Ευρισκόμενοι ακόμη στον ιστορικό περίγυρο του Εικοσιένα, αφού εορτάσαμε πριν από λίγες ημέρες την Επέτειο της Εθνεγερσίας, μπορούμε να ομιλήσουμε σήμερα για ένα πρόσωπο, που συνδέεται άμεσα και με τον πιο τραγικό τρόπο με τον επίλογο αυτής. Πρόκειται για τον Ιωάννη Καποδίστρια, που υπήρξε ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος μετά την αναγνώριση της ανεξαρτησίας αυτής από τον Σουλτάνο, η οποία επήλθε ως επακόουθο της συντριβής του Τούρκο-Αιγυπτιακού στόλου από τις Μεγάλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσσία), στην Ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 20 Οκτωβρίου του 1827. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, γενημμένος στην ανεξάρτητη από τους Οθωμανούς Κέρκυρα, έτυχε ευρυτάτης επιστημονικής κατάρτισης, αφού σπούδασε την ιατρική, την νομική και την φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας της Ιταλίας. Ιατρός (χειρουργός) κατά κύριο λόγο, βοηθήθηκε σημαντικά ο Καποδίστριας από τις δύο άλλες επιστήμες (την νομική και την φιλόσοφία), που είχε επίσης σπουδάσει, κατά την ενασχόλησή του με την πολιτική. Οι ικανότητές του τον έφεραν στο προσκήνιο της διεθνούς πολιτικής και σύντομα τον βλέπουμε να δραστηριοποιείται στους κόλπους της Ιερής Συμμαχίας, εντός της οποίας απετέλεσε το φιλελεύθερο αντίβαρο απένατι στις ιδέες και στην δράση του σκληρού Αυστριακού Μέτερνιχ. Ο Καποδίστριας έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην κρατική οργάνωση και στην διοικητική διαίρεση της Ελβετίας. Τα επιτεύγματά του στο διεθνές στερέωμα προσήλκυσαν το ενδιαφέρον του Τσάρου της Ρωσσίας, Αλεξάνδρου, ο οποίος τον εκάλεσε κοντά του και τον όρισε αμέσως Υπουργό Έξωτερικών της Ρωσσίας. Και υπό αυτή την ιδιότητά του έλαμψε το «άστρο» του Καποδίστρια, όπου κι’ αν βρέθηκε. Ώσπου εξερράγη η Ελληνική Επανάσταση το 1821. Ο Καποδίστριας θα μπορούσε να βολευθεί στο αξιοζήλευτο αξίωμά του και να αφήσει τους εξεγερμένους ραγιάδες να βγάλουν αυτοί από το «τέλμα» το βαλτωμένο σε αυτό «άρμα» της υπόδουλης Ελλάδος. Δεν το έπραξε. Διεφώνησε ανοικτά με τον Τσάρο Αλέξανδρο, ο οποίος σε συμφωνία και με τα άλλα μέλη της Ιεράς Συμμαχίας ήταν αντίθετος σε κάθε επαναστατικό κίνημα. Πέταξε από πάνω του τις υπουργικές επωμίδες και κατέβηκε στην Ελλάδα, για να βοηθήσει μαζί με τους άλλους αγωνιστές στην απελευθέρωση της φιλτάτης πατρίδος. Βοήθησε στην εξάπλωση της Φιλικής Εταιρείας, ενώ συνδέθηκε αγωνιστικά με όλους τους οπλαρχηγούς της Επανάστασης και ιδίως με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Μάρκο Μπότσαρη.
Όταν βγήκε τελικά η πατρίδα μας μέσα από τα αίματα και τους καπνούς των πεδίων των μαχών και έγινε επιτέλους ελεύθερο κράτος, με την επίσημη μάλιστα σφραγίδα του Σουλτάνου, όλες οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης συζητούσαν για το καταλληλότερο πρόσωπο, που θα έπρεπε να γίνει Πρώτος Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλαδος. Το όνομα του Ιωάννη Καποδίστρια ήταν γνωστό στους κόλπους των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Και παρά τις επιφυλάξεις ορισμένων εξ αυτών, τελικά προτάθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας, για να γίνει με τις ευλογίες των Μεγάλων Δυνάμεων και ύστερα από σχετική απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας ο Πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος. «Στεφανωμένος» λοιπόν με την συναίνεση των Μεγάλων Δυνάμεων ο Καποδίστριας ξεκίνησε, για να έλθει στην Ελλάδα και να την κυβερνήσει. Φορώντας τον σχετικό «στέφανο» αφίχθη στο Ναύπλιο, την Πρωτεύουσα της Ελλάδος, στις 7 Ιανουαρίου του 1828. Όπως όμως απεδείχθη στη συνέχεια, ο «στέφανος» του Καποδίστρια ήταν «στέφανος εξ ακανθών». Μαζί του ο ο Πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος είχε μόνο δύο «αποσκευές»: Την αποδεδειγμένη αγάπη του για την Πατρίδα και την βαθειά πίστη του στην Ορθοδοξία. Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ένας ουσιαστικά και σωστά θρησκευόμενος Κυβερνήτης. Την πίστη και την αγάπη του στον Χριστό την εξεδήλωνε, μεταξύ άλλων, και με τον τακτικό εκκλησιασμό του. Όχι όμως σαν ένας επίσημος, που πήγαινε στην Εκκλησία δυο τρεις φορές τον χρόνο, μισή ώρα πριν από το τέλος της Θείας Λειτουργίας, επειδή τού το επέβαλε η εθιμοτυπία, όπως γίνεται σήμερα με όλους τους Κυβερνήτες και αξιωματούχους. Ο Καποδίστριας ήταν άλλης «κοπής» Κυβερνήτης. Άφηνε στην άκρη το αξίωμά του και πήγαινε κάθε Κυριακή και τις μεγάλες θρησκευτικές εορτές από νωρίς, με την πρώτη καμπάνα, στην στην Εκκλησία σαν ιδιώτης, σαν ένας απλός πιστός. Ήθελε να προσευχηθεί στον Χριστό χωρίς τίτλους, στολές και αξιώματα. Μόνο με το απλό «ένδυμα» της ψυχής του. Πού να βρεθούν σήμερα τέτοιοι Κυβερνήτες και Αξιωματούχοι, οι οποίοι, μολονότι δηλώνουν ότι πιστεύουν στον Χριστό είτε δεν πηγαίνουν στην Εκκλησία, επειδή δήθεν τούς το απαγορεύει το αξίωμα, είτε έχουν αναγάγει την σχέση τους με την Εκκλησία σε μια τυπική εκπλήρωση τελετουργικού χρέους!
Εάν ανοίξουμε τώρα την άλλη «αποσκευή», που έφερε μαζί του στο Ναύπλιο ο Ιωάννης Καποδίστριας, θα δούμε ότι η μεγάλη του Αγάπη για την Πατρίδα, που ήταν το περιεχόμενό της, δεν εξανεμίσθηκε στην θέα της εικόνας, που τού έδειχνε η Ελλάδα της καθημερινότητας. Μια Ελλάδα όμοια και απαράλλαχτη με εκείνη της Εθνεγερσίας, που την ταλαιτωρούσε η μάστιγα της διχόνοιας με τις αντιπαλότητες και τις φαγωμάρες μεταξύ των διαφόρων φατριών, οι οποίες λίγο έλειψε να ακυρώσουν τον εθνικό ξεσηκωμό της Επανάστασης του Εικοσιένα. Ο Καποδίστριας εκλήθη να κυβερνήσει την Ελλάδα με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας. Για να λειτουργήσει όμως το Σύνταγμα και το Κοινοβουλευτικό Σύστημα έπρεπε να υπάρχει οργανωμένο Κράτος, που θα επέβαλε την τάξη στην αναρχοκρατούμενη Ελλάδα. Γι’ αυτό στις 18 Ιανουαρίου του 1828 επέτυχε την έκδοση Ψηφίσματος από την Βουλή περί αναστολής του Συντάγματος μέχρι να τεθούν οι βάσεις της οργάνωσης του Κράτους. Το Ψήφισμα αυτό έγινε αφορμή να κατηγορηθεί αδίκως ο Καποδίστριας για μοναρχικές πεποιθήσεις.! Οι αληθινές προθέσεις του Καποδίστρια φάνηκαν αμέσως με τον αμείλικο πόλεμο, που εκήρυξε σις διάφορες φατρίες που καταδυνάστευαν την χώρα. Στην συνέχεια επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός. Κατ’ αρχάς αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση επιτυγχάνοντας έτσι αφ’ ενός μεν να καταπολεμήσει τα καπετανάτα των διαφόρων φατριών, αφ’ ετέρου δε να παρεμποδίσει ενδεχόμενη οθωμανική προέλαση. Οργάνωσε την διοίκηση του κράτους, στο πλαίσιο της οποίας ίδρυσε την πρώτη Ταχυδρομική Υπηρεσία, καθώς και την Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε και την πρώτη απογραφή του πληθυσμού της Ελλάδος. Έπειδή πίστευε ότι το θεμέλιο της Δημοκρατίας είναι η Δικαιοσύνη, ίδρυσε Δικαστήρια και ενδιαφέρθηκε για την στελέχωσή τους με κατάλληλο προσωπικό. Ίδρυσε σχολεία και εκπαιδευτήρια. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με την βοήθεια του φίλου του, Ελβετού Τραπεζίτη Εϋνάρδου. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθώς κυκλοφορούσαν ακόμη στην Ελλάδα τουρκικά, αλλά και πολλά άλλα ξένα νομίσματα. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα ιδρύοντας παράλληλα το Εθνικό Νομισματοκοπείο. Ενδιαφέρθηκε για την γεωργία, που την θεωρούσε πρωταρχική προϋπόθεση για την επιβίωση του κράτους, ενώ ενδιαφέρθηκε για τον αναδασμό της γης στους αγρότες.
Οι κινήσεις και οι δράσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν την αντίδραση πολλών θιγομένων ομάδων και την δημιουργία των πρώτων στασιαστικών κινημάτων εναντίον του Καποδίστρια, ήτοι αφ’ ενός της Ύδρας το 1929 και αφ’ ετέρου της Μάνης, αφού οι Μανιάτες αρνούντο να πληρώσουν φόρο στην κεντρική εξουσία. Οι τελευταίοι κατάφεραν τελικά να δολοφονήσουν τον Ιωάννη Καποδίστρια στις 5.35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831 έξω από την Εκκλησία ου Αγίου Σπυρίδωνα με δράστες τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, αδελφό του Πετρόμπεη, και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, υιό του Πετρόμπεη. Για τα αληθινά σχέδια των σχετικών κινημάτων, αλλά και για τα αίτια της δολοφονίας του Καποδίστρια εξαιρετικά χρήσιμες και τεκμηριωμένες εκξηγήσεις μάς δίνει το πολύ σπουδαίο βιβλίο του Γεωργίου Σκλαβούνου, «Ο Ιωάννης Καποδίστριας προετοιμάζει την επανάσταση», εκδόσεις Παπαζήση, το οποίο θα έπρεπε να έχουν διαβάσει όλοι, όσοι θέλουν να έχουν τη αληθινή και όχι παραποιημένη εικόνα του ανεπανάληπτου Κυβερνήτη της Ελλάδος, Ιωάννη Καποδίστρια.