Του Μ.Γ. Βαρβούνη, καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Η Μεγάλη Πέμπτη αποτελεί μία από τις πλέον σημαντικές ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος, καθώς ο λαός μας συγκινείται έντονα από το Πάθος του Χριστού, και αυτό το εκφράζει με μια σειρά εθίμων και λαϊκών θρησκευτικών τελετουργιών. Τότε ζύμωναν τις τελετουργικές κουλούρες της Λαμπρής, στη ζύμη των οποίων έβαζαν διάφορα μυρωδικά και ξηρούς καρπούς, και τις οποίες έπλαθαν σε διάφορα σχήματα, με ένα κόκκινο αυγό πάνω τους και στολίδια από ζυμάρι. Μαζί κατασκεύαζαν και μικρά κουλούρια για τα παιδιά, που είχαν σχήμα ανθρώπου, ενώ ιδιαίτερη σημασία έδιναν στο πρόσφορο που ζύμωναν την ημέρα αυτή, με ιδιαίτερες τελετουργικές οδηγίες και προφυλάξεις.
Επίσης, έβαφαν τα κόκκινα αυγά, για αυτό και ονόμαζαν την ημέρα «Κόκκινη Πέφτη» ή «Κοκκινοπέφτη». Συνήθως η βαφή γινόταν με φυτικά χρώματα, ενώ στο πρώτο αυγό που έβαφαν απέδιδαν θαυμαστές ιδιότητες. Μετά τη βαφή σκέπαζαν τα κόκκινα αυγά για να μη φαίνεται το χρώμα τους έως το Πάσχα, ενώ σε ορισμένες περιοχές τα έστελναν μέσα σε καλάθι στον ναό, για να λειτουργηθούν κατά την πρωινή λειτουργία ή την Ακολουθία των Παθών, ενίοτε δε τα άφηναν κάτω από την αγία τράπεζα, ή στο ιερό, ή στον δεσποτικό θρόνο έως και την Ανάσταση.
Τα τσόφλια αυτών των «ευαγγελισμένων» αυγών τα θεωρούσαν γονιμικά και αποτρεπτικά των καταστρεπτικών καταιγίδων και του χαλαζιού, για αυτό και τα έβαζαν στα δένδρα ή τα έθαβαν στα όρια των χωραφιών τους. Σε πολλές περιοχές ένα τέτοιο αυγό έβαζαν στο εικονοστάσι και θεωρούσαν ότι ήταν αποτρεπτικό των αποβολών των εγκύων γυναικών, το ονόμαζαν δε «κρατητήρα». Ιδιαίτερη δύναμη απέδιδαν και στα αυγά που γεννούσαν οι όρνιθες -και μάλιστα οι μαύρες- τη Μεγάλη Πέμπτη, τα οποία πήγαιναν στον ναό και κατόπιν τα έθαβαν στα χωράφια τους ή τα κρατούσαν στο σπίτι ως ισχυρά αποτρεπτικά και αντιβασκάνια μέσα.
Παρόμοιες προσφορές συναντούμε και σε άλλους ελληνικούς τόπους, όπως στο Ελληνικό των Ιωαννίνων, όπου πήγαιναν στον ναό πρόσφορο και σιτάρι βρασμένο, πιστεύοντας ότι εκείνη την ημέρα βγαίνουν από τον Άδη οι ψυχές, για να ξαναγυρίσουν εκεί την παραμονή της Πεντηκοστής. Στην Κορώνη έκαναν ευχέλαιο στα σπίτια τη Μεγάλη Πέμπτη, ενώ αλλού, όπως στη Λέσβο τα παιδιά πραγματοποιούσαν αγερμούς στα σπίτια, με σταυρούς στολισμένους με μυρτιά ή με τα ομοιώματα του Ιούδα (στις Μέτρες της Θράκης), τα οποία έκαιγαν την επομένη, κατά την περιφορά του Επιταφίου, τραγουδώντας τραγούδια και επωδές με αποτρεπτικό των εντόμων και των ποντικιών περιεχόμενο.
Οι γυναίκες συνήθιζαν να ξενυχτούν τον Εσταυρωμένο στον ναό, στολίζοντας τον Επιτάφιο και τραγουδώντας το «Μοιρολόγι της Παναγίας», όπου εξιστορούνται τα πάθη του Χριστού. Πολλές είναι οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις της ημέρας: Δεν σκουπίζουν για να φύγουν τα μυρμήγκια (Γύθειο), πλένουν τα χοντρά υφάσματα για να μην τα πειράζει ο σκόρος (Ήπειρος) ή αντιθέτως δεν πλένουν ρούχα για να μην καταστραφούν τα σπαρτά (Θράκη), τρώνε μία φορά την ημέρα σε ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου (Κυδωνιές). Κατά τη Μεγάλη Πέμπτη οι πιστοί στέλνουν συνήθως και τα πασχαλινά δώρα (κρέας, τσουρέκια, αυγά, ζάχαρη, κουλούρια κ.λπ.) στα πεθερικά και τους αναδόχους τους.
Έτσι, η Μεγάλη Πέμπτη αποτελεί για τον λαό μας ορόσημο εορτολογικό, έναν σταθμό σημαντικό και ένα βήμα προς την Ανάσταση που έρχεται και την οποία περιμένει με θρησκευτική και εποχική προσμονή, για να ανακαινίσει τον κόσμο και να ξυπνήσει τη φύση από τον χειμερινό της λήθαργο.