Αρχική » Ποιο είναι το αληθινό πνευματικό ανάστημα του Αναστάσιου

Ποιο είναι το αληθινό πνευματικό ανάστημα του Αναστάσιου

Του Δρος Αλ. Κωστάρα στην "Κιβωτό της Ορθοδοξίας"

από ikivotos

Για να μπορέσουμε να μετρήσουμε σωστά το πνευματικό ανάστημα του Αναστασίου, πρέπει να τον συγκρίνουμε με τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, που εμφανίσθηκαν, ως γνωστόν, στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, εθεμελίωσαν με τον λόγο και την δράση τους το Υπερκόσμιο Οικοδήμημα, που ίδρυσε με το Τίμιο Αίμα Του ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός και διαμόρφωσαν τα δόγματα και τους κανόνες, που διέπουν την λειτουργία της Εκκλησίας. Πριν από λίγες ημέρες (30 Ιανουαρίου) εορτάσαμε την μνήμη τριών από αυτούς τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, των Τριών Ιεραρχών, του Βασιλείου του Μεγάλου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοατόμου, που τούς τιμούμε, όπως λέει και το τροπάριο της Εορτής, ως «Τρεις Μεγίστους Φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος, τούς την Οικουμένην δογμάτων θείων πυρσεύσαντας», ως φωτοδότες δηλ., που φώτισαν ολόκληρη την οικουμένη με τα Θεία Δόγματα και έγιναν οι «μελίρρητοι ποταμοί της σοφίας», οι οποίοι «άρδευσαν» ολόκληρη την κτίση με τα «νάματα της Θεογνωσίας». Οι Πατέρες της Εκκλησίας εθεμελίωσαν την Εκκλησία του Χριστού, σύμφωνα με τους κανόνες, που μάς έδωσε ο Ίδιος ο Ναζωραίος. Ο Αναστάσιος την υπηρέτησε με την δική του «αρχιτεκτονική», που δεν ξεφεύγει όμως σε τίποτε από τις διδακτικές προδιαγραφές του Ιησού. Δεν πρέπει ακόμη να λησμονούμε ότι εκείνοι οι πρώτοι  αιώνες της Εκκλησίας συνθέτουν την εποχή, που είχε μετατραπεί σε «μήτρα», η οποία γεννούσε αδιάκοπα και για πολλούς αιώνες μεγάλα πατερικά αναστήματα, τα οποία πρόσθεσαν αίγλη και λάμψη στην Εκκλησία του Χριστού. Με την πάροδο του χρόνου η «μήτρα» αυτή «γέρασε» και έτσι έπαψε να δίνει στην Εκκλησία καινούργιους Πατέρες, για να συνεχίσουν το έργο των προηγουμένων. Την «γήρανση» της «μήτρας» επιτάχυναν οι συνθήκες που εδημιουργήθησαν στην διαδρομή των αιώνων και πρωτίστως το Σχίσμα που επήλθε στην μια «Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», όπως την ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεώς μας όλοι, Χριστιανοί της Δύσης και της Ανατολής. Το Σχίσμα αυτό έκοψε στα δυο τον άραφο Χιτώνα του Ναζωραίου, για να πάρει από ένα κομμάτι του από την μια μεριά η Εκκλησία της Δύσης, η λεγόμενη Παπική Εκκλησία, και από την άλλη η Εκκλησία της Ανατολής, η λεγόμενη έκτοτε Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Ύστερα ήλθε η εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, η οποία αρχικά εκδηλώθηκε στην Παπική Εκκλησία, που έγινε πρόξενος περαιτέρω «τεμαχισμού» του Σώματος του Χριστού με την ίδρυση σε χώρες της Ευρώπης (ιδίως στην Γερμανία και στην Αγγλία) της Εκκλησίας των διαμαρτυρομένων, δέν άργησε όμως η εκκοσμίκευση να επεκταθεί, σε μικρότερη βέβαια έκταση, και στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Κρατούμε εδώ ως πρώτη  διαπίστωση την σκέψη ότι η πνευματική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε στους κόλπους των δύο Εκκλησιών, της Δυτικής και της Ανατολικής, ήταν εντελώς ακατάλληλη για την εμφάνιση νέων Πατέρων της Εκκλησίας με τον λόγο, το εκκλησιαστικό μέγεθος και την εμβέλεια που είχαν οι Πατέρες των πρώτων αιώνων της  Εκκλησίας.

Θα κάνουμε εδώ ένα μεγάλο άλμα στον χρόνο, για να παρακολουθήσουμε την διαδρομή της δικής μας Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από την εποχή της δόξης της κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και μέσω της εποχής που κατέστη, μετά την Άλωση, εμπερίστατη Εκκλησία να έλθουμε, διερχόμενοι από την περίοδο της μαρτυρίας αίματος, που έδωσε κατά την Εθνεγερσία μαχόμενη μαζί με τον υπόλοιπο Ελληνισμό υπέρ της ελευθερίας, στην Εκκλησία των Νεωτέρων χρόνων του Ελλαδικού Ελληνισμού. Σε όλη αυτή την μακρά περίοδο η Ανατολική ορθόδοξη Εκκλησία δεν έπαψε να μάς δίνει μάρτυρες-αγωνιστές της Ελευθερίας, όπως ήσαν μ.ά. ο Παπαφλέσσας, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ και πολλοί άλλοι κληρικοί, που μάς έδωσαν τα «ματωμένα ράσα» της Εκκλησίας, τόσο κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους, όσο και κατά την περίοδο του Εθνικού Ξεσηκωμού κατά του αλλοφύλου και αλλθρήσκου Οθωμανού Δυνάστη. Δεν έπαψε επίσης η Εκκλησία κατά την ίδια περίοδο να μάς δίνει μεγάλα πνευματικά αναστήματα, όπως ήταν λ.χ. κατ’ εξοχήν ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο δικός μας Πατρο-Κοσμάς. Όλοι αυτοί οι μάρτυρες της Εκκλησίας και οι εκκλησιαστικοί-πνευματικοί καθοδηγητές του Ελληνισμού  συνθέτουν ασφαλώς τα μεγάλα αναστήματα, για τα οποία μπορεί να καυχάται η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν αποτελούν  όμως Πατέρες της Εκκλησίας σαν εκείνους, που μάς ανέδειξαν, όπως ελέχθη, οι πρώτοι αιώνες του Χριστιανισμού. Η μαρτυρία με άλλα λόγια, που μάς έδωσαν ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ και αντιπροσωπευτικά ο ήρωας της Εθνεγερσίας Αθανάσιος Διάκος είναι βεβαίως αιμοσταγής μαρτυρία Χριστού, δεν έχει όμως το ίδιο εύρος και την ίδια εμβέλεια με την μαρτυρία, που μάς έδωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Κάθε μια από τις μαρτυρίες αυτές έχει το δικό της ποιόν και αξιολογείται με τα δικά της κριτήρια, που αντιστοίχως μάς προσφέρει.

Εάν έλθουμε με τις σκέψεις αυτές στην Ορθόδοξη Εκκλησία της σημερινής εποχής,  δεν έχει νόημα να αναζητήσουμε πρότυπα εκκλησιαστικής μαρτυρίας σαν αυτά που μάς έδωσαν ο Γρηγόριος ο Ε΄ και ο Αθανάσιος Διάκος, διότι ουδεμία σχέση έχει η εποχή μας με την εποχή που έζησαν οι Έθνο-Ιερομάρτυρες Γρηγόριος ο Ε΄ και Αθανάσιος Διάκος. Έχει όμως νόημα να αναζητήσουμε πατερικά αναστήματα σαν εκείνο που μάς έδωσε ο Μέγας Βασίλειος.  Δυστυχώς όμως ο τρόπος οργάνωσης και ιδίως ο τρόπος λειτουργίας της σημερινής Εκκλησίας της Ελλάδος δεν αφήνει περιθώρια να εμφνισθούν στους κόλπους της ανάλογα πατερικά αναστήματα. Τα πνίγει εν τη γενέσει τους! Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο αοίδιμος Αναστάσιος υπήρξε Βοηθός Επίσκοπος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ως εκεί τον έφησε να εξελιχθεί η άρχουσα τάξη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία λειτουργεί, απαρεγκλίτως δυστυχώς, με οδηγό της την διαπλοκή, και το σύστημα των «κουκιών»! Αυτά είναι τα θεμέλια της σημερινής Εκκλησίας της Ελλάδος. Και δεν είναι άσχετη με τα θεμέλια αυτά η εικόνα που έχει για την σημερινή Εκκλησία ο λαός, όπως αντικατοπτρίζεται η εκτίμησή του στις σχετικές δημοσκοπήσεις. Προφανώς ο Αναστάσιος ούτε τα «κουκιά» διέθετε ούτε διαπλεκόμενος ήταν, για να εκλεγεί ως ημέτερος σε κάποια Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Έγιναν πολλές εκλογές Μητροπολιτών την εποχή του Αναστασίου. Δυστυχώς όμως η «Θεία Χάρις», στην οποία χρεώνουν την εκλογή και την χειροτονία των Μητροπολιτών οι «Αγιοι Πατέρες» της Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, πάντα προσπερνούσε τον φορτωμένο με πολλούς τίτλους και πολλά χαρίσματα Αναστάσιο! Και θα έμενε στα αζήτητα, εάν ο Οικουμενικός Πατριάρχης, κ. Βαρθολομαίος, δεν τον επέλεγε για τον Θρόνο του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας. Εξετίμησε την τεράστια θεολογική και άλλη μόρφωσή του (ήταν Καθηγητής του  Πανεπιστημίου Αθηνών), την ιεραποστολική του διακονία στην Αφρική και τις οργανωτικές του ικανότητες, που επέδειξε στην ίδρυση Εκκλησιών και φορέων κοινωνικής μέριμνας στην μαύρη Ήπειρο. Και δεν έπεσε έξω ο κ. Βαρολομαίος.

Σημειώνω εδώ εν παρενθέσει ότι η περιφρονητική στάση της διοικουσης Εκκλησίας της Ελλάδος απέναντι στον μακαριστό Αναστάσιο δεν ήταν μεμονωμένη και συμπτωματική. Επαναλήφθηκε και στο πρόσωπο του αναλόγων προσόντων και ικανοτήτων άλλου Βοηθού Επισκόπου, κ. Δημητρίου Τρακατέλλη (επίσης Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών), ο οποίος για τους προαναφερθέντας λόγους έμενε στάσιμος στο αξίωμα του Επισκόπου (!) μέχρι που τον ανέσυρε και αυτόν από την αφάνεια ο Οικουμενικός Πατριάρχης, κ. Βαρθολομαίος, και τον τοποθέτησε στον Θρόνο του Αρχιεπισκόπου Βορείου και Νοτίου Αμερικής, όπου άφησε την δική του αρχιερατική μαρτυρία, ανάλογη προς εκείνη του Αναστασίου, ήσαν άλλωστε ομογάλακτοι. Αρκεί μόνο να σημειώσουμε εδώ ότι ο Αρχιεπίσκοπος, κ. Δημήτριος, αποκατέστησε την ενότητα στην Εκκλησία της Αμερικής, την οποία είχε οδηγήσει στα πρόθυρα της διάλυσης με τις διενέξεις και τους διχασμούς που προκαλούσε στην Ομογένεια ο προκάτοχός του κ. Σπυρίδων. Επιστρέφοντας στον μακαριστό Αναστάσιο σημειώνουμε ότι, αμέσως μετά την τοποθέτησή του στην θέση του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας ξεδίπλωσε τις ικανότητες και τα χαρίσματα που είχε και κατάφερε να ανασυγκροτήσει την διαλυμένη Αρχιεπισκοπή Αλβανίας.   Άφησε στην άκρη τους τίτλους του και την πατερίτσα και κατέβηε στους δρόμους και στα χωριά, για να αγκαλιάσει όσους συναντούσε, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, όπως το έκανε και κατά την ιεραποστολή του στην Αφρική. Ήταν ο Ιεράρχης της έμπρακτης αγάπης. Άρχισε επίσης να αναστηλώνει και να χτίζει Εκκλησίες, να ιδρύει εκπαιδευτικά ιδρύματα, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία, γηροκομεία και άλλα ευαγή ιδρύματα και να κηρύττει με το προσωπικό του παράδειγμα το αληθινό μήνυμα της αγάπης του Χριστού. Αναδείχθηκε έτσι σε ένα άλλο σύγχρονο μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, που θυμίζει σε πολλά τον Μέγα Βασίλειο. Και ως τέτοιο τον πίστεψε και τον λάτρεψε το ποίμνιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, αλλά και το πλήρωμα της εν γένει Ορθοδοξίας, ιδίως δε της ελληνικής, της οποίας άλλωστε υπήρξε γόνος.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ