Γράφει ο Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ – Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Η σύγχρονη εκκλησιαστική ζωή και η εθιμική εμπειρία, δείχνουν ότι όλο και περισσότερο η συμβολοποίηση των παραδοσιακών ενδυμασιών κερδίζει έδαφος στην εκκλησιαστική ζωή και στις ανάλογες τελετουργίες. Εννοούμε με αυτό την παρουσία νέων και των δύο φύλων, ντυμένων με τις παραδοσιακές ενδυμασίες ενός ή και περισσοτέρων ελληνικών τόπων, που παίρνουν μέρος σε διάφορες φάσεις των πανηγυριών, ή σε κάθε είδους εκκλησιαστικές πομπές και λιτανείες, ή ακόμη και στις υποδοχές εικόνων και λειψάνων σε διάφορες ενορίες, ένα σύγχρονο και λαογραφικό φαινόμενο που αυξάνεται στις μέρες μας, και για το οποίο έχουμε δημοσιεύσει στο παρελθόν ειδική μελέτη.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο κατ΄ εξοχήν αστικό, που βαθμιαία άρχισε να εξαπλώνεται και στην ελληνική επαρχία, κυρίως στα κατά τόπους ελληνικά επαρχιακά αστικά κέντρα. Σύμφωνα με αυτό, στις αρχές της δεκαετίας 2000-2010 άρχισε να παρουσιάζεται το φαινόμενο, καταρχήν σε αθηναϊκές ενορίες, και κατόπιν και στη Θεσσαλονίκη, να καλεί ο προϊστάμενος ενός πανηγυρίζοντος ναού τα μέλη «παραδοσιακών συλλόγων», συνήθως με εθνοτοπική συγκρότηση, για να πάρουν μέρος στις διάφορες τελετές, ντυμένα με τις παραδοσιακές ενδυμασίες του τόπου καταγωγής των μελών τους.
Τα προσκυνήματα
Αρχικά πλαισίωναν τιμητικά σε τετράδες το προσκυνητάρι όπου εξέθεταν για προσκύνηση την ανθοστολισμένη εικόνα του αγίου, την μνήμη του οποίου πανηγύριζαν, κατόπιν δε άρχισαν να συνοδεύουν και την λιτανεία της εικόνας του, την παραμονή μετά τον εσπερινό ή την κυριώνυμη ημέρα, μετά την λειτουργία ή πριν τον εσπερινό της επομένης, τον «μεθέορτο» πανηγυρικό εσπερινό.
Κατόπιν, όπως προαναφέρθηκε, ανάλογη χρήση άρχισαν να έχουν νέοι και νέες ντυμένοι με παραδοσιακές ενδυμασίες και στην υποδοχή των θαυματουργών ή περιπύστων ιερών εικόνων και των λειψάνων, που την ίδια περίοδο άρχισαν να μεταφέρονται από μονές και ναούς σε ενορίες, για να τεθούν σε προσκύνημα. Είτε στην υποδοχή, είτε στη λιτάνευση, είτε τέλος στην αναχώρηση των εικόνων και των λειψάνων αυτών, υπάρχουν πάντοτε τιμητικές φρουρές από ντυμένους με παραδοσιακές ενδυμασίες, οι οποίοι κάποτε σηκώνουν και τα προσκυνητάρια όπου έχουν εναποτεθεί τα ιερά προς προσκύνηση αντικείμενα, ενώ συχνά έχουν παραταχθεί για να τα ράνουν με λουλούδια και ροδοπέταλα, είτε στην υποδοχή, είτε στην αναχώρησή τους.
Έχω και με άλλη ευκαιρία σημειώσει ότι στην διάδοση τέτοιων νεωτερικών πανηγυρικών και εθιμικών μορφών σπουδαίο ρόλο παίζουν τα ηλεκτρονικά πρακτορεία εκκλησιαστικών ειδήσεων και δευτερευόντως τοπικού και εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος και περιεχομένου ιστοσελίδες, όπου αναρτώνται φωτογραφίες από αυτές τις εθιμικές εκδηλώσεις. Κατόπιν η πρακτική της μιμήσεως και της αναπαραγωγής των τελετουργικών μορφών, η οποία στηρίζεται στην πάγια και διαπιστωμένη αγάπη του λαϊκού ανθρώπου προς το τελετουργικό και τις ποικίλες εκδηλώσεις του, λειτουργούν, ώστε οι νεωτερικές εθιμικές αυτές μορφές να αναπαράγονται και σε άλλες παρόμοιες εκκλησιαστικές και λατρευτικές συγκυρίες, παίρνοντας τον χαρακτήρα λαογραφικού φαινομένου, που επαναλαμβάνεται σταθερά και διαδίδεται συνεχώς.
Παραλλήλως, εμφανίζονται τάσεις επεκτάσεως των τελετουργικών αυτών φαινομένων και σε όλο σχεδόν τον ελληνικό πολιτισμικό και γεωγραφικό χώρο, ανάλογα πάντοτε με την καλαισθησία και την κινητικότητα των εφημερίων των ναών, οι οποίοι και είναι οι βασικοί υπεύθυνοι των αντιστοίχων πανηγυρικών διοργανώσεων. Κι έτσι, παρατηρούμε μια πανελλήνια συνήθεια, μια εκδήλωση νεωτερικού εθιμικού φαινομένου στον ελληνικό πολιτισμικό χώρο, καθώς στις ενορίες των μεγάλων αστικών κέντρων χρησιμοποιούνται στις διάφορες εκκλησιαστικές ακολουθίες φορεσιές από διάφορους ελληνικούς τόπους, αναλόγως των εθνοτοπικών συλλόγων που δραστηριοποιούνται σε κάθε ενορία, σύμφωνα και με την τοπική καταγωγή του εφημερίου ή του προϊσταμένου κάθε ναού, ο οποίος καθώς οργανώνει τις πανηγυρικές εκδηλώσεις αισθάνεται υποχρεωμένος να τιμήσει και τις δικές του πατρογονικές ρίζες.