Αρχική » Γιατί ο λαός απομακρύνεται από την Εκκλησία;

Γιατί ο λαός απομακρύνεται από την Εκκλησία;

από christina

Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται κάθε τόσο δεν δείχνουν μόνο τις πολιτικές απόψεις των πολιτών και τις εκτιμήσεις τους για πρόσωπα και πράγματα που σχετίζονται με την πολιτική. Παρουσιάζουν και την αξιολογική τους στάση απέναντι σε διάφορους θεσμούς, όπως είναι π.χ. η εκπαίδευση, η ακαδημαϊκή κοινότητα, η δικαιοσύνη, η Εκκλησία κ.ά. Όλοι αυτοί οι θεσμοί διέρχονται σήμερα μια βαθειά κρίση, όπως προκύπτει από τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής τους από τους πολίτες. Ιδιαίτερα αποκαρδιωτική είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς την Εκκλησία, η οποία σε παλιότερες εποχές – όχι πολύ μακρυνές από την σημερινή – ήταν στην κορυφήτης σχετικής αξιολογικής κλίμακας. Τί συνέβη λοιπόν και η Εκκλησία από την κορυφή, στην οποία ανέκαθεν βρισκόταν  έχει πάρει δημοσκοπικά την κατιούσα με συνεχώς επιδεινούμενη πτωτική τάση των ποσοστών αποδοχής της από τους πολίτες;

Για να μπορέσει κάποιος να πάρει σαφή απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να ψάξει να βρει την αιτία που προκαλεί το φαινόμενο. Όπως ακριβώς γίνεται και με μια αρρώστια. Εάν δεν εντοπίσεις την γενεσιουργό αιτία της, δεν θα μπορέσεις να υποδείξεις το σωστό φάρμακο, για να την θεραπεύσεις. Αυτές οι αρνητικές για την Εκκλησία δημοσκοπήσεις δεν είναι σημερινές. Ούτε χθεσινές. Έχουν χρονικό βάθος. Όχι βέβαια μεγάλο, αλλά πάντως ορατό και μετρήσιμο. Ποιος από όλους αυτούς, οι οποίοι  πρέπει να γνοιάζονται για την εικόνα που προβάλλει σήμερα η Εκκλησία στην κοινωνία (και εννοώ ποφανώς εδώ την Διαρκή Ιερά Σύνοδο ή την Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ως ανώτατο όργανο αυτής), ασχολήθηκε ποτέ σοβαρά με την διερεύνηση των αιτίων που προκαλούν την εν λόγω απαξιωτική δημοσκοπική καταγραφή απέναντι στην Εκκλησία;

Και ομιλούμε για ένα θεσμό, που δεν υπήρξε μόνο «κιβωτός» της Διδαχής του Ναζωραίου, αλλά και θεμελιώδης «πυλώνας» του Έθνους, του οποίου εξασφάλισε την επιβίωση ακόμη και στους πιο χαλεπούς καιρούς της μακραίωνης πορείας του; Χτυπούν οι «καμπάνες»(όχι βέβαια της Εκκλησίας, αλλά οι άλλες που σημαίνουν συναγερμό για αυτήν), οι προανάφερθέντες όμως αρμόδιοι συνεχίζουν να καθεύδουν αφήνοντας τον χρόνο να «γιατρέψει» τις «πληγές» φοβούμενοιπροφανώς να τις «ψηλαφήσουν».

Στις συνήθεις πολιτικού χαρακτήρα δημοσκοπήσεις, όταν ένα κόμμα βλέπει ότι πέφτουν τα ποσοστά της δημοτικότητας αυτού,δεν περιμένει την επόμενη δημοσκόπηση  για να αντιδράσει. Παραγγέλλει αμέσως, μέσω των δημοσιογραφικών οργάνων που συντάσσονται με την πολιτική του, νέα δημοσκόπηση με την υπόδειξη στους δημοσκόπους να αναλύσουν όλα τα στοιχεία της διαφοροποίησης των πολιτών από την ποηγούμενη δημοσκόπηση. Τί έφταιξε και οι πολίτες άλλαξαν γνώμη απέναντι στο συγκεκριμένο κόμμα; Η στάση του στο ζήτημα της φορολογίας ή της κοινωνικής ασφάλισης; Η θέση του που πήρε στην εθνική άμυνα ή στην εξωτερική πολιτική της χώρας;

Η άποψη που εξέφρασε για την επίλυση του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης ή την αντιμετώπιση της διαρκώς διογκούμενης ως κακοήθους όγκου ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας σην Ελλάδα; Και άλλα συναφή ερωτήματα που διασταυρώνονται τόσο με τον πολιτική ιδεολογία ή την κομματική ένταξη των πολιτών όσο και με την ψήφο τους στις προηγούμενες εκλογέςή την άποψη που εξέφρασαν για το συγκεκριμένο κόμμα στην προηγούμενη δημοσκόπηση. Μέσα από την ανάλυση των σχετικών ευρημάτων σε σύγκριση με την προηγούμενη δημοσκόπηση βλέπει το ενδιαφερόμενο κόμμα, σε ποιό ακριβώς ζήτημα εντοπίζεται η διαρροή της πολιτικής του αποδοχής από το κοινό και φροντίζει είτε με τις σχετικές απαντήσεις ή θεσμικές παρεμβάσεις του  είτε με την αναθεώρηση της πολιτικής του σε θέματα που «αγκυλώνουν» την εικόνα του στην κοινωνία να αλλάξει το προφίλ του και να το κάνει πιό αρεστό σε όσους απογοήτευσε.

Κάτι ανάλογο έπρεπε να πράξει και η Εκκλησία με κάποιο από τα προαναφερθέντα οργανά της, την Διαρκή Ιερά Σύνοδο ή την Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, αμέσως μόλις διαπιστώθηκαν δημοσκοπικά οι πρώτες κρίσεις απόρριψης αυτής από τους πολίτες,ώστε να μη τις αφήσει να εξελιχθούν σε εστίες «σήψης» του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης έναντι της Εκκλησίας. Έπρεπε δηλ. με άλλα λόγια να προκαλέσει η Εκκλησία δική της δημοσκόπηση με κάποια από τις εταιρίες που δρατηριοποιούνται στον χώρο των δημοσκοπήσεων. Και να ψάξει σχολαστικά, για να βρει την «πηγή» της απαξίωσης.

Με πληθώρα ερωτημάτων για την ακριβή «φωτογράφιση» των ερωτωμένων, όπως π.χ. είναι μεταξύ άλλων τα ερωτήματα: «Τί ηλικία έχετε»; «Πιστεύετε στον Θεό; Εάν ναι, σε ποιοθρησκευτικό δόγμα ανήκετε»; «Ασκείτε τακτικά τα θρησκευτικά σας καθήκοντα. Εάν ναι, πώς; Εάν όχι, γιατί»; «Πώς εκτιμάτε την Ορθόδοξη Εκκλησία σε σύγκριση με τις άλλες ετερόδοξες Εκκλησίες ή τα άλλα θρησκευτικά δόγματα»; «Έχει κάποια υπεροχή η Ορθόδοξη Εκκλησία έναντι των άλλων Εκκλησιών ή Θρησκειών»; «Πρέπει να διδάσκονται τα θρησκευτικά στα σχολεία και γιατί»; «Μπορεί, κατά την γνώμη σας, η  Εκκλησία να παίξει σήμερα κάποιο ρόλο στην επίλυση των προβλημάτων των κατ’ ιδίαν ανθρώπων και της κοινωνίας γενικότερα»; «Πώς αντιλαμβάνεσθε τον ρόλο αυτό της Εκκλησίας»; «Τι θα έπρεπε δηλ. να κάνει ή να μη κάνει η Εκκλησία, για να ανταποκριθεί στον ρόλο της»; «Ποιά είναι η γνώμη σας για τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο»; «Εάν τον συγκρίνατε με τον προκάτοχότου Χριστόδουλο, ποιον θα επιλέγατε σήμερα για Αρχιεπίσκοπο και γιατί»; «Ποιά είναι η γνώμη σας για την Ιεραρχία»; «Θεωρείτε ότι οι Ιεράρχες  εκπληρώνουν, όπως πρέπει τα καθήκοντά τους, ή όχι»; «Τί είναι τέλος πάντων αυτό που σας ενοχλεί ειδικότερα ή γενικότερα στην Εκκλησία»;

Το υλικό των σχετικών απαντήσεων θα δείξει, ποιοι είναι εκείνοι που απορρίπτουν σήμερα την Εκκλησία και εάν την ενδιαφέρουν οι γνώμες όλων των αρνητών της ή μόνον εκείνων που είναι πνευματικά της τέκνα. Για να μαζέψει όμως η Εκκλησία το υλικό αυτό, πρέπει να κάνει όσα αναφέραμε πιο πάνω, όπως ακριβώς το πράττει, κατά τα προαναφερθέντα στην αρχή του προβληματισμού μας, ο θεράπων ιατρός, ο οποίος προσπαθεί να βρει την πηγή της παθογένειας του ασθενούς.Με σταυρωμένα όμως χέρια, όπως είναι τα χέρια του σημερινού προκαθήμενου της Εκκλησίας της Ελλάδος, το μόνο που καταφέρνει κάποιος είναι να ανακυκλώνει την απογοήτευσή του από την συνεχή απαξίωση της Εκκλησίας στις επαναλαμβανόμενες δημοσκοπήσεις.Για να μπορέσεις όμως να ανασκευάσεις τα πράγματα, πρέπει αφ’ ενός μεν να διαθέτεις την έξωθεν καλή μαρτυρία, αφ’ ετέρου δε να έχεις όραμα για την Εκκλησία.

Και τα δύο λείπουν, δυστυχώς, από τον σημερινό απολιθωμένο Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο. Την έξωθεν καλή μαρτυρία, όταν την χάσεις, δύσκολα μπορείς να την ανακτήσεις. Μένει να δούμε, τί γίνεται με το όραμα. Και όταν βέβαια ομιλούμε εδώ για όραμα, δεν εννοούμε την εξάντληση των βιολογικών σου ορίων στο αρχιεπισκοπικό αξίωμα, για να μπορέσεις να αποκαταστήσεις σε μητροπολιτικούς θρόνους τα δικά σου παιδιά. Εννοούμε την δημιουργία μιας νέας πνοής, που θα επανασυνδέσει τις κομμένες «γέφυρες» της επικοινωνίας της Εκκλησίας με το ποίμνιό της. Και νέα πνοή δεν μπορούν ασφαλώς να φέρουν γερασμένα και «οξειδωμένα» από συνθήκες πολιτικής διαπλοκής μυαλά. Χρειάζονται νέες αντιλήψεις, που οιστρηλατούνται από την αληθινή και αποδεδειγμένη προσήλωση στις εντολές του Κυρίου, προβάλλουν πρότυπα ταπείνωσης και ανιδιοτελούς αγωνιστικότητας προς δόξαν Εκείνου και προπαντός γνωρίζουν, πώς να «αποφράξουν» τις βουλωμένες «αρτηρίες» στο σώμα της Εκκλησίας, για να αποκατασταθεί η φυσιολογική της λειτουργία.

 Όσο πιο γρήγορα συνειδητοποιήσει η Ιεραρχία την ανάγκη της αλλαγής του ενοίκου της Αρχιεπισκοπής και όσο πιο γρήγορα βρεθεί ο Ιεράρχης που προσφέρει τα προαναφερθέντα εχέγγυα, για να ενοικήσει επαξίως σε αυτήν, τόσο πιο ευοίωνες θα είναι και οι προοπτικές να βελτιωθούν προς όφελος της Εκκλησίας οι σχετικές δημοσκοπήσεις.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ