Αρχική » Καισαριανής Δανιήλ: «Ιδού εγώ, πάρειμι»

Καισαριανής Δανιήλ: «Ιδού εγώ, πάρειμι»

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ

από ikivotos

Το όρος Σινά και ο ποταμός Ιορδάνης. Οι δύο μεγάλοι και ιστορικοί σταθμοί της θείας Αποκαλύψεως. Στο Σινά η αποκάλυψη του Ενός, του Μόνου, του Αληθινού Θεού. Στον Ιορδάνη «η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις». Στο Σινά εν μέσω αστραπών και βροντών και γνόφου και θυέλλης – σύμβολα της θείας παντοδυναμίας – ακούεται η φωνή του αληθινού Θεού: «Άκουε, Ισραήλ· Κύριος ο Θεός σου εις εστί». – Και «Εγώ είμι Κύριος ο Θεός σου» (Εξόδου κ΄ 2). Κτυπάται η πλάνη και διαλύεται η πολυθεΐα, για να αναστηλωθεί στις ψυχές των ανθρώπων η αληθινή θεογνωσία, η πίστη στον Ένα, τον Μόνον, τον αληθινόν Θεόν. Στον Ιορδάνη διακηρύσσεται από αυτόν τον εν τω Σινά αποκαλυφθέντα Θεόν, η τελεία, η πλήρης αλήθεια και γνώση του Ενός μεν ως προς την ουσία και θεότητα, Τριαδικού όμως ως προς τις υποστάσεις και τα πρόσωπα αληθινού Θεού. Ένας είναι ο Θεός, βροντοφωνεί το Σινά. Τριαδικός είναι ο «εις Θεός, Τριάς ομοούσιος και αδιαίρετος, ο Πατήρ, ο Υιός και το Πνεύμα», διακηρύττει ο Ιορδάνης. Πιστεύετε στον ένα Θεόν, λέγει σ’ όλους μας το Σινά. Προσκυνείτε Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον, διακελεύεται προς όλους μας ο Ιορδάνης.

Δύο αποκαλύψεις προς φωτισμό και σωτηρία του ανθρώπου. Αλλ᾽ ούτε η πρώτη ούτε η δευτέρα θα ελάμβανε χώρα, αν ο άνθρωπος κρατούσε καλά, απρόσβλητον και αμείωτον, το «κατ᾽ εικόνα» και προχωρούσε σταθερά στο «καθ᾽ ομοίωσιν». Διότι, θεόπλαστος ο άνθρωπος, θεοειδή είχε και την ψυχήν του άκακη, αγνή, καθαρή από αμαρτωλούς ρύπους, με θετική φορά προς τον άγιον Θεόν και Πατέρα, τον πάνσοφον Πλάστην, τον πανάγαθον Δημιουργόν του. Αυτό ήταν το φυσικό. Αλλ ο άνθρωπος δεν έμεινε στην φυσική του κατάσταση αθώος, άκακος, φυσιολογικός, όπως τον έπλασε ο αγαθός Θεός. Ο άνθρωπος αντί, όπως το φυσικό, να στραφεί προς τον Θεόν, στράφηκε προς τον πονηρόν· τον πονηρόν πρόσεξε, τον πονηρόν άκουσε, στον πονηρόν εμπιστεύθηκε τον εαυτό του. Και έπεσε. Αμάρτησε και έπεσε. Σκοτίσθηκε ψυχικώς, για να μη βλέπει «καθώς εστί» την αλήθεια, να μη την αποδέχεται, να μη την πιστεύει. Ελάτρευσε τότε «την κτίσιν παρά τον κτίσαντα». Προσκύνησε ψευδείς θεούς. Έτσι, έχασε τον Θεόν του, απομακρύνθηκε από τον Πατέρα του. Να τον επανεύρει μόνος του, αδύνατον. Μόνος του ο άνθρωπος αδύνατον να το επιτύχει. Παρά τον πόθο που είχε, δεν τον εύρισκε τον Θεόν. Χρειαζόνταν ο Θεός να βρει τον ανθρωπον· να του αποκαλυφθεί, να αυτοφανερωθεί. Να πει ο Θεός στον άνθρωπον· «ιδού εγώ, πάρειμι». Έπρεπε ο Θεός ο επουράνιος να γίνει επίγειος άνθρωπος· να συγκαταβεί, να γίνει όμοιος με τους ανθρώπους, να ζήσει μαζί τους, να συμμερισθεί τους πόνους και τους κόπους τους, να λαλήσει στην ψυχή τους, να λαλήσει στην καρδία τους, να τους υψώσει προς τον Πατέρα και να τους φανερώσει «τον αληθινόν Θεόν και ον απέστειλεν Ιησούν Χριστόν», να κάνει την πλήρη και τελεία του αληθινού Θεού αποκάλυψη, για να παύσει η πλάνη του πονηρού και επικρατήσει του Θεού η αλήθεια.

Και αυτό έγινε με τις δύο αποκαλύψεις. Η πρώτη στο Σινά, η δευτέρα στον Ιορδάνη. Η πρώτη δι’ ανθρώπου, του προφήτου Μωϋσέως. Η δευτέρα διά του μονογενούς Υιού του Θεού, του Θεανθρώπου Σωτήρος Χριστού. Η πρώτη ατελής, το πρώτον στάδιον της αποκαλύψεως. Η δευτέρα πλήρης και τελεία. Η πρώτη είναι της Παλαιάς Διαθήκης η αποκάλυψις. Η δευτέρα της Καινής Διαθήκης. Κατά την πρώτη ακούει η ανθρωπότητα, ότι «ο Θεός εις εστί». Κατά την Δευτέρα, βλέπει στον Ιορδάνη πλήρες της αληθείας το φως, και προσκυνεί τον Υιόν βαπτιζόμενον, τον Πατέρα μαρτυρούντα την υιότητα του Σωτήρος, και το Πνεύμα το Άγιον βεβαιούν την θεότητα του βαπτιζομένου. Αποδεχόμενος ο άνθρωπος την πρώτην αποκάλυψιν γίνεται Ισραηλίτης. Εγκολπούμενος την δευτέρα γίνεται Χριστιανός, και αγωνιζόμενος τον αγώνα τον καλόν αναδεικνύεται Χριστιανός «τέλειος και ολόκληρος, εν μηδενί λειπόμενος», σε πίστη και ευσέβεια και αρετή, μέτοχος της σωτηρίας, άξιος της θείας, της αιωνίου βασιλείας «ότι ο νόμος διά Μωϋσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιωάν. α΄ 17).

Είναι μεγίστη, ανεκτίμητος δωρεά του Θεού η αληθινή, η Ορθόδοξος Πίστη.  Μέγα ασύγκριτο προνόμιο να είμαστε Ορθόδοξοι και ζωντανά μελη της αγίας Εκκλησίας. Ας κρατήσουμε την πίστη αυτή, για να κρατήσουμε και την σωτηρία. Με την βάπτιση του Κυρίου και την διακήρυξη του Θεού Πατρός στον Ιορδάνη, «είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες· αύτη γαρ ημάς έσωσεν».

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ