Του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. ‘Ιεροθέου
Όσο προχωρούμε πρός την σύγκληση της Άγιας καί Μεγάλης Συνόδου της ’Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόσο καί γράφονται διάφορα κείμενα, αυξάνεται τό ενδιαφέρον των Χριστιανών γιά τά όσα πρόκειται νά γίνουν σε αυτήν καί κυρίως γιά όσα θά άποφασισθοΰν.
Προσπαθώ νά δώ τά θέματα αυτά μέ ψυχραιμία, νηφαλιότητα καί κυρίως μέσα άπό την καθολική πείρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ήδη έχω συντάξει καί δημοσιοποιήσει διάφορα κείμενα καί πρόκειται νά διατυπώσω τίς άπόψεις μου προφορικώς καί γραπτώς, κατά τήν Συνεδρίαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ή οποία πρόκειται νά συνέλθη κατά τόν Μάϊο γιά νά λάβη σαφείς άποφάσεις ώς πρός τήν στάση που θά τηρήση ή Εκκλησία μας στήν Άγία καί Μεγάλη Σύνοδο, που θά συνέλθη στήν Κρήτη τόν Ιούνιο.
Εμείς, οι Επίσκοποι, όπως καί οι Κληρικοί παντός βαθμοΰ, μοναχοί, θεολόγοι καί γενικά Χριστιανοί, μποροΰμε καί πρέπει νά καταθέτουμε τις σκέψεις μας στά Συνοδικά όργανα της Εκκλησίας καί νά ενημερώνουμε τους Χριστιανους.
Δυστυχώς όλη αυτή ή συζήτηση γίνεται καθυστερημένα, γιατί έπρεπε νά γίνη πρίν ύπογραφοΰν τά κείμενα αυτά κατά τήν Σύνοδο τών Προκαθημένων στό Σαμπεζύ της Γενεύης τόν παρελθόντα Ιανουάριο. Ευθύνονται δέ όλοι εκείνοι πού κρατοΰσαν τά κείμενα αυτά «ύπό τό μόδιον» καί δέν δίνονταν στήν δημοσιότητα γιά ευρύτερη συζήτηση ούτε καν στούς Μητροπολίτες της Ιεραρχίας της Εκκλησίας μας γιά νά λάβουν γνώση.
Αυτή είναι μιά λυπηρά ιστορία πού δέν περιποιεί τιμή σέ εκείνους πού τήν σχεδίασαν ή τήν εφάρμοσαν.
Επιφυλασσόμενος νά εκφράσω τίς άπόψεις μου κατά τήν Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, θά καταγράψω εδώ μερικά σημεία πού μποροΰν νά ώφελήσουν όσους έχουν καλή διάθεση.
1. Ή βάση του ορθοδόξου εκκλησιαστικού πολιτεύματος είναι συνοδική, που σημαίνει γίνεται συζήτηση, άνταλλάσσονται άπόψεις καί εξάγονται τά συμπεράσματα. «Έδοξε γαρ τω Άγίφ Πνεύματι καί ήμΐν», όπως άπεφάνθη ή Άποστολική Σύνοδος στά Ιεροσόλυμα, κατά τίς Πράξεις των Αποστόλων (Πράξ. ιε, 28).
Τό συνοδικό, όμως, πολίτευμα δεν λειτουργεί ούτε εκφράζεται μόνον μεταξυ του Σώματος των Επισκόπων, άλλά καί σε όλα τά άλλα επίπεδα τής εκκλησιαστικής ζωής, καί γενικά στίς συζητήσεις μεταξυ Κληρικών, μοναχών καί λαϊκών, όσων τελικά τό επιθυμούν. Έτσι, άποφευγεται ή Κληρικοκρατία καί ή λαϊκοκρατία. Τό εκκλησιαστικό πολίτευμα σε όλα τά επίπεδα λειτουργίας του είναι συνοδικως ιεραρχικό καί ιεραρχικως συνοδικό.
Επομένως, δεν πρέπει νά ένοχλοΰν οΐ άπόψεις-θέσεις που διατυπώνονται άπό Κληρικούς, μοναχούς, θεολόγους, λαϊκούς, ώσάν αύτές οΐ άπόψεις νά κλονίζουν τόν Συνοδικό θεσμό. Μιά τέτοια άποψη είναι εκτροπή άπό τό εκκλησιαστικό φρόνημα, εκφράζει δέ παπική άντίληψη.
Στό σημείο αύτό θά παρατεθή ένα χαρακτηριστικό κείμενο τοΰ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι:
«Ή Εκκλησία είναι μιά συνέλευσις, που ούδέποτε διακόπτεται. Μέ άλλους λόγους, ή ύπερτάτη αύθεντία -καί ή Ικανότης πρός διάκρισιν τής άληθείας εις τήν πίστιν- είναι εμπιστευμένη εις τήν Εκκλησίαν, που είναι πράγματι “Θείος θεσμός” κατά τήν ορθήν καί στενήν έννοιαν τής λέξεως, ενώ ούδεμία Συνοδος ή “Συνοδικός θεσμός” είναι de jure Divino, παρά μόνον όταν άποτελή άληθή εικόνα ή φανέρωσιν τής ιδίας τής Εκκλησίας. Εις τό σημείον αύτό φαινόμεθα νά έχωμεν εμπλακή εις φαΰλον κυκλον. Ίσως αύτό είναι άληθές, εάν επιμένωμεν δι’ επισήμους εγγυήσεις εις τά δογματικά ζητήματα. Άλλά προφανώς τοιαΰται “εγγυήσεις” δέν ύφίστανται ούτε είναι δυνατόν νά προσαχθοΰν καί μάλιστα προκαταβολικώς. Ώρισμέναι “Συνοδοι” εις τήν πραγματικότητα ύπήρξαν άποτυχίαι, τίποτε περισσότερον άπό conciliabula, που βεβαίως διέπραξαν λάθη. Δι’ αύτόν δέ τόν λόγον μεταγενεστέρως άπεκηρυχθησαν. Πολυ διδακτική επί τοΰ προκειμένου είναι ή περίπτωσις τών Συνόδων τοΰ τετάρτου αίώνος. Αι άποφάσεις τών Συνόδων εγένοντο δεκταί ή άπερρίπτοντο άπό τάς Εκκλησίας όχι διά λόγους τυπικους ή “κανονικους”, ή δέ ετυμηγορία τής Εκκλησίας ύπήρξεν άκρως εκλεκτική. Ή Σύνοδος δεν ευρισκεται υπερανω της Εκκλησίας, αύτή ήταν ή άποψις τής άρχαίας Εκκλησίας».
2 Ή Πεντηκοστή είναι τό κέντρο τής εκκλησιαστικής ζωής καί αυτή δεν είναι μία εορτή που πανηγυρίζεται εξωτερικά, άλλα ή μετοχή στήν θέωση, κατά διαφόρους βαθμούς. Τό οτι επελέγη ή Πεντηκοστή γιά τήν σύγκληση τής Αγίας καί Μεγάλης Συνόδου τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι σημαντικό, γιατί δείχνει οτι οι Προκαθήμενοι πιστεύουν οτι πρέπει ή Σύνοδος αυτή νά εκφράζει τήν ζωή τής Πεντηκοστής.
Αυτό σημαίνει οτι οσοι θά συμμετάσχουν στίς συνεδριάσεις τής Αγίας καί Μεγάλης Συνόδου πρέπει νά έχουν άποστολικό καί πατερικό φρόνημα καί ζωή, νά μετέχουν, κατά διαφόρους βαθμούς, στήν μέθεξη τής καθαρτικής, φωτιστικής καί θεοπτικής ενεργείας τού Θεού, νά προσεύχωνται -οσο καί αν άκούγεται αυτό παράξενα- νά διακατέχωνται άπό τήν συνείδηση πού διαπότιζε τούς αγίους Πατέρας στίς Οικουμενικές καί Μεγάλες Συνόδους τής Εκκλησίας.
Τά κείμενα πού θά ψηφισθούν πρέπει νά είναι κείμενα προσευχής καί οχι κείμενα κοσμικών συμβιβασμών καί σκοπιμοτήτων· πρέπει νά είναι κείμενα πού θά συντονίζωνται στήν ολη παράδοση τών Αγίων Πατέρων, νά έχουν οργανική σχέση μέ τίς άποφάσεις τών Οικουμενικών καί Τοπικών Συνόδων καί γενικά τής Εκκλησίας. Γιατί, αν δέν ύπάρχη ή προσωπική πνευματική εμπειρία, τουλάχιστον νά ύπάρχη ή σαφής συνείδηση πού εκφράζει ή φράση «επόμενοι τοΐς αγίοις πατράσι», οπως γράφεται στά Πρακτικά τών Οικουμενικών Συνόδων.
Τελικά, οι Σύνοδοι βασίζονται στούς μεγάλους Πατέρες πού παρευρέθηκαν σέ αυτές, καί εορτάζουν οι άγιοι Πατέρες πού συνεκρότησαν τίς Οικουμενικές Συνόδους.
Μιά πρόχειρη άνάγνωση τών Πρακτικών τών Οικουμενικών Συνόδων θά άποδείξη οτι ή βάση καί ή ύποδομή τών άποφάσεών τους είναι ή διδασκαλία τών εμπειρικών Πατέρων, μέ τήν ορθόδοξη έννοια τής λέξεως.
Γιά παράδειγμα, στόν «ορο πίστεως» τής Δ ‘ Οικουμενικής Συνόδου γράφεται: «…την δε απλανή τών Πατέρων άνανεωσάμενοι πίστιν…». Επίσης, στά Πρακτικά τής Συνόδου αυτής συναντάμε τήν φράση: «πανταχοΰ τοΐς τών αγίων Πατέρων οροις επόμενοι». Καί στόν «ορο πίστεως» τής ΣΤ ‘ Οικουμενικής Συνόδου γράφεται οτι ή Σύνοδος άκολουθεΐ «τή τών αγίων καί εγκρίτων Πατέρων άπλανώς ευθεία τρίβω…».
Υπάρχουν καί πολλά αλλα παραδείγματα άπό τά Πρακτικά τών Οικουμενικών Συνόδων, άπό τά όποΐα συνάγεται οτι ή διδασκαλία τών θεοφόρων Πατέρων προηγείται καί άκολουθούν οι άποφάσεις τών Συνόδων.
Οσοι έχουν την άποψη οτι η Σύνοδος ομοιάζει με ενα επιστημονικό Συνέδριο άκαδημαϊκών θεολόγων σφάλλουν.
Άλλωστε, οι Πατέρες της Εκκλησίας έδειξαν οτι η ορθόδοξη θεολογία είναι εμπειρία, οπως φαίνεται στίς Συνόδους του 14ου αίώνος, που πρωτοστατούσε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμας.
Ελπίζω δέ οτι έστω καί την τελευταία στιγμη θά διατυπωθή γραπτώς στά κείμενα που θά εκδοθούν οτι η Αγία καί Μεγάλη Σύνοδος είναι συνέχεια τών μεγάλων ησυχαστικών Συνόδων του 14ου αίώνος, κυρίως του έτους 1351, που έδειξαν οτι η πραγματική μεθοδολογία τών δογμάτων στίς Οίκουμενικές καί Τοπικές Συνόδους είναι η νηπτικη παράδοση καί ζωη. Άν δέν γίνει αυτό, τότε θά άποδειχθή περίτρανα οτι επιλέγεται η «ίδεολογοποίηση» την οποίαν μερικοί επιθυμούν νά άποφυγουν.
3 Παρατηρώντας την σύγχρονη εκκλησιαστικη κατάσταση διαπιστώνουμε οτι κινείται μέσα στίς «γεωπολιτικές στρατηγικές», σέ εθνικιστικές σκοπιμότητες, στην «ψυχρη πολεμικη» μεταξυ Ανατολής καί Δυσεως. Όντως ύφίσταται μιά τέτοια πραγματικότητα, άφού η θεολογία, δυστυχώς, άπό άδιάκριτους καί άθεολόγητους Κληρικούς εμπλέκεται μέ την πολιτικη καί την διπλωματία. Αυτό τό επεσημανα καί σέ άλλο κείμενό μου, χρησιμοποιώντας καί ενδεικτικό παράδειγμα.
Γιά νά άποφευχθή αυτη η εκκοσμικευμένη τακτικη, θά πρέπει οσοι συμμετάσχουν στην Αγία καί Μεγάλη Συνοδο τής Όρθοδόξου Εκκλησίας νά στηριχθούν πάνω στην θεολογία τής Εκκλησίας, νά έχουν καθαρό εκκλησιαστικό φρόνημα. Μόνον μέ την ορθόδοξη θεολογία μπορούμε νά άπομα- κρυνθούμε άπό τέτοιες κοσμικές νοοτροπίες. Δέν επαρκούν τά σκληρά λόγια καί οι επιθετικές επισημάνσεις γιά νά άποφευχθή αυτός ο υπαρκτός κίνδυνος.
Τελικά, ευθυνονται οσοι, μέ την κοσμικη νοοτροπία τους είσάγουν η επιτρέπουν νά είσάγεται μέσα στην Εκκλησία η «γεωπολιτικη στρατηγικη», νά συνδέεται, δηλαδη, η θεολογία τής Εκκλησίας μέ πολιτικές καί εθνικιστικές σκοπιμότητες. Πρόκειται γιά κατάπτωση.
4 Ή άληθεια επικρατεί μέ την μέθεξη καί την μαρτυρία τού Σταυρού καί τής Άναστάσεως τού Χριστού, μέ εμπνευσμένο λόγο καί θεοειδή άγάπη, μέ νηφαλιότητα κάι ψυχραιμία, μέ είρηνικό καί θεοφιλή τρόπο.
Αντίθετα, τά επιθετικά συνθηματα, οι καλοστημένες «ταμπέλες», ο «ξυλινος θεολογικός λόγος», τά δηλητηριώδη υπονοουμενα, ο στιγματισμός εγωιστικών καταστάσεων μέ «παπικη» νοοτροπία, η υποτίμηση άλλων άδελφών, ή καταπολέμηση του συντηρητισμού με εναν άλλον συντηρητισμό καί φιλελευθερισμό καί πολλά άλλα δέν συνιστούν έκφραση καί συνείδηση άληθείας, άλλά μάλλον εκδήλωση πανικού!
Γενικά, ή άλήθεια γιά νά επικρατήση χρειάζεται τήν πνοή τού Παρακλήτου, τήν άτμόσφαιρα τής Πεντηκοστής, τό είρηναΐο πνεύμα, τήν άπομάκρυνση τής πυορροούσας πληγής τών παθών. Ή υποστήριξη τής άληθείας μέ πάθη, μέ υπερηφάνεια καί επιθετικότητα, μέ φανατισμούς καί μισαλλοδοξίες, τήν άποδυναμώνει ολοκληρωτικά.
Εμπαθείς Κληρικοί πού δέν άπαντούν σέ θεολογικές προκλήσεις μέ θεολογικά επιχειρήματα, άλλά μέ επιθετικά «ίδεολογικά σχήματα» δέν προσφέρουν άπολύτως τίποτε στόν θεολογικό καί εκκλησιαστικό διάλογο, τόν οποίον δήθεν επιδιώκουν καί υποστηρίζουν.
Είναι γνωστός ο λόγος τού άγίου Μαξίμου τού Όμολογητού «δαιμόνων θεολογία προδήλως ή τών επ’ αυτή διά φιλοδοξίαν μέγα φυσώντων δίχα πράξεως γνώσις», καθώς επίσης είναι γνωστός ο λόγος τού άγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου γιά «τήν νύν γλωσσαλγίαν καί τούς αυθημερινούς σοφούς καί τούς χειροτονητούς (αύτοδίδακτους-αύτοχειροτόνητους) θεολόγους».
5 Ευχόμαστε πραγματικά, όσοι άγαπούμε τήν Εκκλησία, ή Αγία καί Μεγάλη Σύνοδος τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας, πού θά συνέλθη τήν περίοδο τής Πεντηκοστής, νά άρθή στό ύψος τών περιστάσεων. Τά κείμενα τά οποία τελικά θά καταρτίση καί κυρίως τό μήνυμα πού θά εκπέμψη, πρέπει νά είναι καθαρά, χωρίς υπονοούμενα καί υποσημειώσεις, αυθεντικά, άληθινά, όπως τό ‘Άγιον Πνεύμα είναι «πνεύμα άληθείας». Αύτό σημαίνει ότι πρέπει νά άναδύεται άπό αύτά τά κείμενα ή εύωδία τής ορθόδοξης θεολογίας, ή συνείδηση τής Μιάς, Αγίας, Καθολικής καί Άποστολικής Εκκλησίας, ή προσευχή τών Επισκόπων, άλλά καί τών ερημιτών καί τού ευσεβούς λαού, μέ άλλα λόγια νά είναι κείμενα προσευχής καί ορθοδόξου θεολογίας.
Βέβαια, όλοι μας στόν καθημερινό λόγο πίπτουμε σέ θεολογικά λάθη ή άβλεψίες ή άκόμη δεχόμαστε άθελήτως επιρροές άλλότριες, άλλά τά Συνοδικά κείμενα πρέπει νά είναι καθαρά. Ή Εκκλησία όταν άποφασίζη Συνοδικώς δέν φιλοσοφεί, δέν φλυαρεί, δέν επιτίθεται, δέν διακρίνεται άπό βερμπαλισμό, άλλά εκφράζει μέ καθαρούς όρους τήν άλήθεια, χωρίς νά κρύπτη διφορούμενες έννοιες.
Μέ αυτήν τήν προοπτική έγραψα τό περί άντικαταστάσεως τού όρου «άνθρώπινο πρόσωπο» άπό τόν όρο άνθρωπος. Δέν έχω πρόβλημα μέ τόν όρο πρόσωπο, όπως τόν χρησιμοποιεί ο Γέροντας Σωφρόνιος, άλλά μέ τίς παρερμηνείες διαφόρων συγχρόνων θεολόγων, που εκφράζουν άντορθόδοξες άπόψεις.
Άπό πολυχρόνια μελέτη διαπίστωσα ότι σήμερα ό όρος πρόσωπο περισσότερο εκλαμβάνεται μέ τήν σχολαστική καί υπαρξιακή νοοτροπία, μέ τίς άπόψεις του γερμανικού ιδεαλισμού μέ έναν ουμανιστικό βολονταρισμό, καί γενικά μέ τόν δυτικό περσοναλισμό, ό όποιος υπονομεύει όλη τήν εκκλησιαστική παράδοση περί του προσώπου στόν Θεό, στόν Χριστό καί τόν άνθρωπο, άφου συνδέει τήν φύση μέ τήν άνάγκη καί τήν βούληση μέ τό πρόσωπο, όπως έκαναν όλοι οι άρχαίοι αιρετικοί.
Αυτός είναι ό λόγος γιά τόν όποιον ζήτησα νά γίνη αυτή ή άντικατάσταση καί δέν πρέπει νά δίνωνται άλλες ερμηνείες πού άδικουν τήν λογική άρτιότητα αυτών πού τίς εκφράζουν.
Γενικά, δέν έχω πρόβλημα μέ τήν λέξη πρόσωπο, άλλά μέ τίς σύγχρονες φιλοσοφικές καί κοινωνιολογικές άναλύσεις περί του προσώπου, όπως δείχνουν οΐ φράσεις «οντολογία του προσώπου», «άξιοπρέπεια του άνθρωπίνου προσώπου» κλπ., πού διαστρέφουν όλη τήν εκκλησιαστική παράδοση.
Γιά νά περατώσω αυτές τίς σύντομες επισημάνσεις, τονίζω ότι ή μέλλουσα νά συνέλθη Αγία καί Μεγάλη Σύνοδος, στήν όποία θά παραστώ, «εκτός άπροόπτου», επιθυμώ νά εμπνέεται άπό τό Δοξαστικό τών Αγίων Πατέρων, πού παραθέτω, τό όποίο ψάλλουμε μεγαλοπρεπώς στούς Ιερούς Ναούς, καί μάλιστα αυτήν τήν περίοδο τής Πεντηκοστής, τήν Κυριακή πρό τής Πεντηκοστής, πού θά συνέλθη ή Σύνοδος. Όλα όσα λέγονται στήν Ακολουθία τής Κυριακής τών Αγίων Πατέρων, πρέπει νά έχουν άντίκρυσμα στά μέλη τής Συνόδου αυτής. Ψάλλουμε στό τροπάριο:
«Τών Αγίων Πατέρων ό χορός,
εκ τών τής οικουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός καί Υΐου καί Πνεύματος Αγίου μίαν ουσίαν εδογμάτισε καί φύσιν,
καί τό μυστήριον τής θεολογίας τρανώς παρέδωκε τή ’Εκκλησία· οΰς ευφημουντες εν πίστει μακαρίσωμεν λέγοντες.
Ώ θεία παρεμβολή, θεηγόροι όπλίται, παρατάξεως Κυρίου· άστέρες πολύφωτοι του νοητου στερεώματος· τής μυστικής Σιών οι άκαθαίρετοι πύργοι· τά μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου· τά πάγχρυσα στόματα του Λόγου·
Νικαίας τό καύχημα· οικουμένης άγλάϊσμα, έκτενώς πρεσβευσατε υπέρ των ψυχών ήμών».
Έτσι έπιθυμουμε νά είναι τά μέλη η τουλάχιστον ή πλειοψηφία τών μελών της Συνόδου αυτής.
Όποιος υπερασπίζεται την Αγία καί Μεγάλη Συνοδο τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας, ας καθρεπτισθή στό πνευμα αυτου του Δοξαστικού, γιά νά συμμετάσχη στην δόξα τών Πατέρων καί τής Ορθοδόξου Εκκλησίας.