Η Παλαιά Διαθήκη, η οποία αποτελείται από 49 βιβλία, είναι ένα θεόπνευστο κείμενο και είναι ένας πυλώνας της Γραπτής Παραδόσεως της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αποτελεί το πρώτο τμήμα της Θείας Αποκαλύψεως. Χρειάζεται αρκετή μελέτη των Ιερών αυτών Κειμένων για να γίνει σε όλους σαφές ότι τα αναφερόμενα αποτελούν απαύγασμα βαθιάς και υψηλής πνευματικότητας. Αυτό το βλέπει ο Βιβλικός ερευνητής σε όλα τα βιβλία τη Παλαιάς Διαθήκης, τα οποία χωρίζουμε σε ιστορικά, διδακτικά-ποιητικά και προφητικά.
Στα διδακτικά-ποιητικά βιβλία ανήκει και η Σοφία Σειράχ. Πρόκειται για σύντμηση του πλήρους τίτλου «Σοφία Ιησού υιού Σειράχ». Το βιβλίο αυτό μεταφράστηκε στα ελληνικά το 132π.Χ. Ως προς το περιεχόμενό του μπορούμε να πούμε ότι αποτελείται από πλήθος γνωμικών, συμβουλών και παραινέσεων που αφορούν στην ίδια την ζωή και ιδιαιτέρως την πνευματική ζωή. Μεγάλο τμήμα του βιβλίου αναφέρεται στην Σοφία, που είναι η «άνωθεν σοφία» η οποία προέρχεται από τον Θεό, αλλά αργότερα η ίδια ταυτίστηκε με τον Ίδιο το Θεό, τον Χριστό, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.
Δείγμα αυτής της ομολογουμένης πνευματικότητας του βιβλίου εντοπίζουμε ήδη από το πρώτα κεφάλαια. Αναφέρεται αρχικώς στον πρόλογο του βιβλίου: «Πολλές και σπουδαίες διδαχές μας δόθηκαν με τον νόμο, τους προφήτες και τους άλλους συγγραφείς, πού ήρθαν αργότερα. Χάρη σε αυτές ο λαός του Ισραήλ απέκτησε γνώση και σοφία και είναι αξιέπαινος γι’ αυτές. Χρέος μας είναι βέβαια να διαβάζουμε και να αποκτούμε γνώσεις. Αλλά θα πρέπει όσοι αγαπούν τη μάθηση να μπορούν να είναι χρήσιμοι και στους αμύητους, τόσο με την προφορική διδασκαλία όσο και με την συγγραφή». Στην συνέχεια, ο εγγονός του Ιησού, αναφέρει: «Γι’ αυτό ο παππούς μου, ο Ιησούς, ασχολήθηκε πάνω απ’ όλα με την μελέτη του νόμου, των προφητών και των άλλων προγονικών βιβλίων και εξοικειώθηκε με αυτά. Έτσι έφθασε στο σημείο να γράψει και ο ίδιος κάτι πάνω στα θέματα της γνώσης και της σοφίας, ώστε εκείνοι που αγαπούν την μάθηση, μελετώντας τα με πολλή επιμέλεια, να προκόβουν ακόμα περισσότερο στην προσπάθειά τους να ζουν σύμφωνα με τον νόμο».
Στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου βλέπουμε την πρώτη παραίνεση: «Παιδί μου, αν στην δούλεψη θέλεις να μπεις του Κυρίου, για δοκιμασίες φρόντισε να ετοιμαστείς. Όπλισε την καρδιά σου με κουράγιο και μην πορεύεσαι με βία στους δύσκολους καιρούς. Σε Εκείνον προσκολλήσου και μην τον αφήνεις, για να έχεις τιμημένα υστερνά. Ό, τι και αν σε βρει δέξου του· και όταν θα έρθουν αναποδιές και χαμηλά σε ρίξουν, δείξε υπομονή. Γιατί το μάλαμα μέσα στην φωτιά ξελαγαρίζεται, και οι εκλεκτοί μέσα στης ταπείνωσής τους το καμίνι. Στον Κύριο εμπιστέψου και θα σου γίνει βοηθός· ίσια πορεύσου και σε Εκείνον ήλπιζε» (2,1-6). Το κείμενο αυτό γίνεται σαφές ότι μας διδάσκει «Καινή Διαθήκη» και μάλιστα μας παραπέμπει σε πατερικές ρήσεις και αποφθέγματα ασκητών.
Στο ίδιο κεφάλαιο διαβάζουμε: «Όσοι τον Κύριο σέβεστε, προσμένετε το έλεός του και μην παραστρατείτε, να μην σας βρει ο όλεθρος. Όσοι τον Κύριο σέβεστε, δώστε την πίστη σας σε αυτόν και δεν θα χάσετε την ανταμοιβή σας. Όσοι τον Κύριο σέβεστε, ελπίστε στα αγαθά που σας προσμένουν και στην αιώνια τη χαρά και στο έλεος. Κοιτάξτε τις γενιές που πέρασαν και στοχαστείτε: Ποιος εμπιστεύθηκε τον Κύριο και ντροπιάστηκε; Ή ποιος επέμενε σταθερά να τον σέβεται και εγκαταλείφθηκε; Ή ποιος τον αναζήτησε και εκείνος τον αγνόησε; Πράγματι, συμπάθεια γεμάτος είναι ο Κύριος και ευσπλαχνία· αμαρτίες συγχωρεί και στης δοκιμασίας την ώρα σώζει» (2,7-11).