Του Μ.Γ. Βαρβούνη, καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Η Κυριακή των Βαΐων σηματοδοτεί την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδος, της πιο έντονης, από λατρευτική άποψη, περιόδου του ελληνικού ετήσιου εορτολογικού κύκλου. Η πραγματικότητα αυτή και η ένταξή της στο πλαίσιο των ανοιξιάτικων εορτών αποτελούν τους δύο βασικούς άξονες γύρω από τους οποίους δομείται η εθιμική φυσιογνωμία της εορτής, με βάση στοιχεία φυτολατρείας και φυσιολατρείας, που έχουν αρχαιότατη καταγωγή. Για τον λόγο αυτό, όλοι οι ναοί στολίζονται με βάγια, σε ανάμνηση των βαΐων των φοινίκων που κρατούσαν οι υποδεχόμενοι τον Ιησού Χριστό Ιουδαίοι κατά την είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. Σύμφωνα μάλιστα με τις πηγές που διαθέτουμε, το έθιμο αυτό ήταν εν χρήσει από την Εκκλησία ήδη από τον 9ο αι. Στα βάγια αυτά δίνεται ιδιαίτερη εθιμική σημασία, σε πολλές δε περιοχές τα πλέκουν σε σχήμα σταυρού και τα φυλάγουν στα οικιακά εικονοστάσια.
Στη Σωζόπολη της Θράκης, για παράδειγμα, μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Βαΐων, έπαιρναν από τον ναό χλωρά κλαδιά δάφνης, τα οποία είχαν προσκομίσει από την προηγούμενη ημέρα οι νιόπαντροι της χρονιάς εκείνης και είχαν ευλογηθεί από τον ιερέα. Αυτά αποτελούσαν το κύριο σύμβολο μιας οικιακής τελετουργίας, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες πήγαιναν σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού κουνώντας τα «βάγια» και λέγοντας: «Μέσα βάγια και χαρές, όξω ψύλλοι, κόριζες». Επίσης, με αυτά συνήθιζαν να αλληλοαγγίζονται, με σκοπό την εξασφάλιση υγείας, ή να χτυπούν ελαφρά τις έγκυες γυναίκες για να γεννήσουν ευκολότερα. Πίστευαν επίσης ότι το ζευγάρι εκείνο που θα πήγαινε πρώτο τα «βάγια» στην εκκλησία θα πρωτογεννούσε αγόρι, σύμφωνα με την πάγια αντίληψη του λαού για την προτίμηση των αρσενικών παιδιών – άρα, η διακεκριμένη συμμετοχή στην τελετουργία γινόταν μέσο διάδοσης, προσπορισμού και ιδιαίτερης γονιμικής δύναμης.
Τα δροσερά και φρέσκα κλαδιά είχαν, κατά τη συνειρμική λαϊκή σκέψη, ακατανίκητη γονιμική δύναμη, η οποία έπρεπε τελετουργικά να περάσει σε ανθρώπους, σοδειές και ζώα, με στόχο πάντοτε την καλοχρονιά και την επιβίωση της κοινότητας. Οι μαντικές αυτές τελετουργίες σχετίζονται βέβαια με την πανάρχαια πίστη στη μαντική αξία των μεγάλων ετήσιων εορτολογικών στιγμών, που λόγω της θρησκευτικής σπουδαιότητάς τους αποκτούν στα μάτια του λαού ιδιαίτερα υπερφυσικό και συμβολικό κύρος για την παραδοσιακή καθημερινότητα.
Ανάλογες περιγραφές διαθέτουμε από διάφορες περιοχές του ελληνισμού, όπως από το Ελληνικό (Λοζέτσι) Ιωαννίνων, τη Μάνη, την Αιτωλία, τη Λέσβο και τις απέναντί της Κυδωνίες της Μικράς Ασίας. Μάλιστα, σε ορισμένες περιοχές συνήθιζαν να περιφέρουν τα αγιασμένα στον ναό βάγια στα σπίτια, με τη συμμετοχή πλήθους παιδιών, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξορκιστούν τα βλαπτικά έντομα, αλλά και θα μεταδοθεί στους ανθρώπους ευρωστία και θαλερότητα. Η ιδέα επίσης για τη γονιμοποιητική δύναμή τους, οπωσδήποτε ενισχυμένη και με την ευλογία τους από τον ιερέα και μάλιστα σε μια κρίσιμη εορτολογική περίσταση, όπως η έναρξη της Μεγάλης Εβδομάδος, βρίσκεται πίσω από το τελετουργικό κρέμασμά τους στα καρποφόρα δένδρα, με την πεποίθηση ότι θα ενισχυθεί και θα μεγιστοποιηθεί η καρποφορία τους.
Λόγω της μεγάλης σημασίας της δεσποτικής αυτής εορτής, η ημέρα χαρακτηρίζεται από κατάλυση ιχθύος, ενόψει και της αυστηρής νηστείας της Μεγάλης Εβδομάδος που ακολουθεί. Πρόκειται για μια διαβατήρια και οριακή εορτολογική περίσταση, που ανοίγει τον δρόμο προς την εορτή των εορτών, το Άγιο Πάσχα.