Του πρωτ. Κωνσταντίνου Καλλιανού, εφημερίου Ι.Ν. Αγίου Παντελεήμονος Σκοπέλου, Ι.Μ. Χαλκίδος
Είναι αλήθεια πως πολλά χάνουμε στο μάκρος του βίου, καθώς τα αφαιρεί η σκληρή καθημερινότητα, το λαίμαργο θηρίο που παραμονεύει στη ζωή μας. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει: τις αναμνήσεις τις πολύτιμες της παιδικής και της πρώτης εφηβικής ηλικίας, ιερές μνήμες.
Αυτές τις αναμνήσεις ξαναέζησα μια μέρα ξεχωριστή στον ιερατικό μου βίο. Βρέθηκα στον γενέθλιο τόπο μου, στην παλιά εκκλησιά των Αγίων Αναργύρων του Κάτω Χωριού. Αιτία η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία που τέλεσε ο Μητροπολίτης Χαλκίδος, Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων, κ. Χρυσόστομος, με συλλειτουργούς τους εφημερίους και των επτά ενοριών της νήσου, δύο αδελφούς ιερομόναχους και τον Αρχιδιάκονο της Μητροπόλεώς μας.
Είναι αλήθεια ότι πλην του Επισκόπου Ολύμπου, κυρού Δημητρίου, ουδένα αρχιερέα θυμάμαι να λειτούργησε στον ναό αυτόν. Ίσως η πρώτη και εσχάτη Αρχιερατική Θεία Λειτουργία να ήταν εκείνη που τελέσθηκε κατά τη Θεία Ιερουργία των ιερών εγκαινίων του ναού αυτού, περί τα τέλη του 19ου αι., από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Χαλκίδος, του οποίου το όνομα παραμένει άγνωστο. Γι’ αυτό ήταν ξεχωριστή ημέρα, που τέμνει τον χρόνο, αφαιρεί όποιες πληγές και κακοφορμίσματα στο σώμα της παλιάς αυτής ενοριακής κοινότητας και ανακαλεί από το βάθος του χρόνου τους πρώτους κτίτορες χθαμαλού και ταπεινού ναΐσκου το 1828, τον καπετάν Μσαρίνο Στεριανό, από το Γομάτι της Χαλκιδικής, και ύστερα όσους πάσχισαν να ανακαινίσουν τον ναό και να τον επεκτείνουν το 1875… Όλων εκείνων άγνωστα τα ονόματα στους επίλοιπους.
Σε ώρα απόβραδη επανεγγράφεται, χωνεμένη στην ισχνή μνήμη των περισσότερο από πενήντα χρόνων που παρήλθαν, η επίσημη επίσκεψη του Μητροπολίτου Χαλκίδος, Ξηροχωρίου και Βορείων Σποράδων, κυρού Γρηγορίου. Ακούστηκαν καμπάνες, είπαν ότι πέρασε ο δεσπότης με τον εφημέριο του χωριού, τον αγαθό και φιλότιμο παπα-Ευάγγελο Διομή, και τον γιο του, παπα-Δημήτριο Διομή. Ύστερα από λίγο, όλα σώπασαν. Απ’ όσα γνωρίζω, μόνο ο Μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος Χρυσόστομος Α’ ξαναπέρασε κάποτε και είδε τον ναό. Γιατί τότε στο Κλήμα ήταν ακόμα νωπή η απουσία του παπα-Γρηγορίου Ξανθούλη…
Πέρασαν τρεις και πλέον δεκαετίες, ώστε να εισοδεύσει ο νέος μητροπολίτης και να αναρριγήσουν οι κτήτορες, οι ιεροπρεπώς εφημερεύσαντες -από αρχής έως του εσχάτως κοιμηθέντος παπα-Βαρσαμά Απ. Γλύνη, Κληματιανού πρεσβυτέρου-, οι διακονήσαντες το Ι. Αναλόγιο, μεταξύ των οποίων ο μπαρμπα-Αλέκος Ξανθούλης, οι επίτροποι, οι ενορίτες και μαζί τους η χορεία των ευλαβών διακονισσών και η θεία το Μαχώ, η οικονόμος και εσχάτη κάτοικος του παλιού κελιού, απέναντι από τη θύρα του ιερού, που μας ετοίμαζε τα κάρβουνα, για το θυμιατό και το «ζέον».
Κοιτάζοντας από την Ωραία Πύλη, νόμιζα ότι θα ξαναδώ τον παππού μου τον Νικολάκη πίσω από το παγκάρι, σκυμμένο πάνω στα πενηνταράκια και τις δεκάρες να τα ξεχωρίζει με το κερί αναμμένο πάνω στο παλιό, χάλκινο κουτί. Για να ’ρθει η σειρά του μπαρμπα-Παντελή Χατζηνικολάου να βγάλει τον δίσκο με την κολόνια ραντισμένη από το αλαβάστρινο «κανί», με το ανοιχτό θαλασσί χρώμα. Κι από δίπλα να ακούγεται η ευκατάνυκτη ψαλμωδία του ψάλτη μας, του μπαρμπα-Αλέκου του Ξανθούλη. Εδώ κι εκεί τα πρόσωπα των απλών συγχωριανών, αυστηρά, παιδεμένα, με την κόπωση χαραγμένη στη μορφή τους, χρυσωμένη από το χλωμιασμένο φως των κεριών και των λαδοκάντηλων.
Όλα αυτά ξαναείδα σήμερα… Ύστερα από τόσα χρόνια, με οριακό σημείο εκείνη τη Μεγάλη Πέμπτη του 1965, όταν με πόνο ψυχής αφήσαμε την παλιά ενοριακή εκκλησιά, τη μισοκατεστραμμένη, για να κάνουμε Επιτάφιο κι Ανάσταση στο σχολείο, που μας φιλοξένησε μέχρι να γίνει ο ναΐσκος της Μεταμόρφωσης στο Γήπεδο. Τα ξαναείδα και δόξασα το Όνομα του Θεού, που οδήγησε τον επίσκοπό μας να ανοίξει τούτη τη θλιμμένη και κλεισμένη ενορία, που χρόνια και χρόνια είχε να αγαλλιάσει, να ευφρανθεί πανήγυρι μεγαλοπρεπή και, πάνω από όλα, τρισευλογημένη. Ας δώσει ο Κύριος να επαναληφθεί αυτή η πανευλόγητη αρχιερατική παρουσία.