Γράφει ο Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ

Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης

Με τη μελέτη της λαϊκής θρησκευτικότητας και των εκδηλώσεών της ασχολείται, όπως είναι γνωστό, ο κλάδος της «θρησκευτικής λαογραφίας», ο οποίος τις τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει και αναπτύσσεται και στον τόπο μας. Η σχετική βιβλιογραφία έχει ασχοληθεί με πληθώρα εκδηλώσεων της παραδοσιακής θρησκευτικής συμπεριφοράς, οι οποίες συχνά εξέρχονται των ορίων της εκκλησιαστικής τάξης, θέμα με το οποίο έχουμε ήδη ασχοληθεί και σε προηγούμενο άρθρο μας.

Στο γενικό αυτό πλαίσιο, σήμερα θα αναφερθούμε στις περιπτώσεις εθίμων και τελετουργιών που σχετίζονται μεν με την ελληνική παραδοσιακή ζωή, ωστόσο ανήκουν στο γενικότερο πλαίσιο μιας «εξωεκκλησιαστικής» προσπάθειας τελετουργικού χειρισμού του υπερφυσικού. Η τάση αυτή, η οποία για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αδιανόητη, καθώς «δεν υπάρχει σωτηρία έξω από την Εκκλησία», γνωρίζει, ιδίως από το δεύτερο μισό του 20ού αι. και μετά, εξάπλωση σε διάφορες μορφές του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, προκαλώντας αντιπαραθέσεις με την Εκκλησία και τους κληρικούς μας.

Χαρακτηριστική απολύτως είναι η διαχείριση παλαιότερων μορφών παράδοσης, οι οποίες ενώ παλαιότερα δεν μπορούσαν να νοηθούν έξω από το εκκλησιαστικό πνευματικό πλαίσιο, σήμερα, στα πλαίσια του ατομικισμού της εποχής μας, εκλαμβάνονται ως δικαιωματικές μορφές τελετουργικής δράσης πέραν και ερήμην, συχνά, των κληρικών μας. Για παράδειγμα, η διαχείριση ιδιωτικών ναών, ιδιωτικών εικόνων ή σταυρών κ.λπ. που συνδέονται με θαυματουργικές παρεμβάσεις και παραμένουν σε χέρια ιδιωτών, ακόμη και οι προσπάθειες για σχηματισμό ιδιωτικών συλλογών ιερών λειψάνων, που θεωρούνται ιδιαίτερη ευλογία. Ολα αυτά βεβαίως είναι αδιανόητα για την ελληνορθόδοξη παράδοση, κατά την οποία η θεία λατρεία και τα σχετιζόμενα με αυτήν ιερά σεβάσματα και προσκυνήματα τελούνται πάντοτε και αποκλειστικά «εν Εκκλησία», εντός του Σώματος του Χριστού, με δημόσιο, πάγκοινο και «κοινωνικό» χαρακτήρα.

Βάση όλων αυτών των νεωτερισμών αποτελεί η άκρατη εξατομίκευση του ανθρώπου, η έξοδός του από την κοινότητα και το κοινοτικό πλαίσιο, το οποίο αποτυπωνόταν με τη θεία λατρεία και εξαγιαζόταν από την ενοριακή λατρευτική και πνευματική ζωή. Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας όλο και περισσότερο ο άνθρωπος προβάλλεται ως μονάδα, όλο και πιο πολύ καταλύεται η εν κοινωνία σχέση του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του και τον Θεό. Αλλωστε σε αυτό στοχεύει η βασική φιλοσοφία όλης της τεχνολογικά υποστηριζόμενης ηλεκτρονικής επικοινωνίας, οι κάθε είδους δικτυώσεις και επικοινωνιακές δυνατότητες που παρέχουν το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: σε κάθε περίπτωση επικοινωνούν μεμονωμένες και απομονωμένες μονάδες, ποτέ, στις περιπτώσεις αυτές η επικοινωνία και η ανάλογη σχέση δεν είναι «πρόσωπον προς πρόσωπον».

Αυτό όμως, στις πλέον προωθημένες προεκτάσεις του καταλύει την ίδια την έννοια και την υπόσταση της ανθρώπινης κοινωνίας. Καθώς μάλιστα η κοινωνία μας με τον Θεό πρέπει να αντανακλάται στην κοινωνία μεταξύ μας ως προσώπων, η απομόνωση σε αντίστροφη πορεία επιδρά πάνω στις περί Θεού απόψεις των ανθρώπων, οι οποίοι όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται τη σχέση τους με τον Θεό ως μια ιδιωτική -και όχι ως μια κοινωνική και γι’ αυτό και δημόσια- υπόθεση. Και βέβαια, οι αντιδράσεις και οι ενέργειές τους είναι ανάλογες των βασικών αυτών ιδεολογικών γραμμών που βρίσκονται πανταχού παρούσες στη σύγχρονη καθημερινότητά μας.

Απέναντι σε όλα αυτά, μία μόνο λύση υπάρχει: η επιστροφή στα δεδομένα της ελληνορθόδοξης θρησκευτικότητας, η οποία εν προκειμένω ορίζει ότι το Σώμα των πιστών συνέρχεται σε Εκκλησία του Επισκόπου -και κατ’ αντιστοιχία- του ιερέα προϊσταμένου. Χρειάζεται λιγότερος εγωισμός και περισσότερη κατανόηση των βασικών χαρακτηριστικών της παραδόσεως, την οποία συχνά επικαλούμαστε για να δικαιολογήσουμε πράξεις που είναι ριζικά αντίθετες προς την ίδια την ουσία της, στα πλαίσια μιας διαστροφής που παραμορφώνει και καταδικάζει τον άνθρωπο στην αιώνια μοναξιά, δηλαδή στην αιώνια κόλαση.

Σε ιεραρχημένες και πειθαρχημένες κοινότητες ζήσαμε επί αιώνες, κι αν δεν επιστρέψουμε εκεί, αν υποχωρήσουμε στα δυτικοευρωπαϊκά κελεύσματα της απομονωμένης μονάδας, το μέλλον μας διαγράφεται κάτι περισσότερο από αβέβαιο: διαφαίνεται ζοφερό.