Αρχική » Ευθανασία, δικαίωμα ή ύβρις;

Ευθανασία, δικαίωμα ή ύβρις;

από kivotos

Του Χρήστου Γ. Κτενά

 

Την «οδό» της ευθανασίας διάλεξε πριν από λίγες ημέρες ο γνωστός δημοσιογράφος Αλέξανδρος Βέλιος, έχοντας παλέψει με σθένος για αρκετό καιρό με ανίατη ασθένεια. Και η απόφασή του, που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα, πραγματικά ανοίγει τη συζήτηση για αυτό το πολύ ιδιαίτερο και λεπτό θέμα, όπως βέβαια και για την αντίστοιχη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Όπου και ο ίδιος ο Βέλιος είχε δηλώσει (σε καταγραφή του Δημήτρη Αλικάκου στο site protagon.gr) πως «Θέλω να συμφιλιώσω την πράξη μου με την Εκκλησία και όχι να την κάνω εχθρό της».

Τι είναι όμως η ευθανασία; Σύμφωνα με σχετική εισήγηση του Μητροπολίτη Φθιώτιδας κ. Νικολάου, «η σημερινή ερμηνεία του όρου σημαίνει την πρόκληση ανώδυνου (σωματικά και ψυχικά) θανάτου από ευσπλαχνία σε ανθρώπους που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο ανίατης ασθένειας ή βαρύτατου τραυματισμού, με σκοπό τη λύτρωση και ύστερα από προσωπική τους επιθυμία ή επιθυμία των συγγενών τους και με κίνητρο πάντα τον οίκτο, την αγάπη, τον σεβασμό και την αξιοπρέπεια». Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι πλέον έχουν εμφανιστεί και περιπτώσεις ανθρώπων που επιλέγουν την ευθανασία και για άλλους λόγους, π.χ. λόγω κατάθλιψης, οπότε μιλάμε για ένα ευρύτερο περιεχόμενο του όρου, που συνάδει με το φιλελεύθερο πνεύμα και τις ατομικές ελευθερίες, καταλήγοντας και στο «δικαίωμα στον θάνατο».

Ακόμη, η ευθανασία διακρίνεται σε «ενεργητική», όπου συνήθως ένας γιατρός -ή κάποιο άλλο πρόσωπο- κάνει στον ασθενή κάποια ένεση που προκαλεί τον θάνατό του, και σε «παθητική», που ερμηνεύεται ως διακοπή της θεραπευτικής αγωγής σε ανθρώπους που βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο μιας ανίατης ασθένειας. Μια κατάταξη που έχει πολλές υποπεριπτώσεις, π.χ. την κατά παραγγελία ευθανασία, όπου ένας ασθενής έχει αφήσει μια μορφή «δήλωσης» για το ότι επιθυμεί τον τερματισμό της ζωής του, αν βρεθεί σε κατάσταση κατά την οποία δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του.

 

Η Ορθόδοξη προσέγγιση

Απευθυνθήκαμε για το θέμα στον κ. Κωνσταντίνο Κορναράκη, αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος μετέχει και στην Ειδική Συνοδική Επιτροπή Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως, θεολογικά, η ενεργητική ευθανασία δεν είναι αποδεκτή, καθώς συνιστά αφαίρεση ζωής. Αυτό που ίσως μπορεί να γίνει από πλευράς Εκκλησίας κατανοητό κατ’ οικονομία (χωρίς όμως να το ευλογεί ή να το συνιστά) είναι σε περιπτώσεις ασθενών σε μη αναστρέψιμη κατάσταση, που υποφέρουν ιδιαίτερα, να εστιάσει ο θεράπων ιατρός περισσότερο στην ανακούφισή τους και όχι τόσο στην παράταση της ζωής.

Θεολογικά, η ενεργητική ευθανασία δεν είναι αποδεκτή, καθώς συνιστά αφαίρεση ζωής.

Τι γίνεται όμως με τον νεκρό σε περίπτωση ευθανασίας; Σύμφωνα με τον καθηγητή Θεολογίας, και εδώ, γνωρίζοντας η Εκκλησία πως ο σύγχρονος άνθρωπος είναι πολυδιασπασμένος ψυχικά και αντιμετωπίζει σύνθετα προβλήματα, δεν ταυτίζει κατ’ ανάγκη την πράξη του με μια ύβρη κατά της Θείας Χάριτος. Αντίθετα, ξέρει πως μια τέτοια απόφαση μπορεί να ελήφθη σε καθεστώς αβάσταχτου πόνου και αντίστοιχης ψυχικής έντασης, οπότε μπορεί να τελέσει την εξόδιο ακολουθία με κατανόηση και σε αγαπητικό πλαίσιο, όπου βέβαια η τελική αντιμετώπιση εξαρτάται και από τις οδηγίες του οικείου επισκόπου.

Πώς όμως θεωρεί η Εκκλησία τον θεραπευτή που συμμετέχει σε ευθανασία; Όπως μας εξήγησε ο κ. Κορναράκης, πρέπει να διευκρινισθεί αν ο συγκεκριμένος πιστεύει στη μετά θάνατον ζωή. Και βέβαια, εφόσον ο ίδιος προσφύγει στον πνευματικό του, θα αναζητηθεί αν βρέθηκε μπροστά σε ένα ανθρώπινο δράμα και αν είναι σε έντονη ψυχική πίεση (καθώς το νοσοκομειακό περιβάλλον είναι πολύ ψυχοφθόρο), με την αντίστοιχη αντιμετώπιση να ποικίλλει.

Η ουσία τελικά, σύμφωνα με τον κ. Κορναράκη, είναι το κατά πόσον ο άνθρωπος που σκέφτεται την ευθανασία, ο ιατρός που καλείται να μετέχει σε μια ενεργητική εφαρμογή της κ.ο.κ. κατανοούν και αποδέχονται το θεολογικό περιεχόμενο και τα διδάγματα της θρησκείας, που επισημαίνουν πως υπάρχει και μαρτυρικό περιεχόμενο στη ζωή μας. «Η Εκκλησία εύχεται το τέλος μας να είναι ανώδυνο, αλλά παράλληλα εύχεται και καλή ομολογία», μας τόνισε ο κ. Κορναράκης, οπότε, αν ο πιστός επιχειρήσει να αποφύγει τον προσωπικό του σταυρό στη ζωή, τότε αυτονομείται από την Εκκλησία, προβάλλοντας μια προσωπική θεώρηση, χωρίς υπακοή και ταπείνωση. Ενώ, αν κάποιος δεν αποδέχεται την εσχατολογική διάσταση της θρησκείας, τότε δεν μπορεί να αναζητά την ευλογία της Εκκλησίας.

Αν ο πιστός επιχειρήσει να αποφύγει τον προσωπικό του σταυρό στη ζωή, τότε αυτονομείται από την Εκκλησία, προβάλλοντας μια προσωπική θεώρηση, χωρίς υπακοή και ταπείνωση

Όπως αναφέρει και ο Μητροπολίτης Φθιώτιδας, «η Εκκλησία μας, που πιστεύει στην αθανασία της ψυχής, στην ανάσταση του σώματος, στην αιώνια προοπτική και πραγματικότητα, στους πόνους ως “στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι ημών” (Γαλ. στ’ 17), στις δοκιμασίες ως αφορμές και ευκαιρίες σωτηρίας, στη δυνατότητα ανάπτυξης κοινωνίας αγάπης και συμπαραστάσεως μεταξύ των ανθρώπων, κάθε θάνατο που είναι αποτέλεσμα ανθρωπίνων αποφάσεων και επιλογών -όσο “καλός” και αν ονομάζεται- τον απορρίπτει ως “ύβριν” κατά του Θεού». Για το θέμα του πόνου επισημαίνει πως «αυτό που χρειάζεται η ανθρωπότητα για να αντιμετωπίσει τον πόνο είναι κουράγιο, εμψύχωση, αγάπη και πίστη. Η γαλήνια πνευματική κατάσταση και όχι η τεχνική του θανάτου είναι το ζητούμενο στις τελευταίες προ της εξόδου από τον κόσμο στιγμές της ζωής».

Τέλος, κρίσιμο είναι και το ζήτημα αν οι Έλληνες κληρικοί είναι έτοιμοι να χειριστούν το ζήτημα της ευθανασίας. Στη συζήτηση με τον κ. Κορναράκη διεφάνη πως, προς το παρόν, κινούνται κυρίως με βάση την εμπειρία τους, αλλά το θετικό είναι πως εδώ και λίγα χρόνια λειτουργεί το Ίδρυμα Ποιμαντικής Επιμόρφωσης της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Εκεί προσφέρονται σεμινάρια για κληρικούς, ανάμεσά τους και πολλοί που υπηρετούν σε νοσοκομεία, οπότε σταδιακά βελτιώνεται η κατάσταση με εκπαίδευση για όλα τα σύγχρονα ποιμαντικά προβλήματα.

 

Η θέση των άλλων δογμάτων και θρησκειών

Η αντίθεση των χριστιανικών δογμάτων στην ευθανασία είναι εκτεταμένη, με την Καθολική Εκκλησία να έχει ιδιαίτερα αυστηρή αντίδραση. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β’, «η ευθανασία είναι μια σοβαρή παραβίαση του θεϊκού νόμου, καθώς είναι ένας σκόπιμος και ηθικά απαράδεκτος φόνος μιας ανθρώπινης ζωής». Στον προτεσταντικό κόσμο όμως υπάρχουν και άλλες απόψεις. Σχηματικά, Βαπτιστές και Αγγλικανοί εμφανίζονται πιο αρνητικοί, ενώ κάποιες ομάδες Λουθηρανών και Μεθοδιστών αποδέχονται την ευθανασία σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Η περιγραφή όμως αυτή δεν είναι απόλυτα ακριβής, αν δεν τονίσουμε την ποικιλομορφία των προτεσταντικών αντιλήψεων και την αυτονομία των τοπικών Εκκλησιών, που ανάλογα με τη χώρα, την περιοχή και τις τρέχουσες αντιλήψεις μπορεί να ποικίλλουν ως προς το θέμα. Πάντως, οι χριστιανικές χώρες που έχουν νομιμοποιήσει κάποιας μορφής ευθανασία -όπως την υποβοηθούμενη αυτοκτονία- έχουν ισχυρή προτεσταντική παράδοση (Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο και Ελβετία).

Περνώντας στο Ισλάμ, η ευθανασία είναι απαράδεκτη, καθώς θεωρείται πως η ανθρώπινη ζωή είναι δώρο του Αλλάχ και αυτός θα καθορίσει το πότε θα τελειώσει. Σύμφωνα όμως με τον Ισλαμικό Ιατρικό Σύλλογο των ΗΠΑ, «όταν ο θάνατος είναι αναπόφευκτος … οι ασθενείς πρέπει να επιτρέπεται να πεθαίνουν, χωρίς υπέρμετρες διαδικασίες». Επίσης, στον Ιουδαϊσμό η ενεργητική ευθανασία δεν είναι αποδεκτή, αν και υπάρχει μερική αποδοχή της παθητικής από κάποια ιουδαϊκά κινήματα και ραβίνους, ενώ και στις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες υπάρχει διάκριση του εκούσιου θανάτου ως μαρτυρίας πίστης από την ευθανασία.

Στις ανατολικές θρησκείες, τώρα, βουδιστές και ινδουιστές είναι επίσης αρνητικοί σε ό,τι αφορά την ευθανασία, καθώς αυτή διαταράσσει τον κύκλο της ζωής, τη διαδικασία της μετεμψύχωσης και την ηρεμία της ψυχής. Στη θεώρηση αυτή υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, αλλά αφορούν ειδικές συνθήκες, π.χ. στον Ινδουισμό επιτρέπεται η prayopavesa, μια πρακτική αυστηρής νηστείας, που οδηγεί σταδιακά στην αποδυνάμωση και τον θάνατο και την οποία π.χ. μπορεί να επιλέξει ένας ασθενής με μοιραία ασθένεια. Τέλος, στον σιντοϊσμό υπάρχει σε αρκετό βαθμό αποδοχή της παθητικής ευθανασίας, καθώς θεωρείται αναξιοπρεπής η παράταση της ζωής με κάθε μέσο.

 

Προσωπική επιλογή

Αν κάτι είναι σίγουρο με την ευθανασία, είναι πως πρόκειται για ζήτημα με μεγάλες προεκτάσεις, καθώς η εφαρμογή της θέτει σοβαρά ηθικά, πολιτικά, πολιτισμικά, θεολογικά, νομικά και επιστημονικά ζητήματα, τα οποία επικαλύπτονται και διαφοροποιούνται έντονα, ανάλογα με την τοπική ιστορική, θρησκευτική, κοινωνική και πολιτισμική παράδοση. Επίσης, η ευθανασία, ενώ έχει ιστορικό υπόβαθρο, έχει στιγματιστεί στη σύγχρονη εποχή από τη ναζιστική πρακτική, που οδήγησε στη μαζική δολοφονία ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Τελικά, το ζήτημα καταλήγει στον ηθικό πυρήνα κάθε ανθρώπου, εκεί δηλαδή όπου ένας πιστός (μιας και μιλάμε για τη σχέση ευθανασίας και θρησκείας) έχει ενσωματώσει τις διδαχές και το πνευματικό περιεχόμενο της πίστης του. Έτσι, αν η ευθανασία θεωρηθεί ατομικό δικαίωμα, η άσκησή του από τον πιστό θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα συμβιβάσει ή όχι ακριβώς τις δικές του αρχές και πιστεύω.

Στη σημερινή, μετανεωτερική εποχή, βέβαια, που ο άνθρωπος φανερώνεται ως ένα σύνολο ευμετάβλητων ατομικών ταυτοτήτων, η συζήτηση για την ευθανασία και τη σχέση της με τη θρησκευτική πίστη είναι μέρος ενός ευρύτερου προβληματισμού για τη θέση της θρησκείας στη σύγχρονη κοινωνία. Όπου πλέον η απομαγευτική αντικειμενοποίηση των πάντων και η ανάδειξη του αναστοχασμού έχουν αλλάξει ριζικά και την ίδια την έννοια του «καλού», είτε αυτό είναι «ευ ζην» είτε «ευ θνήσκειν».

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ