Γράφει η Βιργινία Χαμουδοπούλου-Κωνσταντινίδου
Ιστορικός
O Παρθενώνας και η Αγία Σοφία ΚΠόλεως είναι τα δύο αντιπροσωπευτικά λατρευτικά οικοδομήματα αφ᾽ενός του Ωραίου, στο οποίο η αρχιτεκτονική τελειότητα είναι δεδομένη, ορατή και ολοκληρωμένη, όπως στον Παρθενώνα, όπου η απόλυτη αρχιτεκτονική και γλυπτική αρμονία, μεταξύ των επί μέρους μελών του, έχει επιτευχθεί. Αφ᾽ετέρου του Υψηλού στην Αγία Σοφία, όπου οι αρχιτέκτονες πέτυχαν την εξαΰλωση της ύλης σε ένα τεράστιο οικοδόμημα, στο οποίο ο πιστός ανυψώνεται προσεγγίζοντας τον Παντοκράτορα Θεό του.
Τα ογκώδη κτήρια των Ανατολικών Λαών, οι Πυραμίδες της Αιγύπτου και τα κολοσσιαία κτίσματα της Αναγεννήσεως μετέχουν του Υψηλού, μετέχοντας όμως με ένα υλιστικό τρόπο, ξένο προς την πνευματικότητα της Βυζ. Αρχιτεκτονικής. Τα ογκώδη αυτά κτήρια επιβάλλονται με τον όγκο τους σχετιζόμενα με το τερατώδες των υλικών δυνάμεων της Φύσεως. Φοβίζουν τον εμβρόντητο άνθρωπο αφαιρώντας του τη δυνατότητα να θέσει σε λειτουργία τις δικές του έμφυτες δυνάμεις. Από την άλλη, ο γοτθικός ρυθμός της Δύσεως, με τα οξυκόρυφα τόξα του, μοιάζει να θέλει να τρυπήσει τον ουρανό, να φθάσει βίαια κοντά στον Θεό, ως να προσπαθεί να αναμετρηθεί μαζί Του.
Η Αγία Σοφία είναι πνευματικότερη στην έκφραση του ύψους. Η δύναμή της είναι τεράστια, αλλά ήρεμη και γαλήνια. Εξαϋλώνει την ύλη χωρίς να φοβίζει την ανθρώπινη ψυχή, που προορισμός της είναι να υψωθεί κοντά στον Θεό της Αγάπης. Η Αγία Σοφία γεννάει το συναίσθημα που έχουμε βλέποντας το αχανές του ωκεανού σε ώρα γαλήνης, ενώ ο γοτθικός ναός το συναίσθημα φόβου κοιτάζοντας το ξέσπασμα της καταιγίδας. Βέβαια και οι δύο αυτοί ρυθμοί θέλουν να αποκαλύψουν την Υπέρτατη Δύναμη που υπάρχει πίσω από τα στοιχεία της Φύσεως. Η έκφρασή τους όμως διαφέρει. Η Βυζαντινή Τέχνη υποβάλλει το Υψηλό με γνώμονα την αξία της θείας Αγάπης. Γι᾽ αυτό και παραμένει γαλήνια.
Αλλά ας δούμε ορισμένα από τα πνευματικά ευρήματα του Υψηλού στον τελειότερο Ναό για την τέλεση της Ορθόδοξης λατρείας ως μυσταγωγίας. Στην Αγία Σοφία.
Το 532 ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565), στη θέση του παλαιού ναού, ανέθεσε την κατασκευή του νέου Ναού της Αγίας Σοφίας στους δύο ελληνικής καταγωγής Αρχιτέκτονες, τον Ανθέμιο από τις Τράλλεις (Αϊδίνιο) της Καρίας και τον Ισίδωρο από τη Μίλητο. Περιοχές με μακραίωνη παράδοση στη θολοδομία. Και οι δύο συνδύαζαν την επιστημονική γνώση γεωμετρίας, αριθμητικής και αστρονομίας με την πρακτική της οικοδομικής τέχνης. Ο Ανθέμιος είχε διδάξει Στερεομετρία και Φυσική στα Πανεπιστήμια της Αλεξάνδρειας και της ΚΠόλεως. Ο Ισίδωρος ήταν επικεφαλής Σχολής που μελετούσε το έργο του Αρχιμήδους και είχε συγγράψει περί ημικυκλικών θόλων, έχοντας μάλιστα ο ίδιος εφεύρει ειδικούς διαβήτες. Οι δύο αυτοί φωτισμένοι επιστήμονες κατόρθωσαν να δώσουν ένα πνευματικό και σύμμετρο είδος Υψηλού, καθώς ήταν οπλισμένοι με τις γνώσεις, ως προς το μέτρο και την τάξη του Ωραίου της κλασικής εποχής. Δέκα αιώνες μετά τον Παρθενώνα θαυματούργησε και πάλι το Ελληνικό Πνεύμα!
Η ηρεμία, η αξιοπρέπεια και η εγκράτεια μεταφέρονται από το κλασικιστικό ιδεώδες, στην αυτοσυγκέντρωση και τον υπερβατικό χαρακτήρα της Βυζ. Τέχνης.
Επειδή η λεπτομερής ανάλυση των αρχιτεκτονικών λύσεων στην Αγία Σοφία θα απαιτούσε προβολή διαφανειών, θα περιοριστούμε στην αναφορά των τριών κύριων παραγόντων, δια των οποίων οι αρχιτέκτονες επέτυχαν να συμπεριλάβουν το άπειρο του Σύμπαντος μέσα στο πεπερασμένο στοιχείο ενός εσωτερικού χώρου:
α) Η διάταξη των χώρων με τις πολυπληθείς και αλλεπάλληλες καμπύλες. Οι θόλοι και τα πολυπληθή τόξα σχηματίζουν μία σκάλα, με μία αυστηρά προσεγμένη κλιμάκωση, με την οποία το βλέμμα ανεβοκατεβαίνει με κορυφή τον κεντρικό πελώριο τρούλλο, που αγκαλιάζει σαν ουρανός τον κεντρικό χώρο του Ναού. Ο τρούλλος αυτός, μαζί με τους 46 θόλους, ημιθόλια και σταυροθόλια, μοιάζουν να μην έχουν υλική υπόσταση, αφού ολόκληρος ο τεκτονικός, ο φέρων οργανισμός (πεσσών, αντηρίδων, στηριγμάτων) παραμένει αθέατος ευρισκόμενος στο εξωτερικό του Ναού. Είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ναός δίνει εξωτερικά την εντύπωση ότι είναι “πνιγμένος” σε μία μάζα κτισμάτων.
Στην εξαΰλωση της ύλης συντείνουν επίσης: η μαρμάρινη πολύχρωμη επένδυση των πεσσών και των τοίχων, όπως και τα μωσαϊκά που λάμπουν και εξαϋλώνουν τους θόλους. Τέλος, το διάτρητο “γλυπτικό κέντημα” των κιονοκράνων αφαιρεί τον όγκο των κιονοκράνων που υποβαστάζουν τεράστια βάρη.
β) Άλλος σπουδαίος παράγοντας εξαϋλώσεως είναι ο φωτισμός. Ο ιστορικός του Ιουστινιανού Προκόπιος στο έργο του «Περί κτισμάτων», γράφει: «Φαίης αν, ουκ έξωθεν καταλάμπεσθαι ηλίω τον χώρον, αλλά την αίγλην εν αυτώ φύεσθαι» (: νομίζεις ότι ο Ναός δεν φωτίζεται από τον ήλιο, αλλά ότι ο φωτισμός του πηγάζει από τον ίδιο το Ναό).
Εκατό περίπου παράθυρα (τα 40 είναι του κεντρικού τρούλλου) φωτίζουν το κέντρο του Ναού. Ο τρούλλος μοιάζει να αιωρείται πάνω από τα 4 σφαιρικά τρίγωνα, αφού στέφει πάμφωτος και ανάερος τον χώρο, όπως ο ουρανός την γη. Στα σφαιρικά τρίγωνα κάτω από τον κεντρικό τρούλλο υπήρχαν εξαπτέρυγα. Ο πάμφωτος τρούλλος, σε συνδυασμό με τα εξαπτέρυγα, δίνει την εντύπωση ότι τα εξαπτέρυγα στηρίζουν τον τρούλλο με τα φτερά τους.
γ) Ο τρίτος παράγοντας είναι η ορθή χρήση της κλίμακας, που εξασφαλίζει την αρμονία του όγκου. Από τον εσωνάρθηκα έως τον κεντρικό τρούλλο υπάρχει μία ομαλή μετάβαση αρχίζοντας με την ανθρώπινη κλίμακα από τις πύλες του εσωνάρθηκα έως την υπερβατική κλίμακα στο κέντρο του Ναού. Αυτό βοηθάει το ανθρώπινο βλέμμα και την ψυχή να φθάνει με ένα αρμονικό, φυσιολογικό τρόπο ομαλά στο κέντρο του τρούλλου, όπως ακριβώς μεθοδικά και ομαλά πρέπει να μυείται ο πιστός στα μυστήρια της θείας Αποκαλύψεως. Αντίθετα, στον Άγιο Πέτρο της Ρώμης όλα είναι τεράστια, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η δύναμη της ύλης και να μην προκαλεί τη συγκλονιστική εντύπωση που προκαλεί η Αγία Σοφία, όπου το σύμμετρο είδος του Υψηλού, από πλευράς κλίμακας, θυμίζει το μέτρο, την ισορροπία και την τάξη του Ωραίου της ελληνικής κλασικής εποχής.
Σε ορισμένα από τα μοναδικά ψηφιδωτά της Αγ. Σοφίας θα αναφερθούμε στο μέρος που θα εκθέσουμε την έκφραση του Υψηλού στην Αγιογραφία.
Οι Τούρκοι τον 17ο αι. έκτισαν, κοντά στην Αγία Σοφία, ένα τέμενος με το όνομα Σουλεϊμάν Αχμέτ Τζαμί, το λεγόμενο “μπλε Τζαμί”, με στόχο να δημιουργήσουν ένα αντίστοιχο λατρευτικό μουσουλμανικό χώρο.
Είναι άσκοπο να προβούμε στη σύγκριση των δύο αυτών, τελείως ανόμοιων, λατρευτικών χώρων.
Θα πούμε μόνον ότι είναι αφελές να θεωρεί κάποιος πως μπορεί να εξαφανίσει την ιστορική Αλήθεια, η οποία είναι πάντα μία.
Μας πόνεσε βαθύτατα η εκ νέου μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί από τον R. T. Erdogan τον Ιούλιο του 2020.
Ωστόσο ο επί αιώνες λεηλατημένος και κατακρεουργημένος Ιερός, χριστιανικός αυτός χώρος χαρίζει και σήμερα, στον ειδήμονα πιστό επισκέπτη του, τη σπάνια να επιτευχθεί εξαΰλωση της ύλης και την υπέροχη βίωση του Υψηλού, μέσα στην αγκαλιά του πάμφωτου κεντρικού τρούλλου, που συμβολίζει τον Ουρανό. Οι Έλληνες Αρχιτέκτονες Ανθέμιος και Ισίδωρος ένωσαν την αρχαία ελληνική Αρχιτεκτονική του μέτρου, της τάξης και της αρμονίας με την Ορθόδοξη πνευματικότητα και Αποκάλυψη. Αυτό δεν αντιγράφεται.
Η κραυγή του Μεγάλου Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α´: «Σε έχω νικήσει, Σολομώντα», όταν βίωσε για πρώτη φορά τη λαμπρότητα του Σύμπαντος μέσα στην Αγία Σοφία, που στην ουσία ήταν δικό του έργο, συμβόλισε την υπεροχή «του δια του Σταυρού πολιτεύματος» επί του Μωσαϊκού νόμου.
Ένα μικρό αφιέρωμα στον Ιουστινιανό Α´ θα προηγηθεί, στο επόμενο Μέρος Γ´ , της αναφοράς μας στην Αγιογραφία.
(Συνεχίζεται)