Toυ Πρωτοπρεσβυτέρου Θωμά Βαμβίνη*
Η νηστεία είναι συνδεδεμένη με τις πιο κρίσιμες φάσεις της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους. Στην αφετηρία όλων των ταλαιπωριών, βρίσκεται η κατάλυσή της, μέσα στον παράδεισο, απ’ τους Πρωτοπλάστους. Κατόπιν οι πιο αρνητικές εκδηλώσεις των ανθρώπων απέναντι στον Θεό και τον νόμο Του, ήλθαν σαν αποτέλεσμα του κορεσμού και της μέθης, ενώ οι υψηλότερες αναβάσεις και οι ιερώτερες εμπειρίες ήταν (και είναι) συνδεδεμένες με τη νηστεία.
Η νηστεία, που δόθηκε σαν άσκηση του αυτεξουσίου μας μέσα στον παράδεισο, πέρασε στους Δίκαιους και τους Προφήτες της Π. Διαθήκης, σαν όπλο ελευθερίας απέναντι στις πιεστικές ανάγκες του σώματος. Ο κορυφαίος μάλιστα των προφητών, άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο κατεξοχήν νηστευτής, έδειξε με το έργο του το πραγματικά περιεχόμενο της νηστείας· φανέρωσε τον πνευματικό πλούτο της εκούσιας στέρησης. Εδειξε δηλαδή, ότι η νηστεία είναι «πρόδρομος της χάριτος». Ανοίγει δρόμο για την είσοδο (εντός μας) του Χριστού. Δεν διακατέχεται από άρνηση ή μίσος προς την κτίση, αντίθετα μάλιστα, ζητά την αποκατάσταση και τον δοξασμό της. Είναι ένας αγώνας κυριαρχίας πάνω στις υλικές αναγκαιότητες, μια προσπάθεια λύσης του κτιστού απ’ τα δεσμά της κτιστότητας. Αυτό το κατόρθωμα βέβαια, δεν επιτυγχάνεται με ανθρώπινες δυνάμεις. Είναι έργο της Θείας Χάριτος, στο οποίο συνεργεί ο άνθρωπος.
Ο αγώνας της νηστείας, όταν γίνεται με ορθόδοξες προϋποθέσεις κι όχι βουδιστικές νοοτροπίες, είναι πύλη της χάριτος. Ο Μ. Βασίλειος στο σημείο αυτό είναι πολύ εκφραστικός: «Ει δύνασαι βαστάσαι γαστρός οικήσεις τον παράδεισον, ει δε ου δύνασαι γεγονός θανάτου παρανάλωμα». Ο πνευματικός θάνατος είναι αποτέλεσμα του κορεσμού, ενώ ο Παράδεισος της χάριτος είναι καρπός της περιεκτικής εγκράτειας.
Στο κείμενο αυτό όμως, θα θέλαμε να δούμε μια διάσταση της χριστιανικής νηστείας, στην οποία δεν δίνουμε συνήθως σημασία. Είναι η εμπειρία της ενότητας του εκκλησιαστικού Σώματος.
Συνήθως θεωρούμε τη νηστεία σαν ένα ατομικό κατόρθωμα της θελήσεώς μας, χωρίς κοινωνικές -εκκλησιαστικές διαστάσεις. Ομως η νηστεία των Ορθοδόξων είναι έργο εκκλησιαστικό. Νηστεύουμε ως μέλη της Εκκλησίας. Είναι ένας τρόπος ζωής που μας δίδαξε ο Χριστός και οι Απόστολοί Του και αγάπησαν όλοι οι άγιοι. Αυτά όμως που δίδαξε ο Χριστός και αγάπησαν οι άγιοι είναι το θεμέλιο της ενότητας της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και η νηστεία είναι ένα σημαντικό μέσο, με το οποίο βιώνουμε την ενότητά της.
Την αλήθεια αυτή μπορούμε να τη δούμε από δύο πλευρές.
1. Οταν νηστεύουμε, τηρώντας τον κανόνα της Εκκλησίας, συνδεόμαστε με όλα τα μέλη της σ’ ένα κοινό τρόπο ζωής. Υπάρχει κοινωνία και ενότητα, ψυχολογικής ίσως τάξεως στην αρχή, που οφείλεται στην αίσθηση ότι ο αγώνας που κάνουμε είναι κοινός σ’ όλα τα συνειδητά μέλη της Εκκλησίας. Υπακούμε με ελευθερία στην Εκκλησία που νηστεύει. Οταν παραβιάζουμε τον κανόνα της, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία, δημιουργούμε ρήγμα στην ενότητά της. Επιλέγουμε την αυτονομία και την ιδιορρυθμία. Αμφισβητούμε την εγκυρότητα και το πνευματικό περιεχόμενο των Κανόνων της.
Πρέπει να σημειώσουμε εδώ, ότι η Εκκλησία με τους Κανόνες της δεν προσπαθεί να δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου,
Ισοπεδώνοντας όλες τις ατομικές διαφορές. Κάθε άνθρωπος έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Είναι κάποιος «άλλος», που δεν πρέπει να χαθεί μέσα στους πολλούς. Οι Κανόνες της Εκκλησίας αποβλέπουν στην αποκατάσταση του ανθρώπινου προσώπου, στην ανάδυσή του από την αμορφία των υλικών αναγκαιοτήτων και την απαλλαγή του από τη δυσμορφία των παθών. Θέλουν τη ζωοποίησή του «κατ’ εικόνα», γι’ αυτό οριοθετούν την περιοχή του πνευματικού θανάτου και απομακρύνουν από ‘κεί τους πιστούς. Η «περιοχή» της Θείας ζωής, στην οποία επιδιώκουν να μπούν οι πιστοί, δεν έχει όρια.
2. Σύμφωνα με την αρχιερατική προσευχή του Χριστού, η ενότητα των μαθητών Του εδραιώνεται στη θεωρία της δόξας του. «Εγώ την δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εσμέν» (Ιωαν. 17, 22). Η νηστεία, λοιπόν, είναι μέσο με το οποίο βιώνουμε την ενότητα της Εκκλησίας, στον βαθμό που η άσκησή της ελκύει τη Χάρη του Θεού.
Σύμφωνα με τον λόγο του Χριστού, αιτία της νηστείας είναι η απώλεια του Νυμφίου Χριστού: «ελεύσονται δε ημέραι, όταν απαρθή απ’ αυτών ο νυμφίος και τότε νηστεύσουσιν» (Ματθ. 9, 15). Αλλά επίσης, κατά τον Απ. Παύλο, η εγκράτεια -πτυχή της οποίας είναι η τροφική νηστεία- είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22). Οπότε, η ελευθερία από τις τροφές είναι άσκηση στην περίοδο που «αναζητείται» ο Νυμφίος και φυσική κατάσταση, όταν το Πνεύμα Του σκηνώνει στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η πορεία απ’ την αναζήτηση του Νυμφίου μέχρι την είσοδό του στην καρδιά, είναι πορεία από τη διαίρεση του κατακερματισμένου κόσμου στην ενότητα του «ίνα ώσιν εν καθώς ημείς» της Αρχιερατικής προσευχής του Χριστού.
Η Ορθόδοξη νηστεία, λοιπόν, είναι ένα εκκλησιαστικό έργο που σφυρηλατεί την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη βιβλιοθήκη «Πορφυρογέννητος» της Αποστολικής Διακονίας