Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, ομότιμου καθηγητή Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θράκης

 

Η πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου να καλέσει τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τον Πάπα στη Λέσβο υπαγορεύθηκε προφανώς από την αγαθή πρόθεση να βρεθεί λύση στο πρόβλημα των λαθρομεταναστών (προσφύγων και οικονομικών μεταναστών), ιδίως μετά το κλείσιμο των συνόρων εκ μέρους των ευρωπαϊκών χωρών. Οι διαμορφωθείσες συνθήκες αποτελούσαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τους Ορθοδόξους και τους Καθολικούς να συναντηθούν σε ένα κοινό σημείο, χωρίς αυτό να αναιρεί τις δογματικές τους διαφορές. Και ποιο άλλο σημείο θα μπορούσε να τους ενώσει περισσότερο από τον νόμο της χριστιανικής αγάπης;

Έτσι, πραγματοποιήθηκε τελικά στη Λέσβο η σχετική συνάντηση, η οποία δεν απέδωσε ωστόσο τα αναμενόμενα. Για πολλούς ήταν φανερό ότι η συνάντηση αυτή θα αναλωνόταν στον συμβολισμό της και στη δημιουργία κάποιων εντυπώσεων, τις οποίες θα κέρδιζε ασφαλώς ο Πάπας, διότι προσήρχετο στην εν λόγω συνάντηση με δύο ιδιότητες: του αρχηγού της Καθολικής Εκκλησίας και του αρχηγού του κράτους του Βατικανού. Αυτό ήταν σε όλους γνωστό και προπαντός στους διάφορους «αλληλέγγυους», οι οποίοι είχαν ενημερώσει σχετικά τους λαθρομετανάστες, για να ετοιμάσουν την κατάλληλη υποδοχή του Πάπα ως σωτήρα τους, όπως άλλωστε φάνηκε από τα διάφορα πλακάτ και τις εκκλήσεις προς αυτόν. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης και ο Αρχιεπίσκοπος, οι εκπρόσωποι δηλαδή της Εκκλησίας που άνοιξε διάπλατα την αγκαλιά της στους λαθρομετανάστες, πέρασαν απαρατήρητοι!

Το σκηνικό των υπέρ του Πάπα εντυπώσεων ολοκληρώθηκε με την κίνησή του να πάρει μαζί του συμβολικά στο Βατικανό τρεις οικογένειες προσφύγων, κάτι που εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε να κάνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αφού δεν έχει δικό του κράτος. Οι εντυπώσεις συνεχίστηκαν και μετά τη λήξη της συνάντησης, όταν όλα τα κανάλια του κόσμου έδειχναν τις παιδικές ζωγραφιές που συγκίνησαν ιδιαίτερα τον Πάπα: Παιδάκια να πνίγονται στη θάλασσα ή να απλώνουν τα χέρια τους για να πιάσουν τον ήλιο. Το ότι τις ζωγραφιές αυτές τις έφτιαξαν τα παιδιά εκείνων τους οποίους ο Πάπας σε ανύποπτο χρόνο είχε χαρακτηρίσει -ορθά, κατά την άποψή μου- ως εισβολείς δεν έχει και τόση σημασία. Ποιος γνωρίζει ή ποιος θυμάται λεπτομέρειες; Όλα τα εκτοπίζει η συγκινησιακή ατμόσφαιρα της κατάλληλα διαμορφωμένης εικόνας.

Το πιο αδύνατο όμως κομμάτι της εν λόγω συνάντησης εντοπίζεται στα μηνύματα που βγήκαν από το κοινό ανακοινωθέν. Ενώ λοιπόν εστάλησαν πολλά σπουδαία μηνύματα με πολλούς αποδέκτες, έλειψαν, αντίθετα, ανάλογα μηνύματα προς τους ίδιους τους λαθρομετανάστες. Και δεν θα αλλοιωνόταν ασφαλώς ο σκοπός της σχετικής συνάντησης, αν υπήρχαν στο κοινό ανακοινωθέν κάποιες υποδείξεις και προς αυτούς. Διότι, όσο εύλογο είναι να καταδικάζουν οι ηγέτες της Χριστιανοσύνης τους πολέμους που δημιουργούν την προσφυγιά ή να ψέγουν τη σκληροκαρδία των Ευρωπαίων ηγετών στην άκαμπτη εφαρμογή της όψιμης πολιτικής των κλειστών συνόρων, που τεμαχίζει σε ορισμένες περιπτώσεις πολλές οικογένειες, άλλο τόσο εύλογο είναι να προσδοκά κάποιος από αυτούς την, έμμεση έστω, επίκριση της επιμονής των λαθρομεταναστών να έρχονται στην απρόθυμη να τους δεχτεί Ευρώπη, ενώ θα μπορούσαν να καταφεύγουν σε άλλες ασφαλείς, ομόθρησκες χώρες.

Θεμιτή επίσης προσδοκία από μια τέτοια συνάντηση είναι η καταδίκη συμπεριφορών που δείχνουν ασέβεια στα εθνικά ή θρησκευτικά σύμβολα της χώρας φιλοξενίας ή στη λειτουργία των θεσμών και των υποδομών της. Δεν ακούστηκε τίποτε από όλα αυτά.

Έτσι, εάν συνεκτιμηθεί η ενσυνείδητη κυβερνητική απραξία απέναντι στους λαθρομετανάστες, δεν πρέπει να απορεί κάποιος γιατί οι τελευταίοι, πριν καλά-καλά στεγνώσουν τα ρούχα τους από τα κύματα του Αιγαίου, συμπεριφέρονται σαν ανενόχλητοι αναρχο-αυτόνομοι πολίτες: κατεβάζουν την ελληνική σημαία από το κοντάρι της, καίνε εικονίσματα, καταστρέφουν οχήματα της Αστυνομίας και κλείνουν τους δρόμους ή τις σιδηροδρομικές γραμμές απαιτώντας την ικανοποίηση των αιτημάτων τους, για να υποχωρήσουν!

Αυτά βλέπουν οι Ευρωπαίοι, που έχουν ήδη πολλά προβλήματα με τους εντός των τειχών μετανάστες, και σηκώνουν πιο ψηλά τους φράχτες των συνόρων τους. Εμείς εδώ ζούμε στον κόσμο μας.

Εξάλλου με την ανεπιφύλακτη στήριξη των λαθρομεταναστών, οι ηγέτες της Ορθοδοξίας και του Καθολικισμού ενίσχυσαν σε πολλούς πιστούς, αλλά και σε αρκετούς κληρικούς (ακόμη και σε επισκόπους!), την εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο Χριστός ευλογεί όλα ανεξαιρέτως τα αιτήματα των λαθρομεταναστών! Κι ας υπογράμμισε ο ίδιος ο Κύριος σε συναφή περίπτωση ότι άλλα είναι τα καθήκοντά μας έναντι του Θεού και άλλα έναντι του Καίσαρα, τα οποία πρέπει να εκπληρώνουμε αναλόγως (Ματθ., κβ΄ 21).

Καλές είναι λοιπόν οι συναντήσεις για τους λαθρομετανάστες. Για να λυθεί όμως το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, εκτός από τον νόμο της Χριστιανικής Αγάπης, χρειάζεται και ορθολογική προσέγγιση αυτού.