Της Ελενας Τσακίρη
Δύο δηλώσεις από τη νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ήταν αρκετές για να πυροδοτήσουν αντιδράσεις αλλά και να ξεκινήσει πάλι ο διάλογος για το θέμα της διδασκαλίας των Θρησκευτικών. Τα μέτωπα αυτή τη φορά είναι περισσότερα, καθώς, εκτός από το υπουργείο, που δείχνει τη διάθεση να αλλάξει εντελώς τη φιλοσοφία με την οποία γίνεται τώρα το μάθημα, υπάρχουν και οι θεολόγοι, οι οποίοι φαίνονται διχασμένοι, καθώς μία ομάδα εξ αυτών υποστηρίζει μια εναλλακτική μορφή διδασκαλίας του μαθήματος, κάνοντας ένα πιο ευρύ άνοιγμα προς τις άλλες θρησκείες.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας δεν έκανε το… καλύτερο ποδαρικό στον τομέα των θρησκευμάτων. Μία ημέρα μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η αναπληρώτρια υπουργός, Σία Αναγνωστοπούλου, αναφέρθηκε σε διευκόλυνση της απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών. Η απάντηση του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου ήταν άμεση, καθώς φρόντισε να υπενθυμίσει στο υπουργείο Παιδείας ότι μόνο το Σύνταγμα μπορεί να ρυθμίσει το θέμα, ενώ έκλεισε με τη φράση: «Πρέπει επιτέλους οι Ελληνες να σοβαρευτούμε και να μην ακούμε τις ανοησίες του ενός και του άλλου».
Το δεύτερο «κρούσμα» αφορούσε τον υπουργό Παιδείας, Νίκο Φίλη, ο οποίος, σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις αντιδράσεις, κράτησε αρχικά αποστάσεις από δηλώσεις, εξαγγέλλοντας ότι οι αλλαγές θα γίνουν μετά από διάλογο. Ωστόσο, σε πρόσφατη απάντησή του στη Βουλή άλλαξε τη στάση του λέγοντας: «Είναι αναγκαία η αναμόρφωση των Θρησκευτικών, ώστε να γίνουν μάθημα θρησκειολογίας, γνώσης των θρησκειών, με την ιδιαίτερη παρουσίαση του πολιτισμικού ρόλου της Ορθοδοξίας στη χώρα μας. Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, θεσμικά αρμόδιο, επεξεργάζεται τις σχετικές προτάσεις».
Αν και θα μπορούσε να είναι απλώς μια δήλωση για κάποια μελλοντική μετατροπή, η αλήθεια είναι ότι το υπουργείο Παιδείας ετοιμάζει με χρονοδιάγραμμα έως τον Απρίλιο ένα νομοσχέδιο για αλλαγή προγραμμάτων σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο. Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις που είχε ο υπουργός Νίκος Φίλης με διάφορους φορείς, δεν αρνήθηκε ότι τα Θρησκευτικά θα τεθούν στο τραπέζι της συζήτησης για περαιτέρω μεταβολές. Αλλωστε, μπορεί να δήλωσε ότι το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής είναι αρμόδιο γι’ αυτές τις αλλαγές, αλλά είναι γεγονός ότι ο ίδιος θα δώσει τις κατευθύνσεις. Βέβαια, έχει εξαγγείλει διάλογο με τους θεολόγους για το ζήτημα, μόνο που στον κλάδο παρατηρείται διάσταση απόψεων, που θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα εξελιχθεί.
Η αλήθεια είναι ότι το υπουργείο Παιδείας ετοιμάζει με χρονοδιάγραμμα έως τον Απρίλιο ένα νομοσχέδιο για αλλαγή προγραμμάτων σε Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο
«Προσβλητικό και υποτιμητικό»
Η συγκεκριμένη εξέλιξη άνοιξε νέο γύρο αντιπαραθέσεων, αυτή τη φορά με τους θεολόγους και ιδίως την Πανελλήνια Ενωση Θεολόγων (ΠΕΘ), η οποία μάλιστα είχε συναντηθεί με την ηγεσία του υπουργείου πριν από μερικές εβδομάδες. Παρά το καλό κλίμα, οι θεολόγοι δεν αντιμετώπισαν θετικά το γεγονός ότι, αν και ο υπουργός εξαγγέλλει διάλογο, ουσιαστικά φέρνει προ τετελεσμένου την εξέλιξη στη διδασκαλία του μαθήματος. «Θεωρούμε ότι είναι προσβλητικό και υποτιμητικό για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον κλάδο των θεολόγων, αλλά και μέγα επιστημονικό και παιδαγωγικό ολίσθημα να κακοχαρακτηρίζεται από τον υπουργό Παιδείας της Ελλάδας και των Ελλήνων το ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών, ως ομολογιακό και αναχρονιστικό. Κατά τον ίδιο τρόπο, θεωρούμε ότι θα ήταν επίσης μέγα ολίσθημα αν ο κ. υπουργός κακοχαρακτήριζε με τους ίδιους όρους είτε το θρησκευτικό μάθημα του Κορανίου, που απευθύνεται στους μουσουλμάνους μαθητές της Θράκης, είτε το ιουδαϊκό μάθημα, που απευθύνεται στους Εβραίους μαθητές της εβραϊκής κοινότητας», ήταν η σκληρή απάντηση των θεολόγων, που συνέχισαν:
«Ο υπουργός Παιδείας και στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, κατά την επίσκεψή του στην Αρχιεπισκοπή (29/9/2015) και στην αντιπροσωπία του Δ.Σ. της ΠΕΘ, που τον επισκέφθηκε στο γραφείο του, στο υπουργείο Παιδείας (9/10/2015), δεσμεύτηκε, υπογραμμίζοντας με έμφαση, ότι δεν θα προβεί σε μονομερείς νομοθετικές ρυθμίσεις, όσον αφορά στα θέματα που απασχολούν τον κλάδο των θεολόγων και το μάθημα των Θρησκευτικών και ότι θα προηγηθεί γόνιμος διάλογος με την Εκκλησία και την Πανελλήνια Ενωση Θεολόγων. Η γραπτή δήλωση όμως του κ. υπουργού στην απάντησή του στον ερωτώντα βουλευτή κ. Νίκο Νικολόπουλο τείνει να προκαταλάβει το αποτέλεσμα του υπεσχημένου διαλόγου και στην ουσία να τον καταστήσει ως ένα προσχηματικό τέχνασμα για την επιβολή τετελεσμένων και προαποφασισμένων. Φρονούμε ότι η παραπάνω δήλωση του υπουργού δεν απηχεί πλήρως τις θέσεις του για το μάθημα των Θρησκευτικών και τον κλάδο των θεολόγων καθηγητών και αναμένουμε την πρόσκληση του υπουργείου Παιδείας για τη συμμετοχή μας ως ΠΕΘ σε επίσημο διάλογο με όλους τους θεσμικούς φορείς, για να συζητηθούν τα θέματα του κλάδου μας».
Μια νέα οπτική
Σε όλα τα παραπάνω προστέθηκε μία επιπλέον οπτική για το μάθημα της διδασκαλίας των Θρησκευτικών, η οποία αναλύθηκε από τα μέλη του πανελλήνιου θεολογικού συνδέσμου «Καιρός». Οι εκπρόσωποί του έκαναν λόγο για ένα ήδη υπάρχον πρόγραμμα σπουδών, με το οποίο τα Θρησκευτικά αναβαθμίζονται σε ένα σύγχρονο, ανοιχτό, μη κατηχητικό και μη ομολογιακό μάθημα, που απευθύνεται σε όλα τα παιδιά του ελληνικού σχολείου, ανεξάρτητα από την εθνική ή θρησκευτική προέλευσή τους.
Ο πρόεδρος του «Καιρού», Δημήτρης Μόσχος, επίκουρος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, συμμετείχε στη διαμόρφωση του νέου προγράμματος πριν από μερικά χρόνια, σε συνεργασία με άλλους θεολόγους και το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. «Τότε συζητούσαμε για το ότι είναι ευκαιρία το μάθημα των Θρησκευτικών να αγκαλιάζει όλο και περισσότερους μαθητές, σκεπτόμενοι στο βάθος και το ζήτημα της απαλλαγής», επισήμανε ο κ. Μόσχος στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» και συνέχισε: «Τα νέα προγράμματα σπουδών που οραματιζόταν η τότε ηγεσία του υπουργείου Παιδείας έκαναν άνοιγμα σε νέες παιδαγωγικές αρχές σε όλα τα μαθήματα, με συνεχόμενα δίωρα μαθημάτων και με διάδραση καθηγητή και μαθητών, εμπλοκή του θεάτρου και της Τέχνης και συζητήσεις εντός της αίθουσας. Μια πιο ενεργητική μορφή του μαθήματος, σύμφωνα με τον δικό μας σύνδεσμο, θα μείωνε στο ελάχιστο τις απαλλαγές από το μάθημα, γιατί κανένας μαθητής δεν θα ένιωθε απομονωμένος, ή τουλάχιστον θα διευρυνόταν ο αριθμός των μαθητών που θα έδειχναν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το μάθημα».
Ο Σύνδεσμoς έστειλε επιστολή τις προηγούμενες ημέρες προς την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και έχει κλείσει ραντεβού και για συνάντηση σχετικά με τα νέα προγράμματα σπουδών. «Κατά τη γνώμη μας, που αποτελεί και γνώμη μεγάλου τμήματος των Ελλήνων θεολόγων, η θεμιτή και εφικτή λύση για τη διδασκαλία των Θρησκευτικών στη σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα μάθημα μη ομολογιακό και μη κατηχητικό, που απευθύνεται σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες του ελληνικού σχολείου, ανεξάρτητα από την εθνική και θρησκευτική τους προέλευση· ένα μάθημα που προσεγγίζει τη θρησκεία ως διαχρονική ανθρώπινη πραγματικότητα και ως τμήμα της ιστορίας και του πολιτισμού του λαού μας, φέρνοντας παράλληλα τα παιδιά σε επαφή με τις κύριες θρησκευτικές παραδόσεις όλου του κόσμου, ώστε μέσα από τη μελέτη, την έρευνα και τη συνεργασία να μπορούν να αντιμετωπίσουν την προκατάληψη και την έλλειψη ανεκτικότητας και να προωθήσουν την αλληλοκατανόηση και τον σεβασμό στην ετερότητα», αναφέρεται σε ένα σημείο της επιστολής, συνοψίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη φιλοσοφία που διέπει τον συγκεκριμένο σύλλογο.
ΠΕΘ: «Νεοταξικής υφής πολυθρησκειακά μοντέλα διδασκαλίας»
Οι δράσεις του «Καιρού» δεν ικανοποιούν την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, η οποία, όπως είχε αναφέρει και για τις δηλώσεις του υπουργού Παιδείας, θεωρεί προσβλητικό να χαρακτηρίζεται το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία ως ομολογιακό. «Τα προγράμματα σπουδών, που διαφημίζονται από τους εμπνευστές τους ως η πεμπτουσία της διδακτικής διαδικασίας, τα έχει απορρίψει με άπειρα επιστημονικά, θεολογικά και παιδαγωγικά επιχειρήματα σύμπασα η θεολογική, η παιδαγωγική και εκκλησιαστική κοινότητα ως ακατάλληλα για μαθητές, διότι διδάσκουν έναν θρησκευτικό συγκρητισμό που οδηγεί τα παιδιά στη θρησκευτική σύγχυση και τον μηδενισμό», ανέφερε σε ανακοίνωσή της, ενώ προειδοποίησε: «Οι ύποπτες μεθοδεύσεις και συνεργασίες ορισμένων και οι άδικες επιθέσεις που επιχειρούν εναντίον των μάχιμων θεολόγων της χώρας, χαρακτηρίζοντάς τους “οπισθροδομικούς”, “ομολογιακούς” και “κατηχητικούς”, καταπατώντας κάθε έννοια επιστημονικής και παιδαγωγικής δεοντολογίας, με σκοπό να περάσουν ετσιθελικά, παρά τη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των θεολόγων, τα ξενόφερτα, ανορθόδοξα και νεοταξικής υφής πολυθρησκειακά μοντέλα διδασκαλίας για το μάθημα των Θρησκευτικών, που εισήγαγε η τ. υπουργός Παιδείας, κ. Άννα Διαμαντοπούλου, δεν θα περάσουν».
Ο σύνδεσμος «Καιρός» γνωρίζει αυτές τις αντιδράσεις, αλλά, όπως επισήμανε, το πρόγραμμα ήδη εφαρμόζεται πιλοτικά σε κάποια σχολεία, και τόνισε ότι μετά την πρώτη επαφή, έχουν διορθωθεί κάποια κακώς κείμενα. «Από τον πρώτο χρόνο έγιναν παρατηρήσεις και τελικά το πρόγραμμα σπουδών πήρε την τελική του μορφή μέσα στο 2014. Υπήρξαν κατηγορίες ότι οι οδηγίες που δίνονται αφορούν πανθρησκειακό μάθημα και γι’ αυτό μετακινήσαμε αρκετές διδακτικές ενότητες, ώστε να μην υπάρξουν αντιδράσεις», εξηγεί ο κ. Μόσχος.
Σχετικά με τις αντιδράσεις, ο «Καιρός» παρουσιάζει δύο επιχειρήματα για το ότι, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν θα έπρεπε να προκαλούν τόσο μεγάλο θόρυβο οι αλλαγές στα Θρησκευτικά. Κατά πρώτον, το πρόγραμμα σπουδών δεν συνοδεύεται από κάποιο σχολικό εγχειρίδιο και βασίζεται στα ήδη υπάρχοντα. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα πρόγραμμα που κατευθύνει περισσότερο τον καθηγητή με παραπομπές, αλλά και χρήση νέων τεχνολογιών και Τέχνης, ώστε μέσω της θρησκείας να βρει ερεθίσματα για τους μαθητές. Κατά δεύτερον, όπως επισημαίνουν τα μέλη του συνδέσμου, δεν είναι δυνατόν, την ώρα που τα παιδιά λαμβάνουν από το Διαδίκτυο και την τηλεόραση πληθώρα πληροφοριών που αφορούν τις άλλες θρησκείες, το σχολείο να μην παρεμβαίνει υπεύθυνα στη διαμόρφωση αυτής της γνώσης.