Αρχική » Όσιος Λουκάς ο Ιατρός: Ο θαυματουργός άγιος από την Κριμαία

Όσιος Λουκάς ο Ιατρός: Ο θαυματουργός άγιος από την Κριμαία

από christina

 

 

Δίδασκε πάντοτε με το ράσο και τον σταυρό του και πριν από κάθε χειρουργική επέμβαση, άναβε το καντήλι, προσευχόταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, πότιζε ένα βαμβάκι με ιώδιο και σταύρωνε το σώμα του ασθενούς. Έτσι κυλούσαν τα πρώτα χρόνια για τον όσιο Λουκά τον ιατρό (από τους σημαντικότερους χειρουργούς της εποχής του), ο οποίος κατάφερε να συνδυάσει τα ιατρικά με τα ποιμαντικά καθήκοντά του. Έως τη στιγμή που το σοβιετικό καθεστώς άρχισε έναν γύρο διώξεων, βασανιστηρίων και αλλεπάλληλων εξοριών σε φυλακές της Σιβηρίας. Έχοντας μόλις στα 30 του χρόνια περισσότερες από 538 εγχειρήσεις στο ενεργητικό του και μια προσπάθεια για την πρώτη μεταμόσχευση νεφρού από ζώο σε άνθρωπο, ο όσιος Λουκάς κατέχει σημαντική θέση στο αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ο κατά κατά κόσμον Βαλεντίν του Φέλιξ Βόινο-Γιασενέτσκι γεννήθηκε στις 27 Απριλίου του 1877 στο Κερτς της Κριμαίας. Ο πατέρας του ήταν ρωμαιοκαθολικός και η μητέρα του ορθόδοξη, αν και δεν συμμετείχε ενεργά στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Παρά την κλίση του στις καλές τέχνες (στα 15 του πήρε το πρώτο βραβείο ζωγραφικής), επέλεξε να ακολουθήσει την Ιατρική, στο Κίεβο, όπου μετακόμισε μαζί με την οικογένειά του. Ο Βαλεντίν αποφοίτησε με άριστα το 1903 και στη συνέχεια ειδικεύτηκε στην Οφθαλμολογία.

Έναν χρόνο αργότερα, ο ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος τον βρήκε στην Άπω Ανατολή, να προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες ως χειρουργός. Γνώρισε την Άννα Βασιλίγιεβνα Λάνσκαγια, την οποία και παντρεύτηκε, αποκτώντας μαζί της τέσσερα παιδιά. Με το τέλος του πολέμου, ο Βαλεντίν εργάστηκε σε επαρχιακά νοσοκομεία. Ώρες ατέλειωτες μελετούσε σχετικά με την τοπική αναισθησία και συνέτασσε επιστημονικά άρθρα, επιλέγοντας να ασχοληθεί με την Γενική Αναισθησία, που, όπως έλεγε, την εποχή εκείνη «ήταν πολύ πιο επικίνδυνη από την ίδια τη χειρουργική επέμβαση». Γύρω στο 1909 κατάφερε να βρει έναν απλό και σίγουρο τρόπο τοπικής αναισθησίας.

 

 

 

 

Η πρώτη σύλληψη

Το 1917 η σύζυγός του αρρώστησε από φυματίωση και αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Τασκένδη, όπου διορίστηκε αρχίατρος. Δύο χρόνια αργότερα άρχισε να εργάζεται ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο.

Στα χρόνια της ρωσικής επανάστασης συνελήφθη μετά από καταγγελίες ενός άθεου νοσοκόμου. Λίγο αργότερα ο γιατρός Βαλεντίν ήταν και πάλι ελεύθερος.

Στο διάστημα αυτό, η κατάσταση της υγείας της συζύγου του όλο και χειροτέρευε. Δεν τα κατάφερε και λίγες ημέρες μετά πέθανε. Επί δύο μερόνυχτα ο Βαλεντίν διάβαζε προσευχές στο πλευρό της. Από τότε δεν ξαναπαντρεύτηκε και επισκεπτόταν τον τάφο της συχνά («Άννα Βασιλίγιεβνα, 38 ετών. Μία καθαρή καρδιά, που με πάθος αναζητούσε την αλήθεια» έγραψε πάνω στο μνήμα), όταν το επέτρεπαν οι συνθήκες της ταραχώδους ζωής του. Για την ανατροφή των παιδιών του, εμπιστεύτηκε τη βοηθό του, νοσοκόμα Σοφία Σεργκέγεβνα.

 

Ο ιερέας χειρουργός

Για τον όσιο Λουκά οι χειρουργικές επεμβάσεις γίνονταν μετά από λίγα λεπτά προσευχής στην εικόνα της Παναγίας που είχε τοποθετήσει στην αίθουσα. Άναβε το καντήλι, πότιζε τις γάζες με ιώδιο και σχημάτιζε πάνω στο σώμα του ασθενούς τον σταυρό. Παρά τις αντιδράσεις, εκείνος δεν κατέβασε ποτέ την εικόνα της Παναγίας και ας γνώριζε το τι θα ακολουθούσε…

Σύμφωνα με τον βίο του, μία από τις επιτροπές ελέγχου του νοσοκομείου όπου εργαζόταν τότε έδωσε εντολή να ξεκρεμάσουν την εικόνα της Παναγίας, με αποτέλεσμα ο άγιος Λουκάς να αρνηθεί να μπει στο χειρουργείο. Τότε, η σύζυγος ενός από τα στελέχη του κόμματος, η οποία εισήχθη εκτάκτως στο νοσοκομείο, ζήτησε να χειρουργηθεί μόνον από εκείνον. Ο σύζυγός της τού υποσχέθηκε ότι, αν όλα πήγαιναν καλά, τότε η εικόνα θα παρέμενε στη θέση της. Έτσι και έγινε.

Ο σύγχρονος άγιος έζησε μαρτυρικά στη διάρκεια των διωγμών κατά των ορθοδόξων, αρνούμενος να υποστηρίξει τη «Ζωντανή Εκκλησία», μέσω της οποίας το σοβιετικό καθεστώς προσπαθούσε να ελέγξει τους πιστούς. Παρά τις πιέσεις που του ασκούνταν να εγκαταλείψει την πίστη του, εκείνος δεν το έπραξε.

Μάλιστα, όταν κατηγορήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Τασκένδης και Τουρκεστάν Ιννοκέντιος, ο γιατρός υπερασπίστηκε με σθένος την κανονική τάξη. Τότε, ο Ιννοκέντιος τού πρότεινε να γίνει ιερέας. Ο Βαλεντίν χειροτονήθηκε σε διάκονο στις 26 Ιανουαρίου του 1921 και επτά ημέρες αργότερα έγινε πρεσβύτερος.

Δύο χρόνια μετά εκλέχθηκε στη θέση του Ιννοκέντιου και, επειδή δεν υπήρχε ναός, η κουρά του έγινε στο σπίτι του. Εκεί έδωσε τις μοναχικές υποσχέσεις και από Βαλεντίν πήρε το όνομα Λουκάς. Επίσκοπος χειροτονήθηκε στο Πετζικέντ. Όμως, η χειροτονία του έφερε νέα αναστάτωση στην Τασκένδη. Οι κομματικοί άρχισαν να τον συκοφαντούν και να τον υπονομεύουν μέσω του Τύπου. Δεν πέρασε πολύς καιρός και τον οδήγησαν στις φυλακές. Ο όσιος Λουκάς, ο οποίος είχε μεγάλη επιρροή στον κόσμο, απομακρύνθηκε από τη θέση του επισκόπου Τασκένδης και εξορίστηκε. Οι πιστοί ξεσηκώθηκαν. Συγκεντρώθηκαν στις γραμμές του τρένου, ώστε να αποτρέψουν την αναχώρησή του για την εξορία.

Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στις χειρότερες φυλακές της Μόσχας και εκεί, μέσα σε ένα μικρό κελί, διαπιστώθηκε ότι έπασχε από καρδιακή ανεπάρκεια. Μετά από δύο μήνες τον μετέφεραν με άλλους κρατουμένους με τα πόδια στις φυλακές Ταγκάνσκα. Κάποια μέρα του χάρισαν από τον Ερυθρό Σταυρό ένα γούνινο παλτό. Δεν το κράτησε για πολύ. Το χάρισε σε έναν νεαρό κρατούμενο.

Παρόλο που ήταν άρρωστος, τον έστειλαν εξορία στη Σιβηρία. Το ταξίδι με το τρένο κράτησε έναν μήνα. Για τροφή τούς έδιναν μισή ρέγκα, ένα κομμάτι ψωμί και ένα ποτήρι νερό την ημέρα. Τα κουπέ των τρένων δεν διέφεραν από τα κελιά των φυλακών.

 

 

Για τον όσιο Λουκά οι χειρουργικές επεμβάσεις γίνονταν μετά από λίγα λεπτά προσευχής στην εικόνα της Παναγίας που είχε τοποθετήσει στην αίθουσα. Άναβε το καντήλι, πότιζε τις γάζες με ιώδιο και σχημάτιζε πάνω στο σώμα του ασθενούς τον σταυρό

 

Πρώτη εγχείρηση μεταμόσχευσης

Η επιθυμία του οσίου Λουκά στο να προσφέρει, αλλά και η πίστη του στον Θεό ήταν ισχυρότερες από τα βάσανα και τις εξορίες. Για αυτό και ο γιατρός δεν σταμάτησε να χειρουργεί. Μάλιστα, στο Γενισέι (1924), όπου και εξορίστηκε αργότερα, επιχείρησε την πρώτη στον κόσμο μεταμόσχευση νεφρού από ζώο σε άνθρωπο.

Οι εξορίες συνεχίστηκαν. Στο Τουρουχάνσκ, όπου έγινε ιδιαίτερα αγαπητός από τους κατοίκους, ύστερα στο χωριό Πλάχινο. Τότε οι κάτοικοι του Τουρουχάνσκ ξεσηκώθηκαν και απαίτησαν την επιστροφή του. Έτσι και έγινε. Μετά το τέλος της εξορίας του, επέστρεψε στη βάση του, την Τασκένδη.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και νέα προβλήματα παρουσιάστηκαν. Ο όσιος κατηγορήθηκε ως συνένοχος σε φόνο ενός καθηγητή και τον συνέλαβαν. Και ξανά φυλακίσεις και εξορίες στη Βόρεια Ρωσία. Τον μετέφεραν στον σιδηροδρομικό σταθμό. Σύμφωνα με μαρτυρίες: «Τον βλέπαμε από μακριά. Τον έσερναν από τα γένια. Τον έφτυναν στο πρόσωπο. Εκείνη τη στιγμή αυθόρμητα θυμήθηκα πως με τον ίδιο τρόπο χλευάστηκε και ο Ιησούς Χριστός».

Ο όσιος Λουκάς γράφει: «Το βαγόνι είχε τόσες ψείρες, που έπρεπε πρωί-βράδυ να βγάζω τα ρούχα μου και καθημερινά έβρισκα μέσα τους εκατοντάδες. Μεταξύ αυτών ήταν κάτι τεράστιες μαύρες ψείρες που δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου».

 

Τα πρώτα προβλήματα όρασης

Μεγάλο πλήγμα για τον όσιο υπήρξαν τα προβλήματα οράσεως που του παρουσιάστηκαν. Σιγά-σιγά, άρχισε να χάνει το φως του από το αριστερό του μάτι, λόγω αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς χιτώνα. Παρ’ όλα αυτά, η επιθυμία του για προσφορά στην Ιατρική και η πίστη του δεν μειώθηκαν. Μάλιστα, τότε εκδόθηκαν και τα «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων Λοιμώξεων», χωρίς να αναγράφεται, αν και το επιθυμούσε, το αξίωμά του. Ο όσιος Λουκάς δημιούργησε το πρώτο Τμήμα Πυογόνων Λοιμώξεων σε όλη την ΕΣΣΔ.

 

Εθελοντής γιατρός στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου ο όσιος Λουκάς προσφέρθηκε εθελοντικά να φροντίζει τους τραυματίες. Διορίστηκε αρχίατρος του Στρατιωτικού Νοσοκομείου και σύμβουλος όλων των νοσοκομείων της περιοχής του Κρασνογιάρσκ.

Το 1946 τιμήθηκε με το βραβείο Στάλιν, την κορυφαία κρατική διάκριση. Η τελετή έγινε στη Μόσχα. Ήταν παρόντες όλοι. Ο μόνος που έλειπε ήταν ο άγιος Λουκάς. Το βραβείο συνοδευόταν από 200.000 ρούβλια, τα οποία και με δική του προτροπή μοιράστηκαν στα ορφανά του πολέμου.

Η πολεμική που δέχθηκε συνεχίστηκε και το 1947, όταν του απαγορεύθηκε να μιλά στους φοιτητές. Στο πλαίσιο αυτό, τον απέλυσαν από ιατρικό σύμβουλο και σταμάτησαν να τον καλούν σε επιστημονικά συμβούλια, επειδή «γνώριζαν ότι δεν είχε καθαρό παρελθόν: φυλακές, εξορίες, κηρύγματα», ενώ ο ίδιος αρνιόταν να πηγαίνει χωρίς το ράσο και τον σταυρό του στην εργασία του και σε αυτές τις εκδηλώσεις.

Καθώς, όμως, ο όσιος Λουκάς ενδιαφερόταν για τον ανθρώπινο πόνο, έβγαλε ανακοίνωση ότι δεχόταν καθημερινά, εκτός Κυριακών και εορτών, κάθε άνθρωπο που ήθελε τη βοήθειά του. Το αποτέλεσμα ήταν να καταφθάνουν στο διαμέρισμά του καθημερινά δεκάδες άνθρωποι από όλη την Κριμαία.

 

Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας έγινε σε ηλικία 70 χρόνων. Ανάμεσα στα άλλα, έκανε πολλές προσπάθειες ώστε να ανοίξουν οι εκκλησίες και να βοηθήσει όσο το δυνατόν περισσότερους άπορους ασθενείς. Τέλος στην ιατρική καριέρα του όσιου Λουκά δόθηκε όταν τυφλώθηκε, το 1956. Τέσσερα χρόνια μετά ιερούργησε για τελευταία φορά. Στις 11 Ιουνίου του 1961, ο Αρχιεπίσκοπος κοιμήθηκε.

Οι Αρχές απαγόρευσαν την εκφορά του σκηνώματός του με τα πόδια από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Όσοι ήθελαν να συμμετάσχουν θα έπρεπε να μπουν σε λεωφορεία και να πάνε από περιφερειακούς δρόμους μέχρι το κοιμητήριο. Απαγόρευαν, δε, οποιαδήποτε ψαλμωδία. Μέσα σε τρία λεπτά όλα θα έπρεπε να τελειώσουν και ο κεκοιμημένος να βρίσκεται στον τάφο. Πράγμα που προκάλεσε τη λαϊκή αγανάκτηση. Κάποιες γυναίκες έσπασαν τον κλοιό και γαντζώθηκαν στο αυτοκίνητο, ενώ άλλες έπεσαν στις ρόδες του και το ακινητοποίησαν φωνάζοντας: «Μόνο πάνω από τα πτώματά μας θα πάτε εκεί όπου θέλετε». Τελικά, οι Αρχές επέτρεψαν την εκφορά στην κεντρική λεωφόρο της Συμφερούπολης, η οποία διήρκεσε τρεισήμισι ώρες. Πλήθος κόσμου ακολούθησε σιωπηλά την πομπή, ενώ συνέβη κάτι ασυνήθιστο. Ένα σμήνος περιστεριών έκανε επί ώρες κύκλους πάνω από το λείψανο, μέχρις ότου η πομπή έφτασε στο νεκροταφείο.

Η Ε.Π. Λέικφελντ περιγράφει: «Οι δρόμοι πλημμύρισαν από γυναικούλες με άσπρα μαντίλια στα κεφάλια. Προχώρησαν σιγά-σιγά μπροστά από τη σορό του Δεσπότη. Ακόμη και οι γερόντισσες δεν πήγαιναν πίσω. Τρεις σειρές τεντωμένων χεριών, λες και οδηγούσαν το αυτοκίνητο. Ο δρόμος μέχρι και το κοιμητήριο ήταν στρωμένος με τριαντάφυλλα. Και μέχρι την πόρτα του κοιμητηρίου ακουγόταν πάνω από τα κεφάλια με τα άσπρα μαντίλια, ο ύμνος: “Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς”. Ό,τι και να έλεγαν σε αυτό το πλήθος, όσο κι αν προσπαθούσαν να τους κάνουν να σιωπήσουν, η απάντηση ήταν μία: “Κηδεύουμε τον Αρχιεπίσκοπό μας”».

Με απόφαση της ουκρανικής Εκκλησίας, τον Νοέμβριο του 1995 κατατάχθηκε άγιος, ενώ στις 17 Μαρτίου 1996 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του από τον Αρχιεπίσκοπο Λάζαρο και μέλη της επιτροπής, μπροστά σε πάνω από 40.000 άτομα, τα οποία και τέθηκαν σε λαϊκό προσκύνημα.

Σύμφωνα με την ιστορία, η καρδιά του, τμήματα του εγκεφάλου του, καθώς τα μάτια και οι πνεύμονές του, βρέθηκαν άφθαρτα, ενώ άρρητος ευωδία εξερχόταν από τα λείψανά του. Στις 20 Μαρτίου 1996, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στον Ιερό Ναό Αγ. Τριάδος. Το ίδιο έτος αποφασίστηκε να διοργανώνεται κάθε χρόνο Ιατρικό Συνέδριο στη Συμφερούπολη σε συνεργασία της Ιεράς Μητροπόλεως με το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Κριμαίας προς τιμήν του. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Ιουνίου.

 

 

 

Οι Αρχές απαγόρευσαν την εκφορά του σκηνώματός του με τα πόδια από τους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Απαγόρευαν, δε, οποιαδήποτε ψαλμωδία. Μέσα σε τρία λεπτά όλα θα έπρεπε να τελειώσουν και ο κεκοιμημένος να βρίσκεται στον τάφο. Πράγμα που προκάλεσε τη λαϊκή αγανάκτηση

 

Το έργο του

Από τα μεγαλύτερα επιστημονικά συγγράμματα του όσιου Λουκά θεωρούνται τα «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων», που εκδόθηκαν το 1934. Ο ίδιος γράφει σε ένα σημείο: «Ξεκινώντας την εξέταση, ο γιατρός πρέπει να έχει υπόψη του όχι μόνο την κοιλιακή χώρα, αλλά τον ασθενή εξ ολοκλήρου, τον οποίο δυστυχώς οι γιατροί συνήθως αποκαλούν “περίπτωση”. Ο άνθρωπος φοβάται και είναι απελπισμένος, η καρδιά του σπαρταρά, όχι μόνο με την κυριολεκτική σημασία της λέξης, αλλά και με τη μεταφορική της σημασία. Γι’ αυτό πρέπει να δυναμώσετε την καρδιά του όχι μόνο με κάμφορα ή digulen, αλλά πρέπει να απαλλάξετε τον ασθενή από το άγχος και την ψυχολογική φόρτιση».

Σημειώνει δε: «Ο ασθενής δεν πρέπει να δει το χειρουργικό τραπέζι, τα έτοιμα εργαλεία, τους ανθρώπους με τις ιατρικές μπλούζες, με τις μάσκες στα πρόσωπα και τα γάντια στα χέρια. Κοιμίστε τον εκτός του χώρου του χειρουργείου. Επίσης φροντίστε να είναι ζεστός καθ’ όλη τη διάρκεια της εγχειρήσεως, διότι είναι πάρα πολύ σημαντικό».

 

Τι λένε σπουδαίοι καθηγητές για τον άγιο

Ο καθηγητής Ζήκωφ έγραφε το 1954: «Τα βιβλία του Βόινο-Γιασενέτσκι είχαν μεγάλη σημασία για μας τους μελλοντικούς επιστήμονες. Είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι συνοδεύονταν από σκίτσα και φωτογραφίες κι έτσι είχαμε καλύτερη εικόνα για το πώς εφαρμόζονται στην πράξη οι μέθοδοί του. Ο ίδιος είχε φωτογραφική μηχανή και φωτογράφιζε την πορεία της εγχείρησης όταν χρειαζόταν. Τα σκίτσα του ήταν αξιοθαύμαστα. Εδώ έβλεπες πόσο καλός ζωγράφος ήταν και με πόση ακρίβεια ζωγράφιζε τα διάφορα όργανα του ανθρώπου».

Για τους Ρώσους υπήρξε κορυφαίος χειρουργός του 20ού αιώνα. Όπως γράφει ο καθηγητής και ακαδημαϊκός Κασίρσκι «… το όνομά του και η δεξιοτεχνία του είχαν γίνει θρύλος. Μπορούσε να κάνει τις δυσκολότερες εγχειρήσεις χωρίς πρόβλημα».

 

Η πνευματική του διαθήκη

Στο μουσείο της Μονής Αγίας Τριάδος φυλάσσονται σχεδόν όλα τα προσωπικά αντικείμενα του αγίου . Ελάχιστα παρέμειναν στην οικογένειά του. Ένα από αυτά ήταν και η πνευματική του διαθήκη, με την οποία ο άγιος απευθύνεται στα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονά του. Σε μία από τις πολλές επιστολές του ο όσιος Λουκάς απολογείται στα παιδιά του για τον λόγο που αποφάσισε να ζήσει μια ταραχώδη ζωή και να μαρτυρήσει, υπερασπιζόμενος την προσφορά στους ανθρώπους, αλλά και την ορθόδοξη πίστη του.

Στα τέλη του ’40 έγραψε προς τον μεγαλύτερο του γιο, Μιχαήλ: «Να θυμάσαι, Μιχαήλ, ότι ο μοναχικός μου βίος και ο όρκος που έδωσα, το αξίωμά μου, η απόφαση να υπηρετώ τον Κύριο, αποτελούν για μένα το μεγαλύτερο ιερό και το πρώτιστο καθήκον. Ειλικρινά και εξ όλης της καρδιάς απαρνήθηκα τα εγκόσμια και την ιατρική μου καριέρα, η οποία, βέβαια, θα μπορούσε να ήταν πολύ επιτυχημένη, αλλά τώρα δεν έχει καμιά σημασία για μένα. Όλη η χαρά μου και όλη η ζωή μου είναι να υπηρετώ τον Κύριο, τον οποίο πιστεύω…».

Την πνευματική του διαθήκη την έγραψε περί το 1956, όταν βρισκόταν στην Αλούστα της Κριμαίας και είχε χάσει την όρασή του. Έκλεινε τα ογδόντα του χρόνια. «Ήταν σκληρή και δύσκολη η ζωή μου, αλλά ουδέποτε προσευχήθηκα στον Θεό να γίνει εύκολη… (…) Για περισσότερα από 25 χρόνια η ζωή μου ήταν συνυφασμένη με την εργασία του αγροτικού χειρουργού και καθηγητή της Χειρουργικής και μετά ένδεκα χρόνια διώξεων για το όνομα του Χριστού μέσα στις φυλακές και στις σκληρές εξορίες. Από το 1944 συνδύαζα την επίπονη διακονία του επισκόπου με τη θεραπεία των τραυματιών στο Ταμπώφ και μόλις το 1946 ολοκληρώθηκε η χειρουργική μου δραστηριότητα και παρέμεινε μόνον η αρχιερατική. Στον πολύ κόσμο ήταν ακατανόητο πώς μπορούσε ένας μεγάλος χειρουργός, που τιμήθηκε με το Α’ βραβείο Στάλιν, να αφήσει τη Χειρουργική και να γίνει επίσκοπος. Όμως, δεν υπάρχει τίποτα το περίεργο σ’ αυτό, γιατί από τα νεανικά μου κιόλας χρόνια ο Κύριος με προόρισε για την υπέρτατη μορφή διακονίας σε Αυτόν και τους ανθρώπους».

Σε άλλο σημείο ο άγιος αποκαλύπτει: «Όταν ήμουν στο Λένινγκραντ για εγχείρηση, κατά την τέλεση της παννυχίδας, ο Κύριος με θαυματουργικό τρόπο και συγκλονιστική δύναμη, που μου προκάλεσε ρίγη τρόμου, μου έδωσε την εντολή: “Ποίμαινε τα πρόβατά Μου, βόσκε τα αρνία Μου”. Πέρασαν τα χρόνια κι εγώ, από ύπουλο διαβολικό πειρασμό, ξέχασα την εντολή αυτή του Θεού. Και ο σατανάς έβαλε και πάλι στην ψυχή μου την ασυγκράτητη ορμή για τη Χειρουργική. Γι’ αυτό και ο Κύριος με τιμώρησε με αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Δύο φορές χειρούργησε το μάτι μου ο καθηγητής Οντιντσώφ, αλλά ανεπιτυχώς, γιατί η τιμωρία έπρεπε να μείνει πάνω μου. Τη μέρα μετά τη δεύτερη εγχείρηση, όταν ήμουν ξαπλωμένος με τα μάτια δεμένα, με κυρίευσε και πάλι το πάθος για τη Χειρουργική, ενώ ο Κύριος μού έστειλε ένα εκπληκτικό όνειρο: Ήμουν σε μια εκκλησία χωρίς φώτα. Το μόνο φωτισμένο σημείο ήταν το Ιερό. Λίγο πιο πέρα απ’ το Ιερό υπήρχε η λάρνακα ενός αγίου. Πάνω στην Αγία Τράπεζα είχαν βάλει μια σανίδα και είχαν ακουμπήσει πάνω ένα γυμνό ανθρώπινο πτώμα. Πίσω και δίπλα στο Ιερό, είδα τους φοιτητές και τους γιατρούς να καπνίζουν τσιγάρα κι εγώ να τους κάνω μάθημα Ανατομίας πάνω στο πτώμα. Ξαφνιάστηκα από έναν κρότο και, όταν γύρισα το κεφάλι μου, είδα ότι είχε πέσει το σκέπασμα από τη λάρνακα του αγίου. Ο άγιος ανακάθισε μέσα στη λάρνακα, γύρισε και με κοίταξε μ’ ένα βλέμμα γεμάτο παράπονο και επίπληξη. Με τρόμο κατανόησα, τελικά, το τεράστιο βάρος της αμαρτίας μου, την παρακοή μου στην εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού, “ποίμαινε τα πρόβατά Μου, ποίμαινε τα αρνία Μου”».

Απευθυνόμενος προς την οικογένειά του αναφέρει ανάμεσα στα άλλα: «Και τώρα, παιδιά μου, ας περάσω στα τελευταία λόγια των εντολών και διαθηκών μου προς εσάς. Πιστεύω βαθιά στον Θεό και όλη τη ζωή μου την έκτισα πάνω στις εντολές Του. Και σε σας κληροδοτώ όλη τη ζωή σας να την αφιερώσετε στον Θεό και να χτίζετε όλα και πάντα πάνω στις εντολές του Χριστού. Για πολύ καιρό και με μεγάλη επιμονή έπλεα κόντρα στο ρεύμα και σε σας, τα παιδιά μου, κληροδοτώ να πλέετε κόντρα στο ρεύμα, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό. Να αποστρέφετε το βλέμμα σας και την καρδιά σας από εκείνη τη μεγάλη πλειοψηφία της ανθρωπότητας, που επιδιώκει όχι τους υψηλούς στόχους, αλλά εκείνους που είναι πιο εύκολο να επιτευχθούν. Να μην προσχωρήσετε σ’ αυτή τη μεγάλη πλειοψηφία που ζει όχι με το δικό της νου, αλλά με τον νου των ηγετών και χτίζει τη ζωή της όχι με τις ιερές εντολές του Χριστού, αλλά με τις υποδείξεις εκείνων που έχουν την εξουσία να καθοδηγούν τους ανθρώπους μόνον εκεί όπου κατά τη γνώμη τους πρέπει να πηγαίνουν, όχι χάρη της βασιλείας των ουρανών, αλλά για χάρη της επίτευξης των αγαθών της επίγειας βασιλείας».

 

Τα θαύματα

Ο Αρχιεπίσκοπος Λουκάς εμφάνισε πολλά πνευματικά χαρίσματα. Σύμφωνα με μαρτυρίες ασθενών, έκανε ορθή διάγνωση της ασθένειάς τους πριν καν τους εξετάσει. Πολλοί ήταν εκείνοι που έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν άνθρωπο διορατικό, ο οποίος μάλιστα θεράπευσε με την προσευχή του.

Ένα από τα θαύματά του είναι αυτό που διηγείται ο Ναζάρ Στανιντσένκοφ, που σε μικρή ηλικία υπέστη σοβαρό ατύχημα στο χέρι του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να συνεχίσει να ασχολείται με τη μουσική, αφού είχε μεγάλο ταλέντο στο πιάνο. «Πριν από επτά χρόνια πήγα στη θάλασσα για να παραθερίσω στη γιαγιά μου και κάποια μέρα βγήκα από το σπίτι για να παίξω. Δεν πρόσεξα και η πόρτα έκλεισε και μου έπιασε μέσα τα δάχτυλα. Μου κόπηκαν οι ονυχοφόροι φάλαγγες. “Μου κόπηκαν τα δάχτυλα. Πώς θα ξαναπαίξω πιάνο;”, έλεγα κλαίγοντας. Πήγαμε στο νοσοκομείο και ο γιατρός δεν μπορούσε να κάνει κάτι, απλώς έραψε τα τραύματα. Μετά από λίγες μέρες μια γιαγιά μας μίλησε για τον Άγιο Λουκά. Πήγαμε στη Συμφερούπολη, προσκυνήσαμε τα λείψανα του Αγίου, εγώ πήρα λάδι και εικόνα του και κάθε βράδυ προσευχόμουν: “Άγιε Λουκά, δεν ξέρω τι θα κάνεις, εγώ θέλω να ξαναπαίξω πιάνο, εσύ γιατρός είσαι, θα ξέρεις”. Έβαζα κάθε βράδυ την εικόνα και το λάδι στο χέρι μου. Έπειτα από έναν μήνα τα δάχτυλα ξαναφύτρωσαν, βγήκαν και τα νύχια. Άρχισα πάλι το πιάνο. Σε πέντε μήνες έδωσα εξετάσεις στο πιάνο και πήρα το πρώτο βραβείο μου».

 

Τα λείψανά του…

Σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο, στην Ιερά Μονή Σαγματά, υπάρχει μέρος των λειψάνων του, καθώς επίσης μια μεγάλη συλλογή από τα προσωπικά του αντικείμενα. Το Μοναστήρι βρίσκεται 30 χλμ. ανατολικά της Θήβας. Ιδρύθηκε από τον μοναχό όσιο Κλήμη τον Αθηναίο πάνω στα ερείπια ναού του Υπάτου Διός. Το όνομά του ίσως οφείλεται στο σχήμα του όρους, που μοιάζει με σαμάρι, ή στην κατασκευή σαγμάτων (σαμαριών) από μοναχό της μονής.

 

 

 

 

Τα τελευταία λόγια του αγίου Λουκά

«Τον διάβολο δεν τον συμφέρει να δεχθεί κανείς την ύπαρξή του, να σκέφτεται και να αισθάνεται ότι είναι κοντά στον άνθρωπο. Ένας κρυφός και άγνωστος εχθρός είναι πιο επικίνδυνος από έναν ορατό εχθρό. Ω, πόσο μεγάλος και τρομερός είναι ο στρατός των δαιμόνων. Πόσο αμέτρητο είναι το μαύρο τους πλήθος! Αμετάβλητα, ακούραστα, μέρα και νύχτα, επιδιώκουν να σπρώξουν όλους εμάς που πιστεύουμε στο όνομα του Χριστού, να μας παρασύρουν στον δρόμο της απιστίας, της κακίας και της ασέβειας. Αυτοί οι αόρατοι εχθροί του Θεού έχουν βάλει ως μοναδικό τους σκοπό, μέρα και νύχτα, να επιδιώκουν την καταστροφή μας. Όμως, μη φοβάστε, πάρτε δύναμη από το όνομα του Ιησού».

 

Χρονολόγιο

1877: Γεννιέται στο Κερτς της Κριμαίας.
1898-1903: Σπουδάζει Ιατρική.
1904-1905: Γίνεται εθελοντής στρατιωτικός γιατρός στον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο. Παντρεύεται την Άννα Βασιλίγιεβνα και αποκτούν τέσσερα παιδιά.
1905-1917: Μελετάει επί ώρες τη διατριβή του και παράλληλα εργάζεται σε επαρχιακά νοσοκομεία.
1917: Εκλέγεται καθηγητής Πανεπιστημίου, στην έδρα της Τοπογραφικής Ανατομίας και Χειρουργικής, στην Τασκένδη.
1921: Χειροτονείται ιερέας.
1923-1926: Χειροτονείται επίσκοπος και εξορίζεται στη Σιβηρία.
1924: Επιχειρεί την πρώτη μεταμόσχευση νεφρού από ζώο σε άνθρωπο.
1934-1937: Κυκλοφορεί το σύγγραμμά του «Δοκίμια για τη χειρουργική των πυογόνων λοιμώξεων».
1941: Διορίζεται αρχιχειρουργός στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο του Κρασνογιάρσκ.
1943: Εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος του Κρασνογιάρσκ.
1946: Βραβεύεται με το Α’ βραβείο Στάλιν.
1961: Στις 11 Ιουνίου εκοιμήθη στη Συμφερούπολη.
1996: Επίσημη αγιοκατάταξη από την Ορθόδοξη Ουκρανική Εκκλησία.

 
 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ