Tου Γεωργίου Αθ. Τσούτσου
Ο πρόσφατος θάνατος του Φιντέλ Κάστρο δημιούργησε πολλές σκέψεις και συνειρμούς σχετικά με την ιστορία της Κούβας, αλλά και τις σύγχρονες διεθνείς εξελίξεις. Από Ορθόδοξη σκοπιά, όλοι ενθυμούνται την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην Κούβα το 2004, όπου έγινε δεκτός με τιμές αρχηγού κράτους. Η συνεργασία του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τον Φιντέλ Κάστρο είχε ως ευτυχές αποτέλεσμα την οικοδόμηση του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου σε περίοπτη θέση στο κέντρο της Αβάνας και τη θεσμική αναγνώριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Κούβα. Η προσωπικότητα του Φιντέλ Κάστρο και το ιδιότυπο καθεστώς του έχουν αναλυθεί στο έπακρο και αναμφίβολα αναδεικνύονται έντονα θετικές, αλλά και αρνητικές όψεις σε αυτές τις αναλύσεις.
Η ελευθεριότητα των ηθών αποτελεί, κατά την άποψη του γράφοντος, ένα από τα αμφιλεγόμενα σημεία του καθεστώτος του Κάστρο, με την έννοια ότι ανέχτηκε -και σε κάποιο βαθμό καλλιέργησε- μια προϋπάρχουσα λαϊκή νοοτροπία, η οποία κατέστησε την Κούβα προορισμό σεξοτουρισμού. Η έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης, αντίθετα, συμπεριλαμβάνεται στα θετικά της κρατικής ιδεολογίας της Κούβας. Είναι γνωστή, επίσης, η έλξη που άσκησε παγκοσμίως ο αντιαποικιακός αγώνας του Τσε Γκεβάρα και του Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος συνδέεται και με τον αντιαποικιακό αγώνα των αδελφών μας Κυπρίων εξ ου και το άγαλμα του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στην Κούβα προς τιμήν της συμμετοχής του στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Από Ορθόδοξη σκοπιά, έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο σταδιακός πολιτικοκοινωνικός μετασχηματισμός του καθεστώτος της Κούβας, ο οποίος βρίσκεται σε εξέλιξη, αναμένεται μεν να επιταχυνθεί, αλλά σε συνθήκες παγκόσμιας αμφισβήτησης των υπερβολών της παγκοσμιοποίησης.
Η σημασία της θρησκευτικής ψήφου στις ΗΠΑ, η ανάδειξη κινημάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο, τα οποία επικαλούνται την προστασία παραδοσιακών αξιών, και η αμφισβήτηση της παντοδυναμίας των αγορών έναντι άλλων αξιών εθνικής, πολιτιστικής ή θρησκευτικής φύσεως καθιστούν τη μετακαστρική περίοδο ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Πρόκειται ίσως για μια διεθνή πολιτική τάση επιβράδυνσης της παγκοσμιοποίησης, η οποία λίαν συντόμως θα δοκιμαστεί στην πράξη. Ο σοσιαλισμός πρέπει να συνδυάζεται όχι μόνον με οικονομικές και πολιτικές ελευθερίες, όπως διατείνεται η κυρίαρχη κριτική στο καθεστώς Κάστρο, αλλά και με τον σεβασμό ηθικών και πνευματικών αξιών, όπως αυτές που εκφράζει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Το γεγονός, λοιπόν, ότι ο Φιντέλ Κάστρο προέβη σε αυτό το «άνοιγμα» προς την Ορθοδοξία στη δύση του βιολογικού του βίου αποτελεί μια κίνηση εξόχως πρωτοποριακή, ασχέτως των πολιτικών και άλλων υπολογισμών που ενδεχομένως την υπαγόρευσαν.
Η επιλογή της Ορθοδοξίας αντί του καθολικισμού από τον Κάστρο αποδόθηκε στις προνομιακές σχέσεις που υπήρχαν ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και την Κούβα και αναμφισβήτητα συνηγορούν υπέρ της ως άνω επιλογής.
Γενικότερα, όμως, η Ορθοδοξία, απαλλαγμένη από αρνητικά ιστορικά βάρη, καλείται, όχι μόνο στην Κούβα, αλλά και γενικότερα στη Λατινική Αμερική, να δώσει τη δυνατότητα σε όσους το επιθυμούν να έλθουν σε επαφή με την Ορθόδοξη μαρτυρία, όπως αυτή εκφράζεται σε ποικίλα επίπεδα (δογματικής, λειτουργικής, ποιμαντικής κ.λπ.).
Επί παραδείγματι, παρατηρώντας κανείς τον εορτασμό των δεσποτικών και θεομητορικών εορτών της Χριστιανοσύνης στη Λατινική Αμερική, πέρα από τη σύμμειξη χριστιανικών και προχριστιανικών στοιχείων, πράγμα αναμενόμενο και κατανοητό, διακρίνει και άλλα στοιχεία. Βλέπει τον έντονα συναισθηματικό τρόπο με τον οποίο βιώνονται τα χριστιανικά μυστήρια και το στοιχείο της υπερβολής, το οποίο, ενδεχομένως, σε ορισμένες περιπτώσεις, δρα εις βάρος της κατάνυξης και του δέους που επιβάλλουν οι περιστάσεις. Είναι γνωστή η εξωστρέφεια των λαών της Λατινικής Αμερικής, η οποία χαρακτηρίζει τον δημόσιο και ατομικό βίο, τη μουσική, τον χορό κ.λπ. Η εξωστρέφεια αυτή συνιστά στοιχείο δημιουργίας, αλλά ίσως και παθογένειας, όπως όλα τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, τα οποία δικαιώνουν την αρχαία ρήση «ουδέν κακόν αμιγές καλού». Πιστεύουμε ότι οι φιλέλληνες και ενθουσιώδεις Κουβανοί, αλλά και εν γένει οι Λατινοαμερικανοί πολίτες έχουν πολλά να κερδίσουν από την περαιτέρω επαφή τους με τον νεότερο ελληνορθόδοξο πολιτισμό, όντας ήδη λάτρεις του αρχαίου, τόσο εκ παραδόσεως όσο και εκ παιδείας.