Toυ Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα

Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Η πρόσφατη απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για την καθιέρωση Ημέρας Προστασίας της Αγέννητης Ζωής είναι ασφαλώς αξία πολλών επαίνων. Εχει και αυτή τον συμβολισμό της, όπως όλες οι άλλες σχετικές «Ημέρες» που είναι αφιερωμένες σε διάφορες έννοιες ή αξίες, τις οποίες τιμούμε ή προασπιζόμαστε στη ζωή μας. Ιδιαίτερα στην ευαισθητοποιημένη σε πολλά πράγματα σημερινή κοινωνία. Δεν πρέπει όμως να τρέφουμε αυταπάτες. Καμιά «Ημέρα» δεν υπερβαίνει τον συμβολισμό της. Δεν είναι δηλ. επετειακός χρόνος συγκομιδής συγκεκριμένων αποτελεσμάτων, εκτός εάν βγει κάποιος στον δρόμο και τα μαζέψει, όπως γίνεται λ.χ. με την «Ημέρα της Αγάπης», κατά την οποία διοργανώνεται κάθε χρόνο έρανος από τις Μητροπόλεις λίγο πριν από τις Χριστουγεννιάτικες Εορτές, προς ενίσχυση της φιλοπτώχου αποστολής τους, ώστε να μην πεινάσει κανείς, τουλάχιστον τις Αγιες Ημέρες του Δωδεκαημέρου. Καλοί λοιπόν είναι οι συμβολισμοί, αλλά κάποιες φορές χρειάζεσαι και κάτι χειροπιαστό, που δεν μπορεί να σου το δώσει άμεσα η συντελούμενη σε βάθος χρόνου διεργασία του συμβολισμού της συγκεκριμένης «Ημέρας». Η Εκκλησία στο ζήτημα της προστασίας της αγέννητης ζωής κάνει αναμφισβήτητα πολλά. Και με τον λόγο και με το έργο της. Θα μπορούσε βέβαια να κάνει περισσότερα, εάν ληφθεί υπόψη η σημερινή δυσμενής και για τη χώρα και για το ποίμνιο της Εκκλησίας δημογραφική συγκυρία, που επιδεινώνεται συνεχώς κάθε χρόνο. Για τον λόγο αυτό είναι ανάγκη να καλέσει η Εκκλησία σε «συστράτευση» μαζί της, όλους εκείνους που αποδέχονται τη Ζωή ως Ευλογία του Θεού και αγωνιούν επιπλέον, όπως και εκείνη, για την επιβίωση του Εθνους. Ασχετα πάντως με τα μέτρα που προτίθεται να λάβει η Πολιτεία ή παράλληλα προς αυτά, οφείλει η ίδια η Εκκλησία να τολμήσει ένα δικό της πιο πρωτότυπο και πιο ρηξικέλευθο εγχείρημα από τα συνηθισμένα στο συγκεκριμένο πρόβλημα…

Είχα προτείνει προ διετίας περίπου σε σχετικό άρθρο μου, που δημοσιεύθηκε από τις στήλες της «ΚτΟ» υπό τον τίτλο «ο κυοφορούμενος μεταξύ μαχαίρας και εμβρυουλκού», τη δημιουργία από την Εκκλησία μίας σύγχρονης «Βασιλειάδας», ενός δηλ. συγκροτήματος πολλαπλών συναφών υπηρεσιών, που θα παρέχονται δωρεάν σε όσους συναντούν κάποια στιγμή μπροστά τους τη ζωή σε ένα δύσκολο «σταυροδρόμι» της πορείας τους. Είτε έχουν επιλέξει την οδό του «καιάδα» είτε προβληματίζονται προς τα πού να πορευθούν, η Εκκλησία μπορεί να τους βοηθήσει. Να τους καλέσει με διάφορα καθημερινά μηνύματα από όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα να μιλήσουν πριν από οποιαδήποτε ενέργειά τους με τους ειδικούς επιστήμονες του σχετικού ιδρύματος, το οποίο πρέπει να έχει παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα και δεν θα λέγεται βέβαια «Βασιλειάδα», αλλά θα έχει κάποια άλλη ονομασία που θα του δοθεί, ας πούμε «Κυψέλη», «Κιβωτός» κλπ. Επαναφέρω και σήμερα σχετική πρότασή μου, διευκρινίζοντας ότι η «Βασιλειάδα» πρέπει να είναι ένα πολυ-τμηματικό ίδρυμα με ειδικούς επιστήμονες, στρατευμένους όχι μόνο στην προστασία της αγέννητης ζωής, αλλά και στον γενικότερο οικογενειακό προγραμματισμό νεαρών ζευγαριών, που μοιάζουν πολλές φορές με γεωργούς, οι οποίοι αφήνουν τους σπόρους να σαπίζουν στα πιθάρια, επειδή δεν θέλουν να υποβληθούν στο κόστος ή στον κόπο της καλλιέργειας. Και σε αυτά τα θέματα η «Βασιλειάδα» πρέπει να προσφέρει λύσεις.

Συμβουλευτικά κέντρα πλαισιωμένα με κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, παιδαγωγούς ή άλλους επιστήμονες, είναι το ίδιο απαραίτητα με τα γυναικολογικά-μαιευτικά ή τα παιδιατρικά ιατρεία, αλλά και τους βρεφονηπιακούς σταθμούς. Ολες αυτές οι υπηρεσίες πρέπει να συλλειτουργούν στο ίδιο συγκρότημα με στόχο, όχι μόνο να μην χαθεί πια καμιά ζωή, αλλά και να προωθηθεί η «σπορά» της σε «χέρσα» ή «αδρανή» μέχρι σήμερα «χωράφια». Η δημογραφική «καθίζηση» της Ελλάδος οφείλεται βέβαια πρωτίστως, όπως όλοι γνωρίζουμε, στον μεγάλο αριθμό των εκτρώσεων, που ανέρχονται ετησίως περίπου στις 350.000! Δεν τροφοδοτείται όμως μόνον από τις εκτρώσεις. Πολλά νεαρά ζευγάρια θα ήθελαν να κάνουν, όπως λένε, παιδιά, αλλά δεν το αποφασίζουν, είτε διότι δεν έχουν κάποιους ανθρώπους να τους βοηθήσουν, είτε διότι δεν διαθέτουν τους πόρους που απαιτούνται για την φροντίδα των παιδιών. Η «Βασιλειάδα» μπορεί και πρέπει να έχει λύσεις για όλα αυτά τα θέματα προσφέροντας ανιδιοτελώς κάτι το μοναδικό που λείπει σήμερα από την Ελλάδα. Η Εκκλησία έχει ή μπορεί να βρει τους πόρους (στην ανάγκη και με την διενέργεια ενός ετήσιου εράνου), αλλά και τους ανθρώπους που χρειάζονται για την οικοδόμηση και τη λειτουργία ενός τόσο σπουδαίου ιδρύματος. Ας βγει λοιπόν η ίδια μπροστά και ας σημάνει γενικό προσκλητήριο σε όλους να σπεύσουν να συνδράμουν το έργο της, εφ’ όσον ο σκοπός του είναι ιερός.

Αλλιώς, εάν αποτύχει και αυτή η προσπάθεια, η Εκκλησία δεν θα μπορεί να κάνει τίποτε άλλο πια, παρά να χτυπά πένθιμα τις καμπάνες κάθε μέρα σε όλη την Ελλάδα. Οπως είναι γνωστό, στα χωριά που αποτελούν μια κλειστή κοινωνία, η καμπάνα είναι το μόνο μέσο άμεσης πληροφόρησης των χωριανών για όσα συμβαίνουν γύρω τους και τους απειλούν: Για μια πυρκαγιά που ξέσπασε ξαφνικά ή για κάποιο άλλο κακό που προέκυψε απρόβλεπτα. Οταν μάλιστα πεθάνει κάποιος χωριανός, ο πένθιμος ήχος της καμπάνας «δρασκελίζει» γρήγορα τις αυλές όλων των σπιτιών του χωριού και γίνεται άφωνος κήρυκας της είδησης του χαμού ενός μέλους της μικρής κοινότητας, που θα λείπει πια για πάντα από τα συντελούμενα στο χωριό. Κατά μείζονα λόγο χρειάζεται επομένως ο πένθιμος ήχος της καμπάνας, όταν αργοπεθαίνει ολόκληρη η Ελλάδα. Οταν χάνονται ολόκληρα χωριά και ολόκληρες πόλεις χτυπημένες από την επιδημία των εκτρώσεων, της ατεκνίας ή της ολιγοτεκνίας. Εάν ολιγωρήσουμε τώρα, όσο είναι ακόμη καιρός, σε λίγο δεν θα υπάρχει κανένας για να χτυπήσει την καμπάνα της απώλειας του τελευταίου από εμάς.

Βέβαια ειδικά για την απόφαση της Εκκλησίας που σχετίζεται με την καθιέρωση της «Ημέρας Προστασίας της Αγέννητης Ζωής», δεν έλειψαν τα σκωπτικά σχόλια όλων των λεγομένων «προοδευτικών», οι οποίοι θεωρούν δικαίωμά τους να αποφασίζουν για τη ζωή ή τον θάνατο του κυοφορούμενου! Μιλούν μάλιστα για σκοταδισμό όσων υποστηρίζουν το αντίθετο. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο «φωταδισμός» των «προοδευτικών» προκαλεί. Τώρα όμως δεν έχει απέναντί του κάποιον απλά θεωρητικώς αντιλέγοντα, αλλά την ίδια τη φύση, τη λογική και την δικαιική τάξη. Η ηθική δεν φαίνεται να λέει κάτι στους «φωταδιστές» προοδευτικούς. Για αυτό είναι μάταιο να επικαλείται κάποιος τη δεοντολογία που την διέπει και να επιχειρεί να κάνει διάλογο με ανθρώπους που επιμένουν στην πλάνη τους. Η συμβουλή του Αποστόλου Παύλου, για το τι πρέπει να κάνουμε σε τέτοιες περιπτώσεις «αιρετικών ανθρώπων», είναι η πιο σώφρων λύση. Δεν αξίζει τον κόπο να ασχολείται κανείς μαζί τους.