Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Η θητεία του κ. Παυλόπουλου στο αξίωμα του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας υπήρξε, κατά κοινή ομολογία, απολύτως επιτυχής. Ηταν λοιπόν λογικώς αναμενόμενο να επανεκλεγεί. Πολύ περισσότερο, όταν είχε τη στήριξη της απελθούσης Κυβέρνησης, που παρείχε τα εχέγγυα ότι θα επιτυγχάνετο η επανεκλογή του με ευρεία πλειοψηφία, ήδη από την πρώτη ψηφοφορία. Και όμως δεν προτάθηκε καν ως υποψήφιος από το κόμμα του! Δυσκολεύομαι να κατανοήσω την απόφαση του κ. Μητσοτάκη να «παρακάμψει» τον κ. Παυλόπουλο, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία του θεσμού, σύμφωνα με το οποίο επιτυχών στα καθήκοντά του Πρόεδρος της Δημοκρατίας να «αποδοκιμάζεται» από την ίδια του την παράταξη. Και συνιστά ασφαλώς «αποδοκιμασία» η μη πρόταση υπό αυτές τις συνθήκες της επανεκλογής του κ. Παυλόπουλου, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα του κ. Μητσοτάκη, ότι προσωπικώς εκτιμά και τον κ. Παυλόπουλο και το έργο του. Οταν εκτιμάς κάποιον για την προσφορά του, το αναγνωρίζεις αυτό εμπράκτως. Δεν τον «θάβεις» μέσα στους επαίνους.
Προ αυτής της καταστάσεως ευλόγως διερωτάται κάποιος: Πόσα άλλα στοιχεία επιτυχούς άσκησης των καθηκόντων του θα έπρεπε να προσκομίσει ακόμη ο κ. Παυλόπουλος, για να σιγουρέψει τους επαίνους της «ταφής» του εκ μέρους του κ. Μητσοτάκη; Ποιο ήταν τέλος πάντων το «έγκλημα» του κ. Παυλόπουλου που εξόργισε τον κ. Μητσοτάκη; Η άρνησή του να υπογράψει το Διάταγμα διορισμού της αντισυνταγματικώς εκλεγείσης Ηγεσίας της Δικαιοσύνης από την προηγούμενη Κυβέρνηση; Αυτό δεν ζητούσε και ο κ. Μητσοτάκης; Γιατί λοιπόν δεν εξετίμησε δεόντως τη σωφροσύνη του κ. Παυλόπουλου και την προάσπιση από αυτόν της συνταγματικής νομιμότητας; Το περίεργο στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι εκείνοι οι οποίοι θα είχαν λόγο να είναι χολωμένοι από τη συγκεκριμένη συμπεριφορά του κ. Παυλόπουλου, στήριξαν την επανεκλογή του! Ή μήπως το «έγκλημα» του κ. Παυλόπουλου ήταν η προσήλωσή του στην παραδοσιακή Ελλάδα, μέσα από την βαθειά θρησκευτική του πίστη στην Ορθοδοξία και την αγάπη του για την Πατρίδα; Αν δεν απατώμεθα, για αυτή την Ελλάδα δεν αγωνίζεται και ο κ. Μητσοτάκης; Τι έπαθε λοιπόν ξαφνικά και αποφάσισε να παραγκωνίσει εκείνον που εκφράζει αυτή την Ελλάδα και αποτελεί αληθινή «όαση» στη σημερινή «έρημο» του εθνομηδενισμού και της αθεΐας, την οποία προέβαλε η απελθούσα «αριστερά του τίποτα»; Θέλησε να ανταποδώσει την πολιτική «φιλοφρόνηση» στον κ. Τσίπρα, του οποίου η «αριστερή» Κυβέρνηση εξέλεξε δεξιό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, βάζοντας τώρα τη δική του δεξιά Κυβέρνηση να εκλέξει την αριστερή υποψήφια που πρότεινε ο ίδιος; Εάν μελετήσει όμως κάποιος προσεκτικά τα γεγονότα, θα διαπιστώσει ότι η εκλογή του κ. Παυλόπουλου από την «αριστερή» Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν συνιστούσε ασφαλώς «φιλοφρόνηση» προς τους πολιτικούς της αντιπάλους. Ηταν απλώς λύση ανάγκης, για να παραμείνει στην εξουσία η τότε νεοπαγής Κυβέρνηση της «αριστεράς», η οποία δεν είχε καμιά διάθεση να «κατεβεί» από μία «καρέκλα» στην οποία είχε ανέλπιστα ανέλθει και να μπλέξει έτσι σε περιπέτειες με τη διενέργεια νέων εκλογών, ώστε να εκλεγεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τη νέα Βουλή. Τι λόγο όμως είχε ο κ. Μητσοτάκης να μιμηθεί τον κ. Τσίπρα;
Θα το πω εδώ απερίφραστα: Οταν έχεις έναν πολιτικό σαν τον κ. Παυλόπουλο, ο οποίος ύστερα από μία επιτυχή θητεία στο ύπατο αξίωμα της χώρας, σου προσφέρει τόσα πολλά δεδομένα από τα προσόντα που πρέπει να διαθέτει ο Ανώτατος Αρχων – και μάλιστα σε μια κρίσιμη για το Εθνος περίοδο – η πράξη σου να τον «προσπεράσεις», για να σταθείς σε μία άριστη μεν δικαστική λειτουργό, η οποία όμως μετατρέπει τα δεδομένα σε ζητούμενα, συνιστά ανεπίτρεπτη επιπολαιότητα. Δεν έχουμε τίποτε με τη νεοεκλεγείσα Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Σακελλαροπούλου. Και ευχόμαστε ειλικρινά να επιτύχει στα καθήκοντά της. Διότι μπορεί τις επιτυχίες ή τις αποτυχίες να τις σημειώνουν τα πρόσωπα, που στελεχώνουν εθνικώς σπουδαίους θεσμούς, τις συνέπειές τους όμως τις «εισπράττουμε» όλοι ανεξαιρέτως. Το Εθνος στο σύνολό του. Ωστόσο η σύγκριση της κ. Σακελλαροπούλου με τον απερχόμενο Πρόεδρο κ. Παυλόπουλο είναι αναπόφευκτη. Και θα γίνεται σε κάθε βήμα της και σε κάθε πράξη της. Ο κ. Παυλόπουλος πέρασε πολλά μηνύματα και προέβαλε αντίστοιχα πρότυπα, ιδίως στους νέους, τόσο με τα παραδοσιακά του πιστεύματα σε μία πληττόμενη ανελέητα από τον εθνομηδενισμό και την αθεΐα Ελλάδα, όσο και με τον υποδειγματικό τρόπο άσκησης των καθηκόντων του. Θα ήθελα να υπογραμμίσω εδώ μια σύγκριση που θα την κάνουμε πολλές φορές: Ο κ. Παυλόπουλος, αν και παραδοσιακός πολιτικός, δεν απογοήτευσε ούτε σκανδάλισε ποτέ κανέναν αριστερό με τον τρόπο που άσκησε τα καθήκοντά του. Θα πράξει τώρα το ίδιο και η αριστερή νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Σακελλαροπούλου έναντι των παραδοσιακών πολιτών, που αποτελούν άλλωστε τη συντριπτική πλειοψηφία του Λαού;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που μόνος αρμόδιος να το απαντήσει είναι ο χρόνος. Ας έχουμε λοιπόν όλοι υπομονή, για να δούμε στο τέλος της θητείας της νέας Προέδρου της Δημοκρατίας, εάν η «ετυμηγορία» του θα συνιστά επαλήθευση ή διάψευση των προσδοκιών εκείνων που πρότειναν και προπαντός ανέδειξαν με την ψήφο τους την κ. Σακελλαροπούλου στο ύπατο αξίωμα της χώρας.
Και μία τελευταία παρατήρηση που πρέπει, νομίζω, να απασχολήσει σοβαρά τον Πρωθυπουργό: Ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται ότι «πάσχει» από μια μορφή της νόσου του Αλτσχάιμερ, η οποία προσβάλλει αποκλειστικά τους πολιτικούς, ώστε να λησμονεί σε ποιους ακριβώς ψηφοφόρους οφείλει την άνοδό του στην εξουσία. Υποσχέθηκε ότι θα υπερασπισθεί την παραδοσιακή Ελλάδα, η οποία επί του παρόντος «χορταίνει» μόνο με λόγια και υποσχέσεις. Στην πράξη όμως – όπως προκύπτει π.χ. από τον χειρισμό του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης, από την διατήρηση ακόμη στα σχολεία των Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων της απελθούσης «αριστεράς του τίποτα» και εσχάτως από την ακατανόητη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας – στερείται την «τροφή», που έχει ανάγκη για να επιβιώσει. Ας ελπίσουμε ότι θα «ανακτήσει» σύντομα τη «μνήμη» του ο κ. Μητσοτάκης και θα πράξει τα δέοντα. Διότι γνωρίζει ασφαλώς, πώς «θεραπεύει» ο Λαός τους πολιτικούς που «πάσχουν» από Αλτσχάιμερ.