Του Χαραλάμπους Μ. Μπούσια,
Μεγάλου Υμνογράφου της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας
Πώς η Θεοτόκος μπορεί να σώζει με τις πρεσβείες της το ανθρώπινο γένος μας; Να, όπως υπάρχουν στα Μοναστήρια μας ακοίμητες κανδήλες, που είναι αναμμένες ημέρα και νύκτα, έτσι υπάρχει και στα διαμερίσματα του ουρανού η ακοίμητη κανδήλα της Θεοτόκου μας. Η Παναγία μας δεν κοιμάται· είναι ακοίμητη κανδήλα πρεσβειών προς το Μονογενή της. Αυτό μας το τονίζει το Κοντάκιο της εορτής της Κοιμήσεώς της: «Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον». Η Παναγία μας βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση ετοιμότητος. Περιμένει να μεταφέρει τις ικεσίες μας στον Υιό της και Θεό μας. Και οι πρεσβείες της αποτελούν την καλύτερη προστασία μας.
Δίκαια λοιπόν ο υμνογράφος την ονομάζει «Προστασίαν των Χριστιανών ακαταίσχυντον». Μας προστατεύει από τις θλίψεις, μας μετασχηματίζει τον πόνο σε χαρά, μας λυτρώνει από τους πειρασμούς, μας διασφαλίζει από τα αιώνια βάσανα. Το γνωρίζουμε αυτό εμείς οι Χριστιανοί, γι’ αυτό και την παρακαλούμε να μας σώσει: «Αντιλαβού μου και ρύσαι των αιωνίων βασάνων», καθένας μας της λέει. Μπορεί η Παναγία μας να μας λυτρώσει. Έχει τον τρόπο της να μας οδηγήσει στην μετάνοια, να μας βοηθήσει να ανεβούμε την κλίμακα των αρετών και να φθάσουμε στην απάθεια. Έχει την δύναμη με την μητρική της παρρησία να κατευνάσει την οργή του Υιού της και Θεού μας, ώστε να γίνει ίλεως και να υπερνικήσει το έλεός Του την δίκαιη Κρίση Του.
Τον Δεκαπενταύγουστο γιορτάζουμε πανηγυρικά την Κοίμηση της Παναγίας μας. Είναι η μητέρα μας, η μητέρα της Ζωής που “μετέστη προς ουρανούς”, για να πρεσβεύει στον Υιό της, να λυτρώσει “εκ θανάτου τας ψυχάς ημών”.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου δεν είναι γιορτή θανάτου, είναι γιορτή χαράς και θριάμβου, γιατί αυτή που κοιμήθηκε είναι η Μητέρα του Ζωδότη μας Ιησού και, όπως λέγει το θεσπέσιο δοξαστικό της εορτής για την κηδεία της, Άγγελοι του Θεού άρπαξαν τους Αγίους Αποστόλους και τους Ιεράρχες και μέσα από νεφέλες τους έφεραν στον ιερό χώρο της Γεθσημανή: “Τη αθανάτω σου κοιμήσει, Θεοτόκε, Μήτηρ της ζωής, νεφέλαι τους Αποστόλους αιθέριους διήρπαζον και κοσμικώς διεσπαρμένους, ομοχώρους παρέστησαν τω αχράντω σου σώματι, ο και κηδεύσαντες σεπτώς, την φωνήν του Γαβριήλ μελωδούντες ανεβόων…”.
Στη γιορτή της Παναγίας μας και εμείς τρέχουμε ως άλλοι Απόστολοι να παρευρεθούμε στην χάρη της. Χαρά, γιορτή, πανηγύρι! Γιατί, όμως; Γιατί όλη αυτή η λαμπρότητα; Έχουμε θάνατο και ο θάνατος ήταν και είναι πάντοτε θλιβερό γεγονός. Από τότε, όμως, που γεύθηκε τον θάνατο ο Υιός του Θεού και Υιός της Παρθένου, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, και ανέστη εκ νεκρών, κατήργησε τον θάνατο για όλο το ανθρώπινο γένος. Όσοι πιστεύουμε στον σταυρωθέντα και αναστάντα Κύριο δεν φοβούμαστε τον θάνατο, γιατί γνωρίζουμε ότι αυτός είναι ένα πέρασμα από τα επίγεια στα ουράνια, από τα πρόσκαιρα στα αιώνια, από τα λυπηρά στα ευχάριστα. Ο αναστημένος, λοιπόν, Ιησούς ήταν φυσικό να ανεβάσει στους ουρανούς και την Μητέρα Του και να της χαρίσει την τιμή και τη δόξα της αιωνιότητας. Στα τροπάρια της Κοιμήσεως της Παναγίας μας ακούμε ότι, ο θάνατός της προμνηστεύεται την ζωή. Αυτή που γέννησε την ζωή, μετέβη στην όντως ζωή, γι’ αυτό και ο θάνατός της ονομάζεται “αθάνατος Κοίμησις”, αφού συνοδεύετει από την ύψωσή της, την ανάσταση και ανάληψή της στους ουρανούς που συνέβη την τρίτη ημέρα. Αν τον Δεκαπενταύγουστο γιορτάζουμε την Κοίμηση της Παναγίας μας πανηγυρικά, πολύ πιο πανηγυρικά θα έπρεπε να γιορτάζουμε την ύψωσή της στους ουρανούς.
Όταν έφθασαν οι Άγιοι Απόστολοι στην Γεσθημανή, ενταφίασαν το πάναγνο σώμα της Θεοτόκου και περίμεναν εκεί τρεις ημέρες, ακούγοντας ακατάπαυσα τους ύμνους και τις μελωδίες των Αγίων Αγγέλων. Την τρίτη ημέρα μετά το άριστο, δηλαδή το επίσημο γεύμα, όταν ύψωναν αρτομερίδιο και έψαλλαν “Μέγα το Όνομα της Αγίας Τριάδος” επεφάνη εμπρός στα έκπληκτα μάτια τους η νεκρή Παναγία μας ως ζώσα στον αέρα κυκλωμένη από νεφέλες και δορυφορουμένη από Αγγέλους και τους είπε: “Χαίρετε, ότι μεθ’ ημών ειμι πάσας τας ημέρας”. Τότε αυτοί μέσα σε βαθιά κατάνυξη ανεκραύγασαν: “Παναγία Θεοτόκε, βοήθει ημίν” και ήσαν σίγουροι ότι σύσσωμος η Θεοτόκος ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς. Έτσι, όταν άνοιξαν τον τάφο έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία είχε όντως αναστηθεί σωματικά και αναληφθεί στους ουρανούς.
Η υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πραγματικός και αλάνθαστος οδηγός, για όσους θέλουν να ανυψώνονται προς τον Θεό. Έργο της έχει να πρεσβεύει στον Τριαδικό Θεό, για όλους τους ανθρώπους. Για εμάς τους Ορθοδόξους η Παναγία μας είναι η “ακαταίσχυντος προστασία και η αμετάθετος προς τον Ποιητή μεσιτεία”. Ας αποθέσουμε, λοιπόν, τις ελπίδες μας προς αυτή και γιορτάζοντες το Πάσχα της, να είμαστε βέβαιοι ότι δεν πρόκειται ποτέ εκείνη να μας καταισχύνει, να μας ντροπιάσει, για τις προσδοκίες και τις ελπίδες μας.