Του Πρωτοπρεσβ. Γεωργίου Δορμπαράκη

«Μερικές φορές καθώς αντλούσαμε νερό από τις πηγές, αντλήσαμε μαζί με αυτό, χωρίς να το καταλάβουμε, και έναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργούμε τις αρετές, υπηρετούμε και τις κακίες που χωρίς να φαίνονται είναι συμπεπλεγμένες μαζί τους» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 37).

Ο άγιος Ιωάννης μάς προσγειώνει στην πραγματικότητα. Την ώρα  που ασκούμε μία αρετή, ή που πιστεύουμε ότι την έχουμε κατακτήσει, την ίδια ώρα έχουμε εισπράξει και τον αρνητικό συνοδό της! Κι ας δούμε  την πονηριά του συνοδού! Ενώ είναι «κολλημένος» με την αγαθή κυρία της, ο ίδιος είναι αφανής. Ο άγιος γίνεται σαφής: «Με την αρετή της φιλοξενίας συμπλέκεται και η γαστριμαργία. Με την αγάπη η πορνική διάθεση. Με την πραότητα  η υπουλότητα και η οκνηρία. Με τη σιωπή η διδασκαλική υπεροψία∙…Με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία. Και σ’ όλα αυτά μέσα, το δηλητήριο της κενοδοξίας»!

Δεν φταίει ασφαλώς η ίδια η αρετή! Η αρετή από τη φύση της είναι αγαθή και καλή. Χριστιανικά μάλιστα θεωρούμενη αποτελεί καρπό του Αγίου Πνεύματος, όπως το λέει ο απόστολος Παύλος: «ο καρπός του Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η πίστη, η εγκράτεια». Το πρόβλημα βρίσκεται μέσα μας: στη χαλασμένη φύση μας, γι’ αυτό και στις επιρροές της αμαρτίας, η οποία αν και καταργημένη λόγω της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας και του αγίου βαπτίσματός μας, εξακολουθεί να μας ταλανίζει, γιατί πολύ συχνά είμαστε αμελείς και ξεχνάμε τη χάρη που μας δόθηκε – ο Θεός μάς θέλει συνεργούς Του και όχι μηχανές και «πιόνια» Του! Οπότε, μια και δεν βρισκόμαστε στο ύψος του χαρίσματος να λειτουργούμε απολύτως ως μέλη Χριστού, η στρεβλή διάθεσή μας χαλάει και την αρετή. Καλύτερα, αφήνει χώρο στην κακία να αμαυρώνει την έκπαγλη ομορφιά της αρετής – σαν ένα ωραίο φαγητό που κάποιος ρίχνει μέσα και μία δόση δηλητηρίου!

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την πραγματικότητα αυτή, χωρίς όμως να υποψιαστούν αυτό που θα επακολουθούσε: τη δυνατότητα υπέρβασης της τραγικότητας του ανθρώπου λόγω του ερχομού του ενανθρωπήσαντος Θεού μας! Και τι έλεγαν; «Ουδέν καλόν αμιγές κακού». Όπως και το αντίστροφο. Δηλαδή τίποτε δεν υπάρχει απολύτως καλό, όπως η αρετή για παράδειγμα, χωρίς τη μίξη του με το κακό. Το καλό συνοδεύεται πάντοτε και με το κακό!

Αλλά είμαστε μετά Χριστόν! Που σημαίνει ότι με τη χάρη Του μέσα στο σώμα Του, την Εκκλησία, μπορεί κανείς να κάνει την υπέρβαση: να καλλιεργεί δηλαδή τις αρετές, χωρίς όμως να υπηρετεί και την «παρέα» τους, τις κακίες. Πώς; Ζώντας διαρκώς με νήψη και επαγρύπνηση: ο νους ως άγρυπνος φρουρός να ελέγχει τους όποιους λογισμούς και τις όποιες διαθέσεις της ψυχής – ό,τι ο ίδιος ο Κύριος και οι άγιοι μαθητές Του πάντοτε  προέτρεπαν: «Νήψατε, γρηγορήσατε, γίνεστε έτοιμοι»! Κι ακόμη και κυρίως, ζώντας με ταπείνωση. Γιατί τότε αναλαμβάνει δράση η χάρη του Θεού, η οποία βρίσκοντας το κατάλληλος γι’ αυτήν «έδαφος»: «ταπεινοίς ο Θεός δίδωσι χάριν», ενεργεί ως προστατευτικό δίχτυ και συλλαμβάνει κάθε… βατράχι. Το λένε  διαρκώς οι άγιοί μας ότι στην περίπτωση αυτή ο χριστιανός έχει γίνει «όλος μάτια» που με το φως του Θεού μπορεί να βλέπει και την παραμικρή πονηριά και υπουλότητα της κακίας.