Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Κάθε χρόνο η 25η Μαρτίου δεν σηματοδοτεί μόνο μια επέτειο - σταθμό του Ελληνικού Εθνους, που προβάλλει ένα αξιοθαύμαστο στην παγκόσμια ιστορία γεγονός: Την αναγέννηση της Ελλάδας σαν τον μυθικό Φοίνικα, μέσα από τα αποκαΐδια και την «τέφρα» μιας μακραίωνης δουλείας υπό τον οθωμανικό ζυγό. Δίνει ακόμη αφορμή εθνικής περισυλλογής γύρω από τους παράγοντες που οδήγησαν στα θαύμα. Προβληματίζει και διδάσκει. Κυρίως όμως αποτελεί ευκαιρία «απογραφής» της κληρονομιάς που παραλάβαμε από τους προπάτορές μας, οι οποίοι θυσιάστηκαν, για να μας παραδώσουν την Ελλάδα, όπως ακριβώς την παρέλαβαν. Μια Ελλάδα γεμάτη Χριστό και αγάπη για την Πατρίδα, που έσφυζε από ζωή, διότι την «άρδευε» η «φλέβα» της πολυτεκνίας, η οποία γέμιζε τις αυλές των σπιτιών με τα «άνθη» και τους «βλαστούς» του θαλερού «δένδρου» του Εθνους, που κουβαλάει τους «χυμούς» του από τα βάθη της ιστορίας. Ετσι δημιούργησαν οι προπάτορές μας την Ελλάδα που μας κληροδότησαν. Ηταν η Ελλάδα που έβγαζε πλούτο ακόμη και μέσα από τη φτώχεια της. Η Ελλάδα, η οποία κι’ όταν ακόμη πεινούσε, δεν πούλαγε ποτέ τα «χρυσαφικά» της.

Η εθνική κληρονομιά και η διαχείρισή της

Κληρονομιά μας, λοιπόν, η παραδοσιακή Ελλάδα, που την είδαμε να εξαφανίζεται βαθμιαία από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν, αφού τη διαχειριστήκαμε σπάταλα, αρχίζοντας να σκορπάμε δεξιά και αριστερά τον πλούτο της, σαν τον άσωτο υιό της παραβολής. Πρώτα πετάξαμε σαν «παλιατζούρα» από την εκπαίδευση τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, αποκόπτοντας έτσι τα Ελληνόπουλα από τις ρίζες της γλώσσας μας. Ακολούθησε η επιδρομή εναντίον της ελληνικής οικογένειας σε πρώτη φάση, με την αδιαφορία μας για την επιβίωσή της, που επλήττετο από την ατεκνία ή την ολιγοτεκνία και στη συνέχεια με την πλήρη αποδόμησή της, αφού με διάφορες θεσμικές παρεμβάσεις, αντικαταστήσαμε τον προαιώνιο θεσμό του γάμου με τα σύμφωνα συμβίωσης ακόμη και μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών. Δεν μείναμε όμως εκεί.

«Χώσαμε» βαθειά το «χέρι» στο «θησαυροφυλάκιο», απαλλοτριώνοντας τα πιο πανάκριβα στοιχεία του, που κράτησαν όρθιο τον Ελληνισμό στις πιο δύσκολες στιγμές της ιστορίας του: «Βγάλαμε στο σφυρί» τη Θρησκεία και την Πατρίδα. Πρώτα κηρύξαμε τον πόλεμο κατά της Ορθοδοξίας, με την εκτεταμένη καλλιέργεια της αθεΐας μεσα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Υστερα βάλαμε μπροστά την «μπουλντόζα» του εκσυγχρονισμού, για να «γκρεμίσουμε» με αυτήν τις έννοιες της «Πατρίδας» και του «Εθνους», ως ασυμβίβαστες με τις επιταγές της διεθνούς αλληλεγγύης μεταξύ των λαών.

Στο πλαίσιο αυτό, ήλθε ως φυσικό επακόλουθο η αναθεώρηση της διδασκαλίας της ιστορίας, μέσα από την οποία οι μαθητές γαλουχούνται με την ιδέα ότι αυτοί που τους δοξάζουμε σήμερα ως ήρωες (Κολοκοτρώνης, Παύλος Μελάς κ.ά.), ήσαν στην ουσία «τζιχαντιστές» της εποχής τους! Η άσωτη διαχείριση της εθνικής μας κληρονομιάς, συνδυάσθηκε με την οικονομική κρίση που έπληξε την Ελλάδα και είχε ως συνέπεια την «υποθήκευση» δια των μνημονίων των πλουτοπαραγωγικών της πηγών, από τους δήθεν φιλεύσπλαχνους Ευρωπαίους εταίρους μας, που έσπευσαν να βοηθήσουν τη δεινώς δοκιμαζόμενη από την κρίση σύμμαχό τους.

Μόλις που χρειάζεται να τονιστεί ότι η σχετική οικονομική κρίση δεν προέκυψε ασφαλώς ως «κεραυνός εν αιθρία», αλλά προγραμματίστηκε μεδοθευμένα από εκείνους που επεδίωκαν την εξαθλίωση του ελληνικού λαού, ώστε να μην αντιδράσει στα σχέδια της αλλοτρίωσής του.

Εν πάση περιπτώσει, η οικονομική κρίση είχε και μια άλλη σοβαρή παράμετρο, που εναρμονίζεται πλήρως με την επιδιωχθείσα χρεωκοπία της Ελλάδας: Διευκόλυνε τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων νέων επιστημόνων στο εξωτερικό και αντ’ αυτών, την έλευση και εγκατάσταση στην Ελλάδα εκατομμυρίων μουσουλμάνων λαθρομεταναστών, ώστε να είναι προφανής πια ο στόχος της αντικατάστασης του ελληνικού πληθυσμού από νέους εποίκους, που δεν έχουν καμιά φυλετική σχέση με τους γηγενείς κληρονόμους της Εθνεγερσίας.

Στη… χύτρα

Με αυτά τα δεδομένα, ουδεμία έκπληξη προκαλούν οι πρόσφατες δηλώσεις  του επιτελικού στελέχους της Νέας Τάξης και «ευαγγελιστή» της Παγκοσμιοποίησης, Τζόρτζ Σόρος, που έγιναν πρωτοσέλιδα ορισμένων ελληνικών εφημερίδων, δια των οποίων προανήγγειλε ότι το 2020 δεν θα υπάρχει Ελλάδα!

Εάν συνειδητοποιήσει κάποιος ότι ο κ. Σόρος τις σχετικές δηλώσεις του δεν τις έκανε με την ιδιότητα κάποιου που παίζει τυχερά παίγνια (Προ-Πο, Τζόκερ, Λόττο κλπ.), αλλά με την ιδιότητα κορυφαίου στελέχους που συμμετέχει στην ομάδα εκείνων, οι οποίοι σχεδιάζουν και διαμορφώνουν σε βάρος των λαών τα διάφορα παιχνίδια στη «σκακιέρα» των μεγάλων, εύκολα θα αντιληφθεί ότι η σχετική δήλωση του κ. Σόρος δεν έχει προγνωστικό, αλλά προειδοποιητικό χαρακτήρα.

Πάντως, προ των συγκλονιστικών αυτών δηλώσεων του κ. Σόρος, που θα έπρεπε να σημάνουν «κόκκινο συναγερμό» και να μας ανεβάσουν όλους, άρχοντες και αρχόμενους, στις επάλξεις των τειχών της «Βασιλεύουσσας», για να υπερασπιστούμε την κληρονομιά της Εθνεγερσίας, τίθενται δύο πολύ σπουδαία ερωτήματα:

Πρώτον, από που γνωρίζει ο κ. Σόρος, με χρονική ακρίβεια μάλιστα Ληξιάρχου που συντάσσει σχετικές πράξεις θανάτου, ότι «το 2020 δεν θα υπάρχει Ελλάδα»;

Και δεύτερον. Εάν δεν υπάρχει Ελλάδα το 2020, τότε, τι θα υπάρχει στη θέση της; Ασφαλώς ο «πολτός» που έχει αρχίσει να παρασκευάζει στη χώρα η παγκοσμιοποίηση, δηλ. η... Μαρμελ(λ)άδα. Διότι, τι άλλο μπορεί να είναι μια Ελλάδα χωρίς Ελληνες και χωρίς το τρίπτυχο «Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια», για το οποίο αγωνίστηκαν οι προπάτορές μας κατά την Εθνεγερσία και το οποίο μας άφησαν ως πολύτιμη παρακαταθήκη για την επιβίωση του Ελληνισμού;

Οσοι τιμούμε την κληρονομιά που μας άφησε η Εθνεγερσία και θέλουμε να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού, ώστε να μη γίνουμε ο «πολτός», στον οποίο επιδιώκουν να μας μεταμορφώσουν αυτοί που επιδιώκουν να εξαφανίσουν το Ελληνικό Εθνος, έχουμε εθνικό, αλλά και συνταγματικό χρέος, που απορρέει από το άρ. 120 παρ. 4 του Συντάγματος, αφού πρώτα αφυπνισθούμε από τον λήθαργο της οκονομικής κρίσης και συνειδητοποιήσουμε το αληθινό διακύβευμα, να αντισταθούμε με κάθε νόμιμο μέσο στην Ελλάδα που πάνε να διαμορφώσουν σήμερα αυτοί που μας κυβερνούν, σε συνεργασία ή πάντως σε συγκλίνουσα δράση με εκείνους που έχουν ήδη βάλει τη «χύτρα» στη φωτιά και περιμένουν να απολαύσουν την Μαρμελ(λ)άδα που ετοιμάζουν.