Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Η είδηση, που µας έρχεται από το χώρο της άστρο-φυσικής επιστήµης, είναι πράγµατι εντυπωσιακή. Βρέθηκε, λέει, µία τεράστια «µαύρη τρύπα» σε έναν µακρινό Γαλαξία, που είναι 3 εκατοµµύρια φορές µεγαλύτερη από τη Γη! Ο σχολιασµός του γεγονότος αυτού βρίσκεται, εύλογα, στο κέντρο της επιστηµονικής επικαιρότητας. ∆εν είµαι άστρο-φυσικός επιστήµονας και συνεπώς δεν µπορώ να πω, τι ακριβώς σηµαίνει επιστηµονικά η ανακάλυψη αυτή, στην οποία συνέβαλε µάλιστα αποφασιστικά και ένας Ελληνας επιστήµονας.
Η γνώση που έχω επάνω στα σχετικά ζητήµατα είναι στοιχειώδης. Τροφοδοτείται από τη µελέτη κάποιων βιβλίων και από την ενηµέρωση που έχουµε όλοι από τις κατά καιρούς ανακοινώσεις εκ µέρους των ειδικών, µε την ευκαιρία κάποιου εξερευνητικού προγράµµατος ή κάποιας σπουδαίας ανακάλυψης, όπως αυτή που συζητούµε εδώ. Ενώ λοιπόν δεν µπορώ να πω, τι σηµαίνει η ανακάλυψη της «µαύρης τρύπας» στο ∆ιάστηµα, είµαι αντιθέτως σε θέση να πω µε απόλυτη βεβαιότητα, τι δεν µπορεί να σηµαίνει η ανακάλυψη αυτή. Αισθάνοµαι την ανάγκη να το διευκρινίσω αυτό, διότι αµέσως µετά την γνωστοποίηση της σχετικής ανακάλυψης, έσπευσαν µερικοί να τη συνδέσουν µε τη γνωστή θεωρία του Χόκινγκ για τη δηµιουργία του κόσµου, που παρακάµπτει τις θρησκευτικές παραδοχές στο ζήτηµα αυτό και καταλήγει στην άρνηση του Θεού.
Κάποιοι µάλιστα το είπαν απερίφραστα: Η ανακάλυψη αυτής της «µαύρης τρύπας» µας προσφέρει µία πρόσθετη επιστηµονική απόδειξη της ανυπαρξίας του Θεού! Με την επιχειρηµατολογία αυτή βλέπουµε και εδώ την προσπάθεια ορισµένων να χρησιµοποιήσουν ακόµη µία φορά την επιστήµη της άστρο-φυσικής ως «εργαλείο», για να καταρρίψουν την εικόνα του Θεού στους ανθρώπους. Χθες ήταν το πείραµα του Cern της Ελβετίας, που αναζητούσε το «Σωµατίδιο του Θεού». Και αφού δεν το βρήκε, έδωσε λαβή σε πολλούς να συµπεράνουν ότι δεν υπάρχει Θεός, για να µας δώσει το στίγµα του! Το τίποτα δεν µπορεί να αφήσει ίχνη, είπαν. Σήµερα έρχεται η «µαύρη τρύπα», µέσα στην άβυσσο του σκότους της οποίας χάνεται επίσης, σύµφωνα µε τις ίδιες εκτιµήσεις, η παρουσία του Θεού. Ετσι όµως, όπως αναζητούν κάποιοι τον Θεό, δεν πρόκειται να Τον βρουν ποτέ, όχι διότι δεν υπάρχει Θεός, για να τους δώσει το «στίγµα» της παρουσίας Του, αλλά διότι Τον αναζητούν µε εσφαλµένο τρόπο. Οσο µπορεί να πιάσει σήµα ένας δέκτης που βρίσκεται έξω από την µεταδοτική εµβέλεια του ποµπού, άλλο τόσο µπορεί να βρει κάποιος τον Θεό εκεί που τον ψάχνει. Και όπως είναι λάθος να συµπεραίνει κάποιος ότι δεν υπάρχει ποµπός, επειδή δεν έχει «σήµα», άλλο τόσο λάθος είναι να συµπεραίνει ότι δεν υπάρχει Θεός, επειδή δεν βλέπει πουθενά υλικά σηµάδια της παρουσίας Του.
∆εν θα επαναλάβω εδώ όσα διεξοδικώς έχω αναπτύξει σε προγενέστερο άρθρο µου από τις στήλες της «ΚτΟ» για τις δολιότητες της λεγόµενης επισηµονικής αθεΐας. Αρκούµαι µόνο να σηµειώσω µε την ευκαιρία της νέας ανακάλυψης, ότι η πληµµελής συλλογιστική, µε την οποία οδηγείται κάποιος στην άρνηση του Θεού, δίπλα στη «µαύρη τρύπα» του Σύµπαντος προσθέτει και µία άλλη ακόµη «µαύρη τρύπα». Οχι στο Απειρο, αλλά στον δικό µας περατό κόσµο.
Είναι η «τρύπα» που απωθεί στα ενδότερα τους σκότους της, όλες τις γήινες ανεπάρκειες και όλα τα συµβατικά µας αδιέξοδα. Αυτή που «τραβάει» µέσα της τον ορθό λόγο, όταν τον βλέπει να µετατρέπεται σε παραλογισµό. Οταν παρακολουθεί τα πλάσµατα να ερευνούν τον Πλάστη τους. Και µάλιστα µε αναίδεια, αφού απαιτούν από Αυτόν να παραιτηθεί από την πνευµατική Του Υπόσταση και να γίνει ύλη, για να τους φανερωθεί. Οχι όπως Εκείνος κρίνει, αλλά όπως οι ερευνητές θέλουν, ώστε να Τον πιστέψουν. Είναι η ίδια µαύρη, κατάµαυρη «τρύπα» που γίνεται «χωνευτήρι» της επιστήµης, όταν αυτή δεν αναλώνεται στα γνωστικά της όρια, αλλά τα υπερβαίνει, καθώς επιχειρεί να εξέλθει από την «τροχιά» της, για να «διεµβολίσει» µια άλλη σφαίρα, τη σφαίρα της Μεταφυσικής, στην οποία δεσπόζει ο Βασιλιάς της, δηλ. ο Θεός. Και αυτό µόνο και µόνον, επειδή κάποιοι, στο µίσος τους για τον Θεό, σκέφτηκαν να χρησιµοποιήσουν την επιστήµη ως «ψευδοµάρτυρα», για να επιµαρτυρήσει την αθεΐα τους και να «παγιδεύσουν» έτσι σε αυτήν όσους καταφέρνουν να παραπλανήσουν και να τους πείσουν να δεχθούν ως αληθείς τις ψευδείς «µαρτυρίες» της επιστήµης. Στον διάλογο της Επιστήµης µε την Μεταφυσική κάποιοι, σκόπιµα ή από άγνοια, συγχέουν τα πράγµατα, παρεµβάλλοντας τη γνωστή προτροπή «πίστευε και µη ερεύνα», που φαίνεται να απευθύνεται από την χριστιανική διδασκαλία στην επιστήµη. Ουδέν ανακριβέστερον τούτου.
Η προτροπή αυτή δεν είναι για την επιστήµη. Αποστολή της επιστήµης είναι η έρευνα. Εχει λοιπόν χρέος η επιστήµη να ασχολείται µε αυτήν. Να ερευνά, για να καλυτερέψει τη ζωή των ανθρώπων. Και φυσικά να πιστεύει στα πορίσµατα των ερευνών της και να τα υπερασπίζεται, εφ’ όσον αυτά «σφυρηλατήθηκαν» µε τα γνωστικά της «εργαλεία». Αρκεί να µην ψεύδεται κάνοντας κατάχρηση της αυθεντίας που την περιβάλλει. ∆ιότι τότε δεν ανακαλύπτει, αλλά δηµιουργεί «µαύρες τρύπες», µέσα στις οποίες χάνεται η αξιοπιστία της. Την πίστη χωρίς έρευνα τη ζητάει ο Θεός µόνον από εκείνους που Τον δέχονται. Που Τον είδαν στο Πρόσωπο του Κυρίου Ηµών Ιησού Χριστού. Του ενανθρωπίσαντος Υιού και Λόγου του Θεού, ο οποίος επωµίσθη το Σχέδιο της Θείας Οικονοµίας και δέχθηκε διά της Σταυρικής Του Θυσίας να λυτρώσει τους ανθρώπους από τον θάνατο της αµαρτίας. Πίστη απαιτείται µόνον από όλους αυτούς που είδαν και θαύµασαν το Θεϊκό Μεγαλείο του Χριστού. Που τον είδαν, όχι σαν κάποιο πρωταγωνιστή ενός µύθου, αλλά ως ένα ιστορικό Πρόσωπο, να θεραπεύει τυφλούς, λεπρούς και παραλύτους. Να ανασταίνει νεκρούς. Και τέλος να ανασταίνεται ως Θεός και ο ίδιος, αφού προηγουµένως είχε πεθάνει ως Ανθρωπος επάνω στον Σταυρό. Τι να ψάξεις ύστερα από όλα αυτά; Και όµως κάποιοι, όπως τότε, έτσι και σήµερα δεν ψάχνουν απλά. Αµφισβητούν.
Είναι όλοι εκείνοι που κουβαλάνε µέσα τους την απιστία του Θωµά, ο οποίος, αν και είχε ζήσει δίπλα στον Χριστό ως Μαθητής Του, ήθελε να ψηλαφίσει, για να πιστέψει ότι αναστήθηκε. Κάποιοι άλλοι ακόµη κι αν ψηλαφίσουν, δεν θα πιστέψουν ποτέ, διότι το πνεύµα του πονηρού έχει δηλητηριάσει τη σκέψη τους. Ολους αυτούς τους «φωτογραφίζει» ο Χριστός στην παραβολή του Λαζάρου και του Πλουσίου, όταν ο τελευταίος παρακαλεί να σταλεί στους αδελφούς του στη γη ένας αγγελιαφόρος που θα αναστηθεί εκ νεκρών, για να τους πείσει να µετανοήσουν. ∆εν θα τον πιστέψουν ούτε και αυτόν, διότι θα πουν ότι δεν πέθανε ποτέ, αλλά ήταν κάπου εξφανισµένος και γύρισε!
Για εκείνους και για µας ιδιαίτερη αξία έχει ο λόγος του Αποστόλου Παύλου, που ορίζει την πίστη ως «ελπιζοµένων υπόσταση» και ως «έλεγχο πραγµάτων ου βλεποµένων» (Εβρ. ια 1).Οσοι λοιπόν βαυκαλίζοντες και βαυκαλιζόµενοι µε την επιστηµονική αθεΐα δεν θέλουν ή δεν µπορούν να δουν το εκτυφλωτικό Φως της Θεογνωσίας που εκπέµπει ο Χριστός, ας µείνουν µε τις «µαύρες τρύπες» στη ζωή και στις πεποιθήσεις τους. Αλλωστε οι «τρύπες» αυτές είναι ο πιο κατάλληλος χώρος για να φιλοξενηθούν οι ψευδαισθήσεις τους. Τον Θεό πάντως είναι ουτοπικό να θέλουν να τον εξαφανίσουν στο σκοτάδι µιας «µαύρης τρύπας». Ο Ηλιος της ∆ικαιοσύνης δεν χωράει σε «τρύπες». Είναι έξω και πάνω από αυτές. Και δεν χάνεται ποτέ, έστω κι αν κάποιες παροδικές «συννεφιές» ή άλλες συγκυρίες προσπαθούν να κρύψουν µερικές φορές το ανέσπερο Φως Του.