Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμία

Διερχόμεθα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, κατά την οποία παλαιά γινόταν από την Παλαιά Διαθήκη η εντατική Κατήχηση των πορευομένων προς το βάπτισμα, που γινόταν την Κυριακή του Πάσχα.

Η Γένεση είναι το πρώτο βιβλίο στη σειρά του Κανόνος των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. Eχει πενήντα κεφάλαια το βιβλίο αυτό. Χωρίζεται δε το βιβλίο σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος το αποτελούν τα έντεκα πρώτα κεφάλαια και το δεύτερο μέρος το αποτελούν τα υπόλοιπα κεφάλαια. Πολύ σημαντικό για όλη τη θεολογία μας είναι το πρώτο μέρος, τα πρώτα έντεκα κεφάλαια, γιατί περιέχουν την προϊστορία της ανθρωπότητας ολοκλήρου, ενώ από το δεύτερο μέρος αρχίζει η ιστορία του Ισραήλ, που ο Θεός εδιάλεξε για να εργαστεί από το έθνος αυτό τη σωτηρία όλων των εθνών.

Το πρώτο, λοιπόν, μέρος του βιβλίου της Γένεσης, ομιλεί για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου (κ. 1-2). Ολη η φύση, όλα τα όντα που μας περιβάλλουν, που τα λέμε με μια λέξη «κόσμο», γιατί είναι κόσμημα, όλα αυτά δεν έγιναν μόνα τους, αλλά είναι δημιουργία του παντοδυνάμου Θεού. Με τη δημιουργία του κόσμου λοιπόν αρχίζει η Γένεση, γι᾽ αυτό και καλείται έτσι το βιβλίο αυτό. Γιατί «Γένεση» σημαίνει «δημιουργία». Ο Θεός είναι ο «ποιητής ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων», όπως το ομολογούμε στο «Πιστεύω» μας. Τη δημιουργία του κόσμου η Γένεση την παριστάνει ότι έγινε σε έξι ημέρες και την εβδόμη ημέρα ο Θεός αναπαύτηκε (κ. 1). Αλλά ο Θεός δεν κουράζεται και δεν έχει ανάγκη από ανάπαυση. Εχει ειδικό λόγο η Γένεση, που γράφει για τη δημιουργία του κόσμου σε έξι ημέρες. Θέλει να τονίσει στους εξόριστους στη Βαβυλώνα Ιουδαίους, να τηρούν την αργία του Σαββάτου και να μη φθαρούν με τα ειδωλολατρικά ήθη των Βαβυλωνίων. Η αλήθεια,όμως, είναι ότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη από χρόνο για να κάνει ένα έργο. Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος έγινε αμέσως. Ο Θεός «είπε και εγεννήθησαν»! Οπως μας το λέει ο Μέγας Βασίλειος στην Εξαήμερό του, ο Θεός κατέβαλε τα σπέρματα δημιουργίας και αυτά έπειτα έγιναν τα διάφορα είδη του σύμπαντος. Λέγει ο άγιος: «Εκάστου γένους τας απαρχάς νυν, οιονεί σπέρματά τινα της φύσεως προβληθήναι κελεύει• το δε πλήθος αυτώ εν τη μετά ταύτα διαδοχή ταμιεύεται, όταν αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι δέη» (MPG. 29,149C).

Τη δημιουργία, αδελφοί, όλο τον κόσμο γύρω μας, πρέπει να τον βλέπουμε με θαυμασμό και να δοξάζουμε από αυτόν τον παντοδύναμο και πάνσοφο Δημιουργό μας. Αυτόν τον θαυμασμό εκφράζει ο 103ος ψαλμός, που διαβάζουμε στην αρχή του Εσπερινού, ο γνωστός ως «προοιμιακός» ψαλμός. Ενατενίζοντας τα θαυμαστά έργα της δημιουργίας, ο ψαλμωδός του ψαλμού αυτού ξεσπά τελικά και λέγει προς τον Δημιουργό Θεό: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας» (στιχ. 24)!

Ανώτερο από όλα τα δημιουργήματα είναι ο άνθρωπος. Και είναι ο άνθρωπος ανώτερος από όλα τα δημιουργήματα, γιατί, όπως ωραία μας το λέει η Γένεση, δημιουργήθηκε «κατ᾽ εικόνα και καθ᾽ ομοίωσιν Θεού» (1,26). Αλλά εδώ, αδελφοί μου, θέλω να σας κάνω ένα ερώτημα: Πως εμείς οι άνθρωποι είμαστε «κατ᾽ εικόνα Θεού», αφού εμείς έχουμε σώμα, ο δε Θεός δεν έχει σώμα; Για να πούμε ακριβώς ότι ο άνθρωπος είναι εικόνα Θεού, πρέπει να νοήσουμε Θεό με σώμα! Ναί, έτσι είναι. Και Αυτός ο Θεός είναι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, που σαρκώθηκε! Ο άνθρωπος, λοιπόν, για να το πούμε σωστά και ακριβώς, δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Χριστού. Αυτό το λέγουν και το τονίζουν πολύ οι άγιοι Πατέρες*.

Η Γένεση, αναφερόμενη στη δημιουργία του ανθρώπου, λέγει: «Εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ᾽ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν» (1,27). Προσέξτε ακριβώς, χριστιανοί μου, τι λέει το πολύ σπουδαίο αυτό χωρίο. Λέει ότι ο Θεός έκανε τον άνθρωπο κατά την εικόνα άλλου Θεού. Το χωρίο αυτό της Γένεσης, ομιλεί για δεύτερο θείο Πρόσωπο, κατά την εικόνα του Οποίου ο Θεός έκανε τον άνθρωπο. Βεβαίως! Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο κατά την εικόνα του Θεού Υιού Του, που επρόκειτο να ενανθρωπήσει! Ο άνθρωπος είναι εικόνα του Ιησού Χριστού! Ο άνθρωπος, λοιπόν, έχει θείο στοιχείο μέσα του, γιατί είναι πλασμένος κατά την εικόνα του Θεού και γι᾽ αυτό η ψυχή του στρέφεται προς Αυτόν. Στρέφεται προς το πρωτότυπο της εικόνας του. Το φυσικό και το «νορμάλ» του ανθρώπου είναι το να θρησκεύει, το να προσεύχεται στον Θεό.

Παρά,όμως, το ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού, δεν δημιουργήθηκε τέλειος. Με το «κατ᾽ εικόνα» που έλαβε, πήρε θεϊκά χαρίσματα για να γίνει τέλειος. Αλλά έπρεπε να περάσει από κάποια άσκηση για την τελειότητά του. Η άσκηση είναι η εντολή που του έδωσε ο Θεός να μην φάγει από το «δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού». Η ονομασία του δένδρου αυτού είναι από αυτό που έγινε αργότερα στον άνθρωπο, όταν έφαγε τον καρπό του δένδρου. Ο άνθρωπος τότε, για την παράβασή του, ενώ ήταν καλός, έγινε κακός. Μαζί με το καλό που γνώριζε μόνο πρώτα, τώρα γνώρισε και το κακό. Γι᾽ αυτό και το δένδρο έλαβε αυτή την ονομασία. Αλλά, αν ο άνθρωπος δεν έτρωγε από αυτό το απηγορευμένο δένδρο, θα του έδινε ο Θεός να φάγει τους καρπούς άλλου δένδρου και θα ζούσε για πάντα. Γι᾽ αυτό και το άλλο αυτό δένδρο λεγόταν «δένδρο ζωής».

Στα κεφάλαια περί δημιουργίας, το βιβλίο «Γένεσις» μας λέει και για την πλάση της γυναίκας. Εγινε με την επέμβαση του Θεού από την πλευρά του ανδρός (2,18 εξ.). Εγινε από την πλευρά του, για να του είναι αγαπητή και βοηθός στα έργα του. Εδώ τώρα θεσπίζει ο Θεός τον γάμο του άνδρα με τη γυναίκα μέσα στον παράδεισο, στον τόπο, δηλαδή, της παρουσίας του Θεού (2,24). Οπως όμως λέγουν οι άγιοι Πατέρες, αυτός ο παραδείσιος γάμος δεν θα ήταν όπως είναι σήμερα ο γάμος έξω από τον παράδεισο. Ο παραδείσιος γάμος θα γινόταν χωρίς οι πρωτόπλαστοι να χάσουν την παρθενία τους. Η κατάστασή τους θα ήταν πάλι σε πλήρη αθωότητα. Αυτό το υπαινίσσεται η Γένεση, λέγοντας στο τέλος της δημιουργίας για τους πρωτόπλαστους, ότι ήσαν και «οι δύο γυμνοί, ο τε Αδάμ και η γυνή αυτού, και ουκ ησχύνοντο» (2,25).

 

* Βλ. το βιβλίο JeanClaudeLarchet, Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, τομ. Α’, Εκδοσις Αποστ. Διακονίας.