Αρχική » Για να γίνεις πιστός, πρέπει πρώτα να γίνεις “άπιστος”…! Γράφει ο π. Αντώνιος Χρήστου

Για να γίνεις πιστός, πρέπει πρώτα να γίνεις “άπιστος”…! Γράφει ο π. Αντώνιος Χρήστου

από christina

Του π. Αντώνιου Χρήστου

Χριστός Ανέστη αδελφοί μου, αγαπητοί μου αναγνώστες! Στο προηγούμενο  άρθρο μας, που αφορούσε  την Ανάσταση, μεταξύ άλλων μιλήσαμε ότι η Ανάσταση προϋποθέτει την πίστη και γι αυτό ο Κύριος εμφανίστηκε μόνο σε αυτούς που τον πίστεψαν και όχι στους αρνητές και σταυρωτές Του.

Είναι γνωστό άλλωστε ότι  Κύριος, στην επίγεια παρουσία Του, όταν έκανε τα θαύματα, ρωτούσε τους ασθενής ή τους οικείους τους, αν πιστεύουν ή όχι.  Επίσης, ο Χριστός γι αυτό επέμενε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους και προετοίμαζε τους μαθητές  για το πάθος και την ανάστασή Του, ώστε όταν θα συνέβαιναν να μην υπάρχει κάποια αμφιβολία ότι αυτός είναι ο Μεσσίας και όλα αυτά αφού τους τα είχε πει, έπρεπε να συμβούν.  

Η Ανάσταση λοιπόν όπως τονίσαμε είναι η πεμπτουσία της πίστης μας, όμως βλέπουμε ότι εκτός από τον έναν μαθητή που τον πρόδωσε (Ιούδας Ισκαριώτης), εκτός από τον μαθητή που τον αρνήθηκε (Απόστολος Πέτρος), βρέθηκε και ένας μαθητής που απίστησε (ο Απόστολος Θωμάς). Αυτό το γεγονός το γιορτάζει έντονα η Αγία μας Εκκλησία, την επόμενη Κυριακή από το Πάσχα, όπως έχει επικρατήσει Κυριακή του Αντίπασχα, γιατί συμπληρώνει το Πάσχα ως εμπειρία πλέον της εμπειρίας της Εκκλησίας. Ο απόστολος Θωμάς λοιπόν, ήταν το πρόσωπο εκείνο που έλειπε στη 1η εμφάνιση του Χριστού μας, στους μαθητές Του, μετά την ανάστασή Του. Οι άλλοι μαθητές με χαρά και ενθουσιασμό του ανήγγειλαν ότι είδαν τον Αναστημένο Κύριο, εκείνος όμως απάντησε :  «…ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω» Ιω. 20,25

Μέχρι τις ημέρες, για τον πολύ κόσμο, έχει επικρατήσει για κάποιον άπιστο ή έστω πολύ δύσπιστο η φράση : «Είσαι άπιστος Θωμάς;» Όμως, αδικούμε τον Απόστολο αλλά και μια μεγάλη κατηγορία Χριστιανών, κάθε εποχής και ανάλογης πρακτικής με τον απόστολο μέχρι τις ημέρες μας. Πρέπει να κάνουμε σε αυτό το σημείο αγαπητοί αναγνώστες, μια βασική διάκριση:

α) Υπάρχει η κακή απιστία η οποία κάποιος κλείνει  συνειδητά και εγωϊστικά, τα μάτια μπροστά μπροστά στην αλήθεια και το προφανές, όπως οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι που δεν πίστεψαν στο Χριστό, αλλά και οι άθεοι και οι αγνωστικιστές, που αμφισβητούν ή συνειδητά αδιαφορούν, στην ύπαρξη Του Θεού γενικότερα.

β) Του Αποστόλου Θωμά η πίστη και η στάση γενικότερα, δεν είναι σε αυτό το επίπεδο και βαθμό. Ο Απόστολος Θωμάς δεν θέλει να αρκεσθεί στις διαβεβαιώσεις των άλλων μαθητών και ζητάει να Τον δει και μάλιστα να τον αισθανθεί και εκείνος χειροπιαστά. Ο υμνωδός αποκαλεί αυτή την απιστία «καλή» γιατί οδηγεί τις καρδιές των ανθρώπων στην  «επίγνωση». Είναι η πίστη που είναι προϊόν έρευνας και προσωπικής αναζήτησης, καθώς είναι γεγονός πως όταν αρκούμαστε στις διαβεβαιώσεις των άλλων, δεχόμαστε κάτι που δεν καρπός δικιάς μας διαπίστωσης. Έτσι δεχόμαστε την αλήθεια σαν ένα λογικό συμπέρασμα. Αλλά η αλήθεια δεν είναι μια σκέψη, αλλά μια ολοζώντανη πραγματικότητα. Όταν δεχόμαστε μια πραγματικότητα, μόνο επειδή κάποιοι άλλοι μας μίλησαν γι’ αυτήν, χωρίς να την αναζητήσουμε και να τη γνωρίσουμε εμείς οι ίδιοι, δεν τιμάμε αυτή την πραγματικότητα. Το ίδιο και οι υπόλοιποι Απόστολοι, όταν τους διηγήθηκαν οι γυναίκες για την Ανάσταση Του Κυρίου απέκτησαν ελπίδες, αλλά βεβαιώθηκαν όταν οι ίδιοι προσωπικά συνάντησαν τον Κύριο. Το ίδιο αλλά σε εντονότερο βαθμό, ήταν και ο απόστολος Θωμάς, που χωρίς να αγγίξει τον Χριστό, ομολόγησε όταν και ο ίδιος συνάντησε τον Κύριο «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» Ιω. 20, 28.

Ο Χριστός βλέπουμε ότι συγκατατίθεται σε αυτή την αναζήτηση του Αποστόλου και δεν επιπλήττει τον Θωμά για την ¨απιστία¨ του, όπως σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις απιστίας, γιατί ως καρδιογνώστης  γνωρίζει ότι η ύπαρξη του μαθητή του φλέγεται και θέλει να τον συναντήσει ο ίδιος προσωπικά. Όμως ο Κύριος, τον ελέγχει γιατί διαλέγει το πιο χαμηλό δυνατό επίπεδο συναντήσεως, δηλαδή εκείνο των επίγειων αισθήσεων με την αφή και όχι την ανώτερη που είναι η καρδιά και η πίστη ως βεβαιότητα για πράγματα μη βλεπόμενα, γι αυτό είπε το περίφημο :  «…ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Ιω. 20,29  Αυτοί είμαστε όλοι εμείς , που δεν είμασταν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες του Κυρίου μας, όμως ακούσαμε, διαβάσαμε, μελετήσαμε και πιστέψαμε σ’ Αυτόν και κυρίως τον βιώνουμε «γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος» κατά τον Ψαλμωδό (Ψαλμ. 33,9).

Επομένως συνοψίζοντας, καταλήγουμε στη φράση που έχουμε βάλει για τίτλο του άρθρου μας. Δεν είναι δικιά μας. Την έχουμε ακούσει από τον Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής κ. Σωτήριο Δεσπότη. Για να είμαστε πιστοί, πρέπει να ερευνήσουμε την πίστη μας, την δογματική της διδασκαλία, τις πηγές της, τα πρόσωπα που την διακόνησαν και διακονούν. Επειδή είναι η όντως αλήθεια και είναι υπέρλογη, τότε είναι σίγουρο ότι ένας καλοπροαίρετος θα παραμείνει πιστός και μάλιστα θα αυξήσει την πίστη του. Αν όμως είναι κάποιος κακοπροαίρετος, τότε και τον ίδιο τον Χριστό να δει, και θαύματα και σημεία να του γίνουν, θα έχει μια πίστη σε βαθμό θρησκοληψίας ή ευσεβιστική και ηθικιστική, όχι όμως ορθόδοξη. Ας έχουμε λοιπόν αυτή την πίστη, που ακόμη και όρη μετακινεί και έλκη την χάρη Του Θεού στη ζωή μας. Αμήν!

 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ