στην ζωή μας, που χωρίς να το θέλουμε, προβάλλονται αυτόματα στην «οθόνη» της μνήμης μας καθε φορά που ομιλούμε για ένα θέμα, το οποίο αποτελεί περιεχόμενο του σχετικού έργου. Θέλουμε λοιπόν δεν θέλουμε είμαστε υποχρεωμένοι να το ξαναδούμε αυτό το έργο, αφού μας το δείχνει αυτόματα ο προβολέας της μνήμης μας, χωρίς βέβαια να έχουν αλλάξει τα συναισθήματα αποστροφής ή αγανάκτησης που νιώσαμε, όταν το πρωτοείδαμε.
Στην κατηγορία των τελευταίων έργων ανήκει το Κυπριακό. Θα αφήσουμε στην άκρη τα «επίκαιρα», που προηγούνται του έργου, με τα συλλαλητήρια της δεκαετίας το ΄50, την αντίσταση των Κυπρίων αγωνιστών στον αγγλικό ιμπεριαλισμό, τις αναρίθμητες αγχόνες των Άγγλων στους Κυπρίους πατριώτες που τους πολεμούσαν, σαν αυτή του Καραολή, του Δημητρίου, του Ευαγόρα Παλληκαρίδη και άλλων. Θα περάσουμε ύστερα μέσα απο τα «φυλακισμένα μνήματα», για να σταθούμε στο τέλος στο κυρίως θέμα του έργου που καταγράφει μια μεταγενέστερη, αλλά εξίσου τραγική με τις προηγούμενες εποχή της Κύπρου. Ο κινηματογραφικός φακός αρχίζει να παίρνει τα πλάνα του στις 20 Ιουλίου 1974, όταν οι Τούρκοι εκμεταλλευόμενοι τα λάθη της Έλληνο-Κυπριακής πλευράς εισέβαλαν στην Κύπρο. Και από τότε κατέχουν δια των όπλων, τό ήμισυ περίπου της Μεγαλονήσου, μολονότι ο Τούρκο-Κύπριοι, με βάση τα δημογραφικά στοιχεία της εποχής, ανήρχοντο στο 18% του συνολικού πληθυσμού της Κύπρου.
Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, διεπράχθησαν, εκτός των άλλων, φρικτά εγκλήματα πολέμου, όπως ήταν η εν ψυχρώ δολοφονία από τους Τούρκους των Κυπρίων αιχμαλώτων, τους οποίους βάφτισαν στην συνέχεια αγνοούμενους. Ουδείς ετόλμησε να παραπέμψει τουλάχιστον τους Τούρκους επιτελείς στο Δικαστήριο της Χάγης, όπως έγινε λίγα χρόνια αργότερα με το Σέρβο Πρόεδρο Μιλόσεβιτς και τον Σέρβο-Βόσνιο Πρωθυπουργό Κάρατζιτς, που κατηγορήθηκαν για ανάλογα εγκλήματα σε βάρος μη σερβικών πληθυσμών και καταδικάσθηκαν σε ισόβια δεσμά, για να πεθάνον ή να αυτοκτονήσουνν μέσα στην φυλακή. Η δικαιοσύνη των μεγάλων με τα δυο μέτρα και τα δύο σταθμά της.
Κατά τα λοιπά σε σχέση με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο θα περίμενε κάποιος από τους μεγάλους – συμμάχους μας κατά τα άλλα στο ΝΑΤΟ – προ παντός όμως από την Μεγάλη Βρετανία, που ήταν μια από τις Τρεις Εγγυήτριες Δυνάμεις της Κύπρου, να πράξουν το αυτονόητο: Να εμποδίσουν δηλ. την απόβαση των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο ή άλλως, εφ’ όσον η απόβαση είχε ήδη συντελεσθεί, να υποχρεώσουν τους Τούρκους σε άμεση αποχώρηση από τα κατεχόμενα εδάφη αυτής. Την εύλογη αυτή προσδοκία, που την συντηρεί η πίστη στις αρχές της διεθνούς νομιμότητας, την μετέτρεψαν η διγλωσσία και τα συμφέροντα των μεγάλων σε ρηματική μόνον αποδοκιμασία της τουρκικής εισβολής. Η λογικώς αναμενόμενη έμπρακτη αντίδραση της διεθνούς κοινότητας στις αναιδείς προς την διεθνή έννομη τάξη ενέργειες της Τουρκίας αντικαταστάθηκε από τις χάρτινες καταδίκες των manu militari πεπραγμένων της γείτονος.
Αναρίθμητα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνων καταδικάζουν από το 1974 μέχρι σήμερα αδιαλλείπτως την τουρκική εισβολή και καλούν την Τουρκία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Κύπρο. Φαίνεται ότι ήταν τόσο μεγάλος ο τρόμος και ο πανικός που προκάλεσαν τα σχετικά Ψηφίσματα στην Τουρκία, ώστε αυτή δεν δίστασε, όχι μόνο να εδραιώσει την στρατιωτική της παρουσία στην Κύπρο, αλλά και να επιδοθεί συστηματικά στην αλλοίωση της πληθυσμιακής σύνθεσης της Μεγαλονήσου, μεταφέροντας αποίκους στα κατεχόμενα από την Ανατολία. Και όλα αυτά, όχι βέβαια εν κρυπτώ και παραβύστω από τους Τούρκους, αλλά υπό το άπλετο φως της δημοσιότητας. Άλλωστε ουδεν κρυπτόν υπό τον ήλιον. Έτσι, για να μπορέσουμε να αντιληφθούμε, πόσο οδυνηρά είναι τα χάρτινα «χαστούκια» των μεγάλων στους Νέο-Οθωμανούς.
Στο μεταξύ η Κύπρος έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός αυτό καλλιέργησε νέες ελπίδες ότι αυτή την φορά τουλάχιστον η Ευρωπαϊκή Ένωση, υποχρεωμένη από το καθήκον κοινοτικής αλληλεγγύης προς τα κράτη μέλη της, θα πράξει επιτέλους εκείνο που δεν έπραξαν το ΝΑΤΟ και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να χωρέσει στο μυαλό ενός λογικού ανθρώπου η σκέψη ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να βρεθεί παράδειγμα σοβαρής Ένωσης Κρατών, που θα ανεχόταν έστω και για μια στιγμή την στρατιωτική κατοχή μέρους του εδάφους ενός κράτους μέλους της από μια ξένη χώρα. Τα λογικώς αδιανόητα χάνουν τελικά τον λογικό ειρμό τους, εάν τα κοιτάξει κάποιος υπό το πρίσμα μιας Γερμανοκρατούμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όταν είναι ιστορικά γνωστό το από εκατονταετίας και πλέον Γερμανο-Τουρκικό εδύλλιο με αδιάσπαστη συμμαχία των δύο χωρών στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, πρέπει να είναι κάποιος πολύ αφελής, για να περιμένει να δει στρατιωτική επέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Κύπρο, για την εκδίωξη του τουρκικού στρατού κατοχής από αυτήν. Μετά το προηγούμενο των καταδικαστικών Ψηφισμάτων του Ο.Η.Ε. κατά της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, η Γερμανία έχει ισχυρό άλλοθι, για να αρνηθεί να βαδίσει άλλον «δρόμο» εναντίον της Τουρκίας, εκτός από εκείνον που «χάραξαν» τα χάρτινα «χαστούκια» του Ο.Η.Ε. Δεν χρειάζεται λοιπόν, κατά την γερμανική λογική, να ληφθούν άλλα μέτρα κατά της Τουρκίας, για να αποδοκιμασθεί η πολιτική της, αλλά αρκεί η έκδοση σχετικών ανακοινωθέντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα οποία θα ανακαλείται στην τάξη η παρανομούσα εναντίον της διεθνούς νομιμότητος Τουρκία.
Τόσο πολύ δυσκόλεψαν τα χάρτινα «χαστούκια» την Τουρκία, ώστε την ανάγκασαν να αναδιπλωθεί: Εκεί που σχεδίαζε να καταλάβει ολόκληρη την Κύπρο, συμβιβάστηκε τελικά μόνο με την διεύρυνση του Αττίλα δια της συμπερίληψης σε αυτόν της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων. Και εκεί που είχε προγραμματίσει την ενσωμάτωση της Κύπρου με την μητέρα «γαλάζια Πατρίδα» αρκέστηκε στην διχοτόμηση της Μεγαλονήσου σε δύο ανεξάρτητα Κράτη, ένα Έλληνο-Τουρκικό και ένα Τούρκο-Κυπριακό. Μετά την επίσκεψη του Σουλτάνου στα κατεχόμενα και τις σχετικές εξαγγελίες του, άρχισε πάλι να «βρυχάται» η διεθνής κοινότητα και να εξαπολύει τις χάρτινες «ρουκέτες» των Ψηφισμάτων της εναντίον της Τουρκίας.
Μπράβο, Φράου Μέρκελ, εσείς από την Ευρώπη και οι άλλοι μεγάλοι από τα Ηνωμένα Έθνη, συνεχίστε την σκληρή τακτική των χάρτινων «ραπισμάτων» προς την Τουρκία. Μόνον έτσι θα αναγκάσετε τον «Σουλτάνο» να συνειδητοποιήσει ότι δεν έχει άλλη επιλογή: Ή θα συμμορφωθεί με την διεθνή νομιμότητα ή θα είναι συνεχώς εκετεθειμένος στους «ιλίγγους» που προκαλούν τα χάρτινα «χαστούκια» σας. Το είπε άλλωστε ο ίδιος ο «Σουλτάνος» ότι πενήντα χρόνια ανέχεται τους «ιλίγγους» των «ραπισμάτων» σας. Δεν αντέχει άλλο. Για αυτό θα προβεί στην υλοποίηση των σχεδίων του: Θα διχοτομήσει δηλ. την Κύπρο! Γι’ αυτό άλλωστε εισέβαλε στρατιωτικά σε αυτήν.
Τρέξτε λοιπόν να τον προλάβετε, για να δούμε τελικά, ποιος είναι πιο ισχυρός: ο «Σουλτάνος», που συμπεριφέρεται σαν να είναι πλανητάρχης ή εσείς, οι λεγόμενοι μεγάλοι του κόσμου, που σέρνεσθε πίσω από τα καπρίτσια του με τις χάρτινες «ρουκέτες» σας; Όσο για εμάς, να είσθε σίγουροι ότι θα βρούμε τον τρόπο να απαλλαγούμε από την ναυτία που προκαλεί η προβολή του ιδίου έργου σας και διασύρει τις έννοιες της λογικής, της δικαιοσύνης και της σοβαρότητας.