Αρχική » Ο Λόρδος Ελγιν στη Μακεδονία λέγεται Βλαδίμηρος Σις

Ο Λόρδος Ελγιν στη Μακεδονία λέγεται Βλαδίμηρος Σις

από christina

Γράφει ο Μάρκος Μπόλαρης

Μια σύγχρονη Ελληνική Τραγωδία, παρουσιάστηκε από τον ελληνικό Τύπο στις αρχές του θέρους, αναφερόμενη σε πολύτιμα -μεγάλης ιστορικής αξίας- χειρόγραφα της εποχής της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (που μεταγενέστερα ονομάστηκε από την δυτική ιστοριογραφία Βυζαντινής). Τα  ανεκτίμητα αυτά χειρόγραφα βρέθηκαν σε βιβλιοθήκες Πανεπιστημίων των Ηνωμένων Πολιτειών μετά από έρευνα που οργανωσε και διευθύνει το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Πρόκειται για χειρόγραφα που είχαν αφαιρεθεί – διαρπαγεί με συντεταγμένες ενέργειες του βουλγαρικού στρατού κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου από Πατριαρχικές Σταυροπηγιακες Ιερές Μονές της Μακεδονίας και Θράκης και ιδιαίτερα από τις παλαίφατεςιστορικές Μονές Παναγίας Αχειροποιήτου του Παγγαίου (Εικοσιφοινίσσης) και Τιμίου Προδρόμου Σερρών. Επιστημονικά υπέυθυνος της επιχειρήσεως διαρπαγής των κειμηλίων και χειρογράφων από τα παλαίφατα Μοναστήρια του Οικουμενικού Θρόνου ήταν ο ιστορικός Βλαδίμηρος Σίς, Τσέχος στην καταγωγή, ο οποίος είχε επισκεφτεί προγενέστερα την περιοχή και τα Πατριαρχικά Σταυροπήγια, είχε φιλοξενηθεί σ’ αυτά ως βυζαντινολόγος ιστορικός, είχε ζητήσει πρόσβαση στις βιβλιοθήκες και είχε καταγράψει τον πλούτο των κειμηλίων και χειρογράφων τους.

Το κύριο σώμα των παρανόμως εν καιρώ πολέμου και με χρήση στρατιωτικής βίας αφαιρεθέντων – αρπαγέντων από τον βουλγαρικό στρατό κειμηλίων, καθώς και των περγαμηνών και χαρτώων κωδίκων και χειρογράφων, κατέχεται απο το βουλγαρικό κράτος από τότε μέχρι σήμερα,φυλάσσεται δε στο Ινστιτούτο Σλαβοβυζαντινών Ερευνών «Ιβάν Ντούιτσεφ» στη Σόφια. Είναι κρίσιμο να υπογραμμιστεί ότι η γειτονική σύμμαχος και εταίρος Βουλγαρία, παρά το γεγονός ότι με την διεθνήΣυνθήκη του Νεϊγύ είχε αναλάβει υποχρέωση επιστροφής των αρπαγεντων με χρήση στρατιωτικής βίας κειμηλίων και χειρογράφων, δεν έχει ανταποκριθεί, παρά μόνονμερικώς. Και ενώ το κύριο σώμα των αρπαγέντων χειρογράφων φυλάσσονται στην κρύπτη του Ινστιτούτου Σλαβονυζαντινών Ερευνών της Σόφιας, κατά καιρούς ανακαλύπτονται σταδιακά μεμονωμένα πολύτιμα χειρόγραφα και κώδικες διεσπαρμενα σε Πανεπιστήμια και Βιβλιοθήκες σε Ευρώπη και Αμερική, που προέρχονται απο τις προαναφερθείσες Πατριαρχικές Μονές της Μακεδονίας. Είναι προφανές ότι οι εκτελέσαντεςτηνεντολή αρπαγής και μεταφοράς στρατιωτικοί, ή και ο ίδιος ο επιστημονικός επικεφαλής μετά την διάπραξη του εγκλήματος και την αφαίρεση του πολιτισμικού και ιστορικού αυτού θησαυρού της Ρωμιοσύνης, προέβησαν σε υπεξαιρέσεις κάποιων από τα πολυτιμότερα και σε εν συνεχεία πωλήσεις σε αρχαιοκαπήλους του εξωτερικού.

Από πλευράς τών ιδιοκτητών των αρπαγέντων ανεκτίμητων κειμηλίων και χειρογράφων, που είναι οι Κυρίαρχες Παλαίφατες Πατριαχρικές και Σταυροπηγιακές Μονές Παναγίας Αχειροποιήτου του Παγγαίου, της επικαλουμένης Εικοσιφοινίσσης, του Τιμίου Προδρόμου εν Μενοικίω Ορει των Σερρών, Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας Ξάνθης, καθώς και απότην Ανώτατη Εκκλησιαστική Αρχή στην οποία υπάγονται οι ως άνω Μονές, το Οικουμενικό δηλαδή Πατριαχρείο Κωνσταντινουπόλεως έχει διατυπωθεί επανειλημμένα προς όλες τις κατευθύνσεις το αίτημαεπιστροφής τους, όπως έχει υποχρέωση το βουλγαρικό κράτος με βάση το ΔιεθνέςΔίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες και βέβαια ιδιαίτερα βάσει της Συνθήκης του Νεϊγύ.

Η συζήτηση έχει διεξαχθεί και μεταξύ των κυβερνήσεων των δύο χωρών ανεπίσημα κατά τη διάρκεια τω τελευταίων δέκα χρόνων. Η βουλγαρική πλευρά έχει θέσει χωρίς νομική βάση ένα ζήτημα ανταλλαγής. Δεν είναι μείζον ζήτημα. Κρίνω ότι μπορεί να ικανοποιηθείπροκειμένου να πραγματοποιηθεί η επιστροφή των πολυτίμων χειρογράφων για τη συντήρηση και επιστημονική  τους αξιοποίηση. Ρητέον ότι ο σκοπός της αφαιρέσεώς τους από τις Βιβλιοθήκες των Σταυροπηγίωνήταν η αναζήτηση σ’ αυτά, μέσω επιστημονικής τεκμηρίωσης, των εθνικιστικών επιδιώξεων της Βουλλγαρίας στην Ανατολικής Μακεδονία και τη Θράκη. Επειδή όμως τα χειρόγραφα και τα κειμήλια βοούν και αποδεικνύουν τα αντίθετα, γι’ αυτό και επιλέχθηκε από τους τους βορείους γείτονές μας η πράδοσή τους στην ιστορική λήθη και η παραμονή τους στην κρύπτη του «Ιβάν Ντούιτσεφ».

Τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, μέσα στη δίνη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ευρώπη βίωνε την έξαρση των εθνικισμών, τη διαίρεση, το μίσος, τη δίνη του αδυσώπητου πολέμου. Σήμερα, εκατό χρόνια μετά, η Ευρώπη κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση, σε πορεία ενοποίησης, συνεργασιών, αλληλεγγύης, διαφάνειας.Είναι εποχή που επιβάλλεται να θάψουμε τις σειρήνες του πολέμου και τους δράκους του εθνικισμού. Είναι συνεπώς η ιστορική στιγμή για μιά πράξη συμβολική της φιλίας και της συνεργασίας μεταξύ των δύο λαών και των Εκκλησιών. Οι Μακεδόνες κι οι Θράκες συνεπικουρούμε στο τεκμηριωμένο και βάσιμο αίτηματων Κυριάρχων Μονών που ως ιδιοκτήτες των κειμηλίων και χειρογράφων απαιτούν την επιστροφή τους από τη βουλγαρική Πολιτεία. Η επιστροφή και παράδοσή τους θα είναι πράξη εμβληματικήκαι θα συμβολίζει την ελληνοβουλγαρική φιλία στην Ευρώπη και τον κόσμο.

Το ίδιο ισχύεισυνεπώς και για τους αποκτήσαντες χειρογραφααπό το διεθνές κύκλωμα αρχαιοκαπηλείας – ΠανεπιστήμιαΕυρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών-και συνεπώς έχουν στις βιβλιοθήκες προϊόντα κλεπταποδοχης. Εξ ου και η υποχρέωσή τους με βάση το Διεθνές Δίκαιο, τις Διεθνείς Συμβάσεις και την Ηθική στην οποία μας δεσμεύει ο Πολιτισμός (μπορεί άραγε το Princeton University, το Πανεπιστήμιο της παγκόσμιας αριστείας, να εκθέτει και να χρησιμοποιεί χειρόγραφα που εφθασαν σ’ αυτό μετά απο μία σειρά απεχθών κακουργηματικής τάξης εγκλημάτων;) να τα επιστρέψουν στους νόμιμους προαιώνιους ιδιοκτήτες, τις κυρίαρχες Πατριαρχικές Μονές.

Στο Οικουμενικο Πατριαρχείο οφείλονται συγχαρητήρια κι ευχαριστήρια για την επιτυχία της έρευνας την οποία διεξάγει, έρευνα υπέρ της επιστήμης, της αρχαιολογίας, της ιστοριας, του δικαίου και της δικαιοσυνης.

Για την πλήρη δικαίωση, δηλαδή για την πλήρη επιστροφή των αφαιρεθέντων με χρήση στρατιωτικής βίας κωδίκων, χειρογράφων και κειμηλίων στους νόμιμους ιδιοκτήτες, χρειάζεται συντονισμένος από κοινού αγώνας των Πατριαρχικών Μονών, της Ελληνικής Πολιτείας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Λαού, αφού αυτά αποτελούν σημαίνοντα πολύτιμα στοιχεία και αναπόσπαστο τμήμα και αψευδείς μαρτυρίες της Ιστορικής Του Διαχρονίας.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ