Σχετικά με τους τοπικούς εορτασμούς των συνάξεων τοπικών αγίων να σημειωθεί ότι κοινούς τόπους των σχετικών αρχιερατικών ομιλιών στις πανηγύρεις των Συνάξεων αποτελούν οι ευχαριστίες, τόσο προς τους ιερείς του ναού, τους ιεροψάλτες, το ενοριακό συμβούλιο και όσους συνέβαλαν, ιδίως προς τις γυναίκες που επιμελήθηκαν εθελοντικά τα κεράσματα και τον στολισμό του ναού, όσο και προς τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών, πολιτικών, στρατιωτικών κ.λπ., οι οποίοι συνήθως κατονομάζονται ξεχωριστά. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε την συμμετοχή των γυναικών στο ενοριακό έργο, για την οποία πολύς λόγος έχει ήδη γίνει, ενώ στη δεύτερη διαπιστώνουμε μια ακόμη πτυχή τω διασυνδέσεων μεταξύ εκκλησιαστικού έργου και τοπικής πολιτικής ζωής και πραγματικότητας.
Η περίπτωση αυτή μάλιστα έχει απασχολήσει όχι μόνο την ειδική βιβλιογραφία, αλλά και την ελληνική κοινωνία γενικότερα, στα πλαίσια της συναλληλίας εκκλησιαστικής και κρατικής εξουσίας, υπερβαίνει ωστόσο τα όρια της παρούσας μελέτης, και δεν θα εξεταστεί εδώ. Βεβαίως, στην εποχή μας συχνή είναι η μετάδοση των ακολουθιών από τα τοπικά – ενίοτε και τα πανελλήνια – μέσα μαζικής ενημέρωσης, όπως λ.χ. τα ραδιόφωνα, τοπικά και εκκλησιαστικά, για την οποία συνήθως γίνεται ειδικός λόγος στα σχετικά δελτία τύπου.
Στην όλη εθιμοταξία, ευδιάκριτη είναι η ενεργός συμμετοχή τοπικών συλλόγων, των οποίων η άμεση σχέση με τις τελετουργίες έχει ήδη επισημανθεί από τη λαογραφική βιβλιογραφία. Όπως είναι γνωστό, οι σύλλογοι συνήθως συμμετέχουν σε παρόμοιες θρησκευτικές και εκκλησιαστικές τελετουργίες μέσω μελών τους που είναι ντυμένα με τις τοπικές «παραδοσιακές φορεσιές», στην παραλλαγή και με τον τρόπο που κάθε σύλλογος τις προβάλλει, τα οποία συχνά λαμβάνουν και ενεργό μέρος στις επιμέρους τελετουργικές λεπτομέρειες, δηλαδή κρατούν εικόνες και λείψανα κατά τις περιφορές, λειτουργούν ως τιμητική συνοδεία τους αν τα κρατούν κληρικοί ή κατά την ώρα της προσκύνησης κ.λπ.
Σημειωτέον ότι για να συγκεντρωθούν τα λείψανα των τοπικών αγίων που εκτίθενται σε προσκύνηση, αυτά συνήθως μεταφέρονται τελετουργικά από τους ναούς ή τις μονές όπου φυλάσσονται. Συνιστά και αυτό μια πτυχή της τελετουργικής πρακτικής της μεταφοράς λειψάνων, η οποία έχει επικρατήσει στην ελληνική λαϊκή θρησκευτική και λατρευτική ζωή τα τελευταία χρόνια, και έχει αναλόγως μελετηθεί από την λαογραφική βιβλιογραφία.
Κατά κανόνα, ο ρόλος των συλλόγων είναι απολύτως καθοριστικός στην εφαρμογή της πρακτικής της αναβίωσης παλαιότερων εθιμικών μορφών. Είναι εν προκειμένω χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις λαϊκών τελετουργικών δρωμένων που θεωρήθηκαν άχρηστα πλέον από την κοινότητα, καθώς οι ψυχολογικές ανάγκες των ανθρώπων που κάλυπταν εξυπηρετήθηκαν από την ανάπτυξη πλέον της επιστήμης και της τεχνολογίας, όπως οι μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου, σχετικές με την ευκαρπία της γης και της φύσης, και τα έθιμα της γέννησης, σχετικά με την ευγονία των ανθρώπων.
Η επαναφορά των παλαιότερων τελετουργιών όχι ως χρηστικών τελεστικών εθίμων, αλλά με την μορφή της παράστασης, σχετίζεται με την πρακτική της συμβολοποίησης της λαϊκής παράδοσης, και με το ιδεολόγημα της «επιστροφής στις ρίζες», το οποίο είναι διάχυτο στο λαό και καλλιεργείται με συνέπεια από τους συλλόγους. Και βέβαια η μετατροπή του δρωμένου σε δράμα, το πέρασμα από την τελετουργία στην επιτέλεση και στην παράσταση, απαιτεί μια σειρά προσαρμογών και την εφεύρεση ορισμένων σκηνοθετικών αρχών, κάτι που γίνεται από τα μέλη των συλλόγων, οι οποίοι κάθε φορά αναλαμβάνουν το έργο της αναπαράστασης συγκεκριμένης εθιμικής μορφής.
Πρόκειται για μια τελετουργική δράση των συλλόγων, η οποία συνδέεται με την πρακτική των μετασχηματισμών παλαιότερων στοιχείων και δεδομένων, ώστε ο παλιός οίνος να μπει σε νέους ασκούς. Η προσπάθεια αυτή άλλωστε γεννά και τα περισσότερα από τα νεωτερικά πολιτισμικά φαινόμενα που παρατηρούνται στον χώρο της σύγχρονης αστικής λαϊκής θρησκευτικότητας. Εδώ έχουμε πολιτισμικά στοιχεία που έχουν μεν επιβιώσει, ωστόσο έχουν υποστεί μια σειρά μετασχηματισμών, ανάλογα με τις ανάγκες της κοινωνίας που τα τελεί και τα αναπαράγει, οι οποίες νοηματοδοτούν την ύπαρξη και την υπόστασή τους.