Αρχική » “Μία ευλογία και μία τιμωρία”

“Μία ευλογία και μία τιμωρία”

από christina

Του Αρχιμ. Φιλίππου Χαμαργιά 

Πρωτοσυγκέλλου της Ι. Μ. Μεσσηνίας

Δύο εικόνες ξεχωρίζουμε στην ευαγγελική περικοπή της Κυριακής ΣΤ΄ Λουκά (Λουκ. η΄ 26-39). Στη μία εικόνα ξεχωρίζει ο άτυχος νέος, ο καταβεβλημένος από την επήρεια του δαιμονίου, ο οποίος από αξιοθρήνητο πλάσμα μεταβάλλεται σε δοχείο της χάριτος του Θεού. Στην άλλη εικόνα οι μέχρι πρότινος απολαμβάνοντες τα έσοδα της παράνομης εκμετάλλευσης των χοίρων, οι των χοίρων πολίται, όπως τους αποκαλεί ο Ωριγένης[1], τώρα δοκιμάζουν την απογοήτευση, μέσα από την απώλεια της αγέλης που ήταν και η περιουσία τους.

Στην πρώτη περίπτωση η συνάντηση με τον Θεό φέρνει τη χαρά, την αναζωογόνηση και τη σωτηρία του ανθρώπου. Βλέπουμε τον νέο εκείνο που είχε γίνει υποχείριο του διαβόλου, που δοκιμαζόταν, που είχε χάσει την ταυτότητά του και την προσωπικότητά του να αναγεννάται. Δεν είναι άλλο πρόσωπο, δεν είναι κλώνος του προηγούμενου ανθρώπου. Είναι ο ίδιος, μόνο που έχει επέλθει μία μεγάλη αλλαγή στη ζωή του. Μέχρι τώρα το μόνο που διέκρινε κάποιος στο πρόσωπο και στη ζωή του δαιμονισμένου νέου ήταν η φθορά και η απώλεια. Ηταν γυμνός σωματικά και ψυχικά. Η ψυχική γύμνια είναι χειρότερη από τη σωματική. Είναι χαμένος, ζει στο σκοτάδι, δεν γνωρίζει το Φως του Χριστού. Δεν έχει επαφή με τον Θεό και με τη διδασκαλία Του. Αρα δεν ξέρει και τι σημαίνει η λέξη “Αγάπη”. Κι αυτό τον καθιστά επικίνδυνο για τους άλλους. Κι όμως μόλις τον προσεγγίζει ο Κύριος αλλάζει. Γίνεται άνθρωπος που διψά για τον λόγο του Θεού. Τον βλέπουμε πλέον “ιματισμένον και σωφρονούντα”[2] να ακούει τον λόγο Του. Ηταν θαμώνας και ένοικος των μνημάτων. Τα μνήματα και η ερημιά των κοιμητηρίων ήταν η συντροφιά του. Ερημη και χωρίς ζωή είναι και η ψυχή του ανθρώπου χωρίς τον Χριστό. Και σε τέτοιες ψυχές, χωρίς Χριστό, βρίσκει θέση και εμφωλεύει η κάθε είδους ψυχική ασθένεια και αδυναμία. Οταν όμως ο άνθρωπος συναντά τον Θεό τότε η “ερημία” δίνει τη θέση της στην ηρεμία. Τότε πλέον ο άνθρωπος αλλάζει και από αγρίμι μεταβάλλεται σε “σωφρονούντα” και ζει με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με αγάπη.

Στη δεύτερη εικόνα βλέπουμε τους απογοητευμένους βοσκούς της αγέλης των χοίρων. Ο έλεγχος και η κρίση του Θεού δεν τους αρέσει. Εχουν μάθει να ζουν ανεξέλεγκτα και σε πνεύμα μόνο πλουτισμού και καλοπέρασης. Ερχεται ο Χριστός και στηλιτεύει το παράνομο κέρδος τους και τιμωρεί την κίνησή τους αυτή. Το λογικό στη συγκεκριμένη περίπτωση θα ήταν να καταλάβουν το λάθος τους, να έρθουν “εις εαυτόν” και να βιώσουν τη μετάνοια. Αυτοί όμως αντί να οδηγηθούν σε μετάνοια από τον φόβο και να ευχαριστήσουν τον Θεό, του ζητούν να φύγει. Γιατί; Διότι ο έλεγχός Του τους προκαλεί τρόμο, γίνεται εμπόδιο στα παράνομα συμφέροντά τους. Αντί να διορθωθούν προτιμούν να διώξουν Εκείνον που αφυπνίζει συνειδήσεις. Θέλουν ανενόχλητοι, χωρίς έλεγχο και κριτική να ζουν και να οσφραίνονται τη δυσοσμία που προκαλεί το έργο τους. Δεν είναι ικανοί και άξιοι να ανέλθουν στα πνευματικά ύψη που προσκαλεί ο Θεός τον άνθρωπο. Κι έτσι ενώ ο πρώην δαιμονισμένος αλλάζει και σωφρονίζεται εκείνοι παραμένουν ίδιοι και απαράλλακτοι.

Δυστυχώς αυτή η εικόνα των ανθρώπων που διώχνουν τον Χριστό από τη ζωή τους, που δεν θέλουν τον έλεγχό Του και τις νουθεσίες Του είναι διαχρονική και σύγχρονη. Σε όλες τις γενεές και κοινωνίες των ανθρώπων υπήρχαν και υπάρχουν τέτοιου είδους άνθρωποι. Με τα έργα και τις πράξεις τους διώχνουν τον Χριστό από τη ζωή τους. Πολλές φορές παρασύρουν κι άλλους στον δικό τους κατήφορο και βούρκο. Ερχεται ο Χριστός και τους τείνει χείρα βοηθείας, τους ανοίγει την αγκαλιά του ώστε να βρουν εντός αυτής ό,τι δεν κατάφεραν να βρουν αλλού. Κι εκείνοι τον αποστρέφονται, του γυρίζουν την πλάτη. Απλώνει τα χέρια του να τους χαϊδέψει κι εκείνοι του ξανακαρφώνουν καρφιά στις ήδη πληγωμένες παλάμες Του. Σκύβει να τους φιλήσει κι εκείνοι του ανταποδίδουν το φίλημα της προδοσίας του Ιούδα. Παραμένει σκυφτός θέλοντας να τους ψελλίσει τον λόγο Του κι εκείνοι κλείνουν τα αυτιά τους μη θέλοντας να ακούσουν.

Οσο κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε, έχουμε ανάγκη τον λόγο Του και την παρουσία Του. Διώχνοντάς Τον από τη ζωή μας δεν κερδίζουμε, μόνο χάνουμε. Ας ανοίξουμε τα αυτιά, τα μάτια και την καρδιά μας και ας τον υποδεχθούμε στη ζωή μας. Ας τον κάνουμε συνδαιτυμόνα, συνοδοιπόρο και οδηγό της ζωής μας και να είμαστε βέβαιοι πως δεν θα χάσουμε.

 

[1] Origenes Theol., Commentarii in evangelium Joannis

[2] Λουκ. Η΄35

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ