Αρχική » Από τη Γάζα σε μονή της Κρήτης

Από τη Γάζα σε μονή της Κρήτης

από kivotos

Της Σοφίας Χρήστου

 

Από την αιματοκυλισμένη Γάζα, γιος ιερέα και ο πέμπτος κατά σειρά από τα οκτώ παιδιά της οικογένειας, πήρε την απόφαση να πάει στην Ελλάδα, να αφοσιωθεί στον Θεό, μέσω του μοναχισμού, και να δώσει ζωή στο ερειπωμένο μοναστήρι Σωτήρος Χριστού στη Χαλέπα Μυλοποτάμου της Κρήτης.

Ο Παλαιστίνιος Αρχιμανδρίτης Πορφύριος Αουάντ γαλουχήθηκε μέσα στην Εκκλησία και από την παιδική του ηλικία είχε ριζώσει μέσα του ο σπόρος της ιεροσύνης.

«Από πολύ μικρός ήξερα ότι θα ακολουθήσω αυτό τον δρόμο. Ο πατέρας μου είναι ιερέας. Είμαστε οκτώ αδέλφια, τέσσερα αγόρια και τέσσερα κορίτσια. Όλοι ζουν στην Παλαιστίνη, εκτός από τον έναν αδελφό μου, που είναι ιερέας στη Λαμία. Από 8 ετών έπαιρνα το κλειδί της Εκκλησίας για να ανάβω τα καντήλια. Ντυνόμουν παπαδάκι από 10 χρόνων, είχα αγάπη για την Εκκλησία. Ήθελα να ψέλνω μαζί με τον πατέρα μου και να είμαι οπωσδήποτε στο ιερό», λέει ο Αρχιμανδρίτης Πορφύριος.

Τα παιδικά του χρόνια, ωστόσο, δεν ήταν καθόλου εύκολα στη χώρα του Αραφάτ, την Παλαιστίνη. Χαρακτηριστική είναι η εμπειρία που έζησε στα 15 του χρόνια και διηγείται στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», όπου έψαλε την ίδια του κηδεία!

«Ήταν δύσκολα. Ο θάνατος παραμόνευε. Κινδυνεύαμε ακόμα και στον δρόμο για το σχολείο κ.λπ.», θυμάται και εξιστορεί: «Στα 15 μου χρόνια με έπιασαν αιχμάλωτο και οδηγήθηκα σε ειδικό στρατόπεδο, όπου έβαζαν τους μελλοθάνατους. Όλη τη νύχτα άκουγα να σκάβουν. Όπως ήμουν ξαπλωμένος, δεμένος, με τα μάτια κλειστά, προσευχόμουν και κυριολεκτικά έψελνα τη δική μου νεκρώσιμη ακολουθία».

«Όμως, η Παναγία με προόριζε για εδώ και γι’ αυτό με έσωσε», λέει συγκινημένος.

 

Οι σπουδές

Τελειώνοντας τη φοίτησή του σε λύκειο της Παλαιστίνης, στα 20 του χρόνια ήρθε στη χώρα μας για να σπουδάσει Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Aθηνών.

«Ήταν δύσκολο, όταν δεν γνωρίζεις τη γλώσσα κ.λπ. Όμως, όταν αγαπάς κάτι, έχεις πείσμα και η Παναγία βοηθάει», τονίζει ο μοναχός Πορφύριος.

Παράλληλα με τις σπουδές του έψελνε στον Ιερό Ναό Αγίας Όλγας του Νοσοκομείου ΝΙΜΙΤΣ. «Λαχταρούσα να ψέλνω. “Αν δεν είμαι στο αναλόγιο, δεν θα ξανάρθω”, έλεγα», λέει χαμογελώντας. Κάθε Κυριακή μάλιστα έψελνε και στα αραβικά.

Στη συνέχεια, το 1997 πήγε για έναν χρόνο ως δόκιμος στη Μονή Πετράκη.

Το 1998 και σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε διάκονος και έπειτα από δύο χρόνια, στις 9 Απριλίου 2000, χειροτονήθηκε ιερέας, οπότε ασκούσε καθήκοντα εφημέριου στον Ιερό Ναό Αγίου Λουκά στα Πατήσια, ενώ για δύο χρόνια (1999-2000) ήταν ο υπεύθυνος του πρώτου Internet Cafe που λειτούργησε υπό την αιγίδα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, έργο του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου.

Αμέσως μετά πήγε ως ιερέας στον Ναό Αγίου Δημητρίου των Όπλων στα Κάτω Πατήσια, όπου ίδρυσε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής και προέτρεψε τους νέους να αγαπήσουν τη μελέτη της, καθώς είναι η τέχνη που κοσμεί τα αναλόγια της θείας μας λατρείας.

«Πάντα ψέλνω στα ελληνικά, εκτός αν υπάρχουν αραβόφωνοι, τότε θα ψάλλω και στα αραβικά», αναφέρει. 

 

«Γιατί δεν έκανα οικογένεια»

«Αν και προέρχομαι από πολυμελή οικογένεια, ο γάμος δεν είναι για μένα. Στον πατέρα μου, που είναι ιερέας, έχω πει μάλιστα ότι ούτε εκείνος έπρεπε να κάνει οικογένεια, γιατί όλη η ζωή του είναι στραμμένη στην Εκκλησία».

 

Η ζωή στο μοναστήρι

Μη μπορώντας, όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά λέει, τη ζούγκλα της Αθήνας, το 2004 αποφάσισε να την εγκαταλείψει και να ενταχθεί στην αδελφότητα του Μοναστηριού Αρσανίου έως τον Μάρτιο του 2008.

«Χάρη σε ένα ζευγάρι της ενορίας μου, που είχε σκοτωθεί το μοναχοπαίδι τους, πήγα στο Ρέθυμνο για τα μνημόσυνα του παιδιού και με τη βοήθειά τους εγκαταστάθηκα στην Κρήτη».

Για κάποιο διάστημα εκτελούσε χρέη εφημέριου στην ενορία του Παγκαλοχωρίου και ιερουργούσε στον ναό των Εισοδίων της Παναγίας. Όπως διαπίστωσε, δεν είχαν τελεστεί εγκαίνια και μετά από δικές του ενέργειες ο ναός εγκαινιάστηκε. «Μου το φύλαγε η Παναγία 500 χρόνια για να εγκαινιαστεί…».

Τον Μάρτιο του 2008, μετά από επίσκεψή του στο ερειπωμένο Μοναστήρι Σωτήρος Χριστού στη Χαλέπα Μυλοποτάμου, που του κέντρισε το ενδιαφέρον, πήρε την απόφαση να μείνει εκεί.

«Με τράβηξε η ιστορία, η παλαιότητα. Και αποφάσισα να μείνω. Ήμουν ο πρώτος μοναχός που μπήκα. Είμαι μόνος εδώ, ολομόναχος», λέει και περιγράφει την καθημερινότητά του: «Καθημερινά κάνω τις Ακολουθίες στο μοναστήρι. Λειτουργώ και σε οικισμούς εκ περιτροπής με τη μονή και έπειτα όλες τις εσωτερικές και εξωτερικές εργασίες που χρειάζονται. Τρέχω για όλα εγώ. Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι εθελοντές. Δόξα τω Θεώ! Δεν έχω παράπονο. Έχω τη στήριξη του επισκόπου και των πατέρων της Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και είμαι ευγνώμων».

«Η μοναχική ζωή είναι δύσκολη για κάποιον που δεν γνωρίζει τι σημαίνει. Άλλο μοναχισμός και άλλο μοναξιά. Μοναξιά δεν έχω νιώσει ποτέ», αναφέρει.

Στα 43 του χρόνια πλέον σήμερα, κάνοντας έναν μικρό απολογισμό, λέει: «Εδώ με υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες… Με χαροποιεί ιδιαίτερα. Όλα αυτά τα χρόνια, παρ’ όλα τα λάθη και τα πάθη, αισθάνομαι τη σκέπη του Θεού πάνω μου. Για κάποιον λόγο ήρθα εδώ».

Τέλος, ερωτώμενος σχετικά με την κρίση που βιώνουμε, το πώς βλέπει το μέλλον μας ως χώρας, ως λαού και το αν υπάρχει ελπίδα, ο Αρχιμανδρίτης Πορφύριος απαντά: «Επανάσταση! Εσωτερική, ο καθένας προσωπικά, ατομική… Να διορθώσουμε τον εαυτό μας για να τον φέρουμε κοντά στον Χριστό. Έχουμε χάσει τον προορισμό μας. Όμως, όλα διορθώνονται».

 

Άμεση ανάγκη η έμψυχη αναστήλωση της μονής

Το μοναστήρι ανήκει στη Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου. Το 2004 άρχισε η αναστήλωση και μετά από πολλές ενέργειες ολοκληρώθηκαν οι μελέτες και ένα μέρος του έργου εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ.

Το ένα κλίτος του είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού και το άλλο στη Γέννηση του Χριστού και είναι η μοναδική εκκλησία στην Κρήτη που είναι αφιερωμένη στη Γέννηση.

«Ο ιστορικός ναός κάηκε το 1823 από τους Τούρκους και το 1910 ξεκίνησε προσπάθεια να χτιστεί νέος, που όμως σταμάτησε το 1930 και έτσι δεν τελείωσε ποτέ! Θέλει πολλή δουλειά. Κάποια κτίρια είναι ερείπια, χρειάζονται αναστήλωση!», τονίζει ο μοναχός Πορφύριος.

Όμως, όπως λέει, πέρα από τα κτίρια, άμεση ανάγκη είναι η έμψυχη αναστήλωση του μοναστηριού. «Αυτό που με “καίει” και προσεύχομαι καθημερινά είναι να έρθουν και άλλοι μοναχοί εδώ να μονάσουν, να μην ξαναερημώσει».

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ