Tου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ
Ο Ιησούς Χριστός πέθανε ως άνθρωπος επί του Σταυρού επί Ποντίου Πιλάτου και τάφηκε στον «καινόν τάφον» του από Αριμαθαίας Ιωσήφ. Αλλά η αγάπη είναι ισχυρότερη από τον θάνατο και ο Θεός ανέστησε τον άνθρωπο από του τάφου και ο θεάνθρωπος επανήλθε στον κόσμο. Και, αφού για τεσσαράκοντα μέρες εξακολούθησε «οπτανόμενος» (Πράξεων α’, 3) στους μαθητές Του και προετοιμάζοντάς τους για το μέλλον, ανελήφθηκε την τεσσαρακοστή μέρα επί του Ορους των ελαιών στους ουρανούς και «νεφέλη υπέλαβεν Αυτόν» από των οφθαλμών των κατάπληκτων μαθητών, που δέχθηκαν γονυπετώς την τελευταία ευλογία Του.
Ιδού το κορύφωμα της έξαρσης της ανθρώπινης αξίας στην Αγίας Γραφή. Με τον Ιησού Χριστό ο άνθρωπος υπερνικά τον θάνατο και ανέρχεται στον ουρανό και, σύμφωνα προς τη βιβλική διδασκαλία, «καθέζεται εκ δεξιών του Πατρός»! Και, όπως θαυμάσια είπε ο Ιερός Χρυσόστομος, «είδον Αρχάγγελοι ο πάλαι επεθύμουν, την φύσιν την ημετέραν από του θρόνου αστράπτουσαν του βασιλικού, δόξη και κάλλει στίλβουσαν αθανάτω (Ιωάννου Χρυστόμου, Ομιλία εις την Ανάληψιν του Ιησού Χριστού, PG 50, 448). Διότι είπε ο Θεός, κατά το ψαλμικό, «Κάθου εκ δεξιών μου» προς την φύσιν εκείνην την ακούσασαν άλλοτε το «Γη ει και εις γην απελεύσει» (Γενέσεως γ’, 19).
Το γεγονός της Αναλήψεως ερμηνεύει και ο άγιος Λέων, προσθέτοντας: «Η του Χριστού Ανάληψις ημετέρα προαγωγή εστιν, και όπου προεπορεύθη η της κεφαλής δόξα, εκεί καλείται και η του σώματος ελπίς».
Στην Ανάσταση του Χριστού και στην Ανάληψή Του βλέπουμε όχι μόνον την ψυχή, αλλά και το σώμα το ανθρώπινο να δοξάζεται και να τιμάται. Και πολύ δίκαια, διότι το ανθρώπινο σώμα είναι το πολύτιμο σκεύος, εντός του οποίου φυλάσσεται η θεία «εικών» του Πλάστου, κατοικεί η πνοή του Θεού. Είναι το σκεύος, για την πλάση του οποίου έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα ο Θεός, κατά την βιβλική διδασκαλία. Και αυτό χρησιμεύει ως το απαραίτητο όργανο, με το οποίο η πνευματική ψυχή εκδηλώνεται στον κόσμο και πραγματοποιεί τον σκοπό, για τον οποίο δημιουργήθηκε, δηλαδή τη βαθμιαία σχετική Θέωση και με αυτή τη δόξα του Δημιουργού.
Η ιερή Βίβλος και σ’ άλλες περιπτώσεις εκδηλώνει την εκτίμησή της προς το ανθρώπινο σώμα, χάριν του οποίου απαιτεί σεβασμό και ευλαβή φροντίδα. Στην Παλαιά Διαθήκη έχουμε την ρητή απαγόρευση του φόνου τόσον στον μωσαϊκό Δεκάλογο, όσο και σε μία προγενέστερη απειλητικότατη δήλωση του Θεού προς τον Νώε, ότι «ο εκχέων αίμα ανθρώπου, αντί του αίματος αυτού εκχυθήσεται» (Γενέσεως θ’, 6) και, ακόμη πολύ προηγουμένως, στην τρομερή εκείνη κατάρα του Θεού προς τον αδελφοκτόνο Κάιν. Επί πλέον δε στις διατάξεις του Λευιτικού, αυστηρά απαγορεύεται στους Εβραίους το να κάνουν «εντομίδας» και «γράμματα στικτά» στα σώματά τους και πολύ δίκαια, διότι απαιτείται σεβασμός προς το έργο του Δημιουργού, το οποίον επ’ ουδενί λόγω είναι ανεκτό να ασχημίζει ο άνθρωπος.
Στην Καινή Διαθήκη ο Απόστολος Παύλος προ πάντων, απαιτεί από τους χριστιανούς να σέβωνται τα σώματά τους, τα οποία προτρέπονται να παραστήσουν «Θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ» (Προς Ρωμαίους ιβ’, 1), προφυλάσσοντας αυτά από κάθε μολυσμό, που προέρχεται από την σαρκική, προ παντός, αμαρτία. «Ναόν δε του εν ημίν Αγίου Πνεύματος» (Α’ Προς Κορινθίους. Στ’, 19) και «Ναόν Θεού» (Α’ Προς Κορινθίους γ’, 17) ονομάζει το σώμα των εις Χριστόν βατιτισθέντων ο ίδιος Απόστολος, προωρισμένον για την δόξαν του Θεού: «Δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών» (Α’ Προς Κορινθίους στ’, 20).Και συνιστά, ότι πρέπει ο καθένας να γνωρίζει «το εαυτού σκεύος κτάσθαι εν αγιασμώ και τιμή» (Α’ Προς Θεσσαλονικείς δ’, 4), απειλεί ότι θα ελθει φθορά σ’αυτούς που φθείρουν το σώμα: «Ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός» (Α’ Προς Κορινθίους γ’, 17).
Ακόμη, η Ιερή Βίβλος και ίδια η Καινή Διαθήκη κηρύσσει τη μέλλουσα καθολική ανάσταση των ανθρώπινων σωμάτων, με νέα μορφή άφθαρτη και ανώτερη από τις σημερινές συνθήκες της ζωής, ώστε ολοκληρωμένος ο Ανθρωπος ν’ απολαύσει τις συνέπειες της διαγωγής του στον κόσμο αυτό.