Του μητροπολίτη Γουμενίσσης κ.Δημητρίου
Ἐξαναγκαζόμαστε καί ὑποχρεούμεθα νά ἐκφράσουμε εὐθαρσῶς ὄχι ἁπλῶς τήν ψυχική κόπωση, ἀλλά τήν ὁριακή ψυχολογική ἀπόγνωση τοῦ λαοῦ καί μάλιστα τήν διογκούμενη ἀγανάκτηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος γιά τήν ὁλοκληρωτική φίμωση καί τήν κατάργηση τοῦ στοιχειώδους συνταγματικοῦ δικαιώματος στήν παραμικρή ἐλευθερία ἐνάσκησης τῆς θρησκευτικῆς λατρείας (ἄς τό διατυπώσω μέ μιά νομική φόρμα).
Σέ ἀντίθεση μέ ἄλλες μαζικές διοργανώσεις καί συγκεντρώσεις, τόσο “παράταιρα παραδεκτές” στά αὐστηρά ὑγειονομικά πλαίσια.
Τό δεύτερο καθολικό lockdown ἀπό τό Νοέμβριο καί ἑξῆς ἐγγίζει πρός τήν πρώτη (ὀνοματολογικά) ἐκκλησιαστική ἑορτή τῶν Χριστουγέννων, μέ τήν Κυβέρνηση νά παρατολμᾶ σημειωτόν νά τήν καταλύσει κι αὐτήν τήν ἑορτή, σέ ἀντίθεση μέ τούς ἀνοιχτούς πολυσύχναστους χώρους δυνητικῆς διασπορᾶς τοῦ κορωνοϊοῦ (πολυκαταστήματα τροφίμων, λιανικές ἀγορές κοκ, μέ ἀνέλεγκτη τήν προσέλευση κόσμου).
Γιά νά μήν προκληθεῖ μάλιστα κάθετη παλλαϊκή δυσφορία ἤ καί ὀργανωμένη ἀντίδραση ἤ διοικητική δικαστική προσφυγή γιά τό μακροχρόνιο πνιγηρό ἀποκλεισμό, ἐξευρέθηκε (καί πολύ σωστά) ὁ σταδιακός ἀποκλεισμός ἀνά μήνα ἤ ἑβδομάδες, μέ τήν ἐπίκληση τῶν δεδομένων περαιτέρω ἐξαπλώσεως καί ἐπικινδυνότητας τῆς πανδημίας.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τήν ὁποία ἐκφράζει ὁ Μακαριώτατος, εἴτε στή θεσμική της ἔκφραση διά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἱεραρχίας, εἴτε μέ πολλαπλές συνηγορίες Μητροπολιτῶν, ἔκρινε σῶφρον καί ἀναγκαιότατο νά συμπαρασταθεῖ ἐξαρχῆς στόν πολιτειακό ἀγώνα κατά τῆς πανδημίας.
Ἔδειξε νηφαλιότητα ἀκόμη καί σέ τόσες ὕβρεις ἀπό τόν ἀθεολόγητο καί ἀκατήχητο ἰδεολογικό ἐπιστημονισμό μερικῶν. Ἀποδέχθηκε νά “κλείσουν” οἱ ναοί, κι ἀπό ἐκκλησίες-συνάξεις νά γίνουν “ἀντιπροσωπεῖα” τῆς ἔσχατης ἀμελητέας παρουσίας στή Μεγάλη Ἑβδομάδα!
Θεολόγησε καί κήρυξε τήν ποιμαντική διαχείριση τῆς πανδημίας μέ περίσσια σύνεση, σέ ἀντίθεση μέ τήν πράξη σέ ἄλλους θρησκειακούς χώρους ἤ μέ ἀνεκτές πολυάριθμες διοργανώσεις πολιτικῆς χροιᾶς!
Μετέθεσε τήν κυριότερη ἐκκλησιαστική ἡμέρα τοῦ Πάσχα μετά δύο μῆνες (ἀπόδοση τῆς ἑορτῆς), συρρίκνωσε σέ ἀσήμαντους ἀριθμούς τό ἐκκλησίασμα στούς θερινούς μῆνες.
Λιτανεῖες καί πανηγύρεις καταργήθηκαν. Ἀνέχθηκε τήν ἀστυνομική ἀπαγόρευση προσέλευσης κάθε προσκυνητῆ στίς πιό λαμπρές καί σέ τόσες τοπικές πανηγύρεις ἀνά τό πανελλήνιο.
Ὑπέμεινε νά τῆς καταλογίσουν ἀσυλλόγιστες καί ἀνέρειστες εὐθύνες γιά τόν περιορισμένο ἑορτασμό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, κάτι πού δέν καταλογίστηκε σέ ποδοσφαιρικούς ἀγῶνες καί συγκεντρώσεις ὀπαδῶν ὁμάδων (μέ πυκνή συγκέντρωση πλήθους, φωνές, κραυγές καί ἀμέτρητη ἑπομένως ἐπικινδυνότητα στή διασπορά τοῦ Covid-19 καί τήν πολλαπλασιαστική μεταφορά του).
Σίγησε γιά τόν ἐλεύθερο ἐξωτερικό καί ἐσωτερικό τουρισμό τοῦ θέρους, σεβόμενη τήν οἰκονομική δυσπραγία τοῦ κόσμου καί τοῦ κράτους, πού ἀποδείχθηκαν ἀπό τίς περιστάσεις ὅτι συνέβαλαν ἀποφασιστικά στήν αὔξηση τῶν κρουσμάτων.
Ἄν εἶχαν προσεχθεῖ ἀπό τούς ἰθύνοντες, ἀφενός ἡ ἀνεξέλεγκτη εἴσοδος τουριστῶν ἀπό ἐπιβαρυμένες ὑγειονομικά χῶρες καί ἀφετέρου ἡ μετακίνηση τῶν νέων μας ἀπό νομό σέ νομό χάριν τῆς διασκεδάσεως, τότε τά ἀποτελέσματα θά ἦταν τελείως διαφορετικά.
Δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού ἔκρουαν τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου γιά τήν ἀλόγιστη συμπεριφορά τῶν διασκεδαστῶν, ὅμως κανείς δέν ἀνελάμβανε τίς εὐθύνες καί εὕρισκαν πάντοτε σάν εὔκολη λύση νά ἐπιτίθενται στό πιό εὐάγωγο καί πειθαρχημένο τμῆμα τῆς κοινωνίας, καί νά κλείνουν τίς ἐκκλησίες.
Ἀπέφυγε μέχρι σήμερα νά ἐπικαλεῖται ἐπίσημα τό φιλελεύθερο παράδειγμα ἀνώτατων δικαστικῶν ἀποφάσεων τῶν ΗΠΑ καί τῆς Γαλλίας, ὅπως καί πολιτειακῶν ἀποφάσεων τόσων ἄλλων Εὐρωπαϊκῶν (μέχρι καί Βαλκανικῶν) κρατῶν καί τῆς Κύπρου καί τῆς Ρωσίας…
Καί σήμερα φθάσαμε στό σημεῖο νά ἐπαπειλούμεθα μέ κατάργηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ-λατρευτικοῦ χαρακτήρα τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων! Αὐτό δέν ἐμμελετᾶται μόνο μέ τήν ἐπίκληση γνωμοδοτήσεων τῆς ἐπιτροπῆς λοιμωξιολόγων.
Εἶναι μιά πολιτική ἐπιλογή ὁρισμένων ἀνθρώπων πού ἐκφράζουν τόν πολιτειακό χῶρο, ἔχοντας ἀποστερηθεῖ τά βιώματα τῆς λατρευτικῆς πίστης καί πράξης, δίχως τά ὁποῖα κανένα κερί ὁπουδήποτε καί κανένα προσκύνημα δέν ἀποτελοῦν λατρεία-λαχτάρα-κοινωνία τοῦ ζῶντος Τριαδικοῦ Θεοῦ τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς πίστης καί παράδοσης.
Γι᾽ αὐτό καί δέν γίνεται ἀντιληπτό αὐτό π.χ. πού βίωσε στά ἔσχατά του ὁ Χαρίλαος Φλωράκης ἐξομολογημένος μέσα στόν Περισσό ἀπό τόν συμφοιτητή μας τόν π. Ἀθανάσιο Σιμωνοπετρίτη· ἤ ἐκεῖνο πού ζοῦσε ἡ Ἄννα Συνοδινοῦ (θεραπευμένη ἀνέλπιστα ἀπό ἐπιθετικό καρκίνο χάρη στήν θεία Κοινωνία, μέ παράταση ζωῆς 30 ἐτῶν) ἤ ὁ Μανώλης Δρεττάκης καί ὁ Μανώλης Γλέζος καί πόσα ἄλλα πρόσωπα τῆς νεότερης καί τῆς παλαιότερης ἐθνικῆς μας ἱστορίας μέ βαθιά πίστη στό ζῶντα Θεό τῆς ἐκκλησιαστικῆς μεθέξεως καί κοινωνίας καί ἐμπειρίας.
Ἐκκλησία καί χριστιανισμός δίχως ἐκκλησιασμό καί μετάληψη, δίχως ἐξομολόγηση καί εὐχέλαιο, δίχως ἱερές Ἀκολουθίες, δέν λογιάζεται.
Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἐπαγγελματικός χῶρος ἡμῶν τῶν Ἐπισκόπων καί λοιπῶν κληρικῶν καί μοναχῶν, μέ ἐπιλεκτική ἀγοραστική ἤ ἐξαγοραστική συμμετοχή τῶν λαϊκῶν, ἀραιά καί ποῦ.
Τό λέει πεντακάθαρα ἡ Ἁγία Γραφή, στά Εὐαγγέλια καί τίς Πράξεις καί τίς Ἐπιστολές τῶν Ἀποστόλων, ὅτι εἶναι “σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους”. Συγκροτεῖται μέ τόν ἐκκλησιασμό.
Ὁ δέ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος, δέν εἶναι μιά ψυχολογική ὑλικότητα, μιά νευρολογική σωματικότητα, πού τῆς χρειάζεται μόνο φαγητό καί περίπατος μέ τό οἰκόσιτο ἤ τηλεοπτική καί διαδικτυακή ἐνημερότητα.
Ὁ ἄνθρωπος ὡς θεόπλαστη καί θεόσωστη ψυχοσωματική μοναδικότητα ὑφίσταται καί ἀρτιώνεται καί καλλιεργεῖται μετέχοντας καί μετεχόμενος. Ἐξ οὗ καί τελειώνεται μέσα ἀπό τή λειτουργία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
Πάνω σ᾽ αὐτό διδάξαμε καί διδάσκουμε τό λαό μας νά ἀθλεῖται στήν ὑπομονή καί στή συλλογική ἀντιμετώπιση τοῦ ἰοῦ. Ὅμως, θέλει ὁ λαός τοῦ Θεοῦ καί ἀπαιτεῖ τήν ἐλάχιστη τουλάχιστον ἀνανέωση τῶν πνευματικῶν του δυνατοτήτων καί χρειῶν.
Ὅπως θέλει τήν ὑλική τροφή (παραμένοντας καί τότε κοινωνικό ὄν), ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἐπιθυμεῖ καί ἀποζητᾶ νά ζωοποιεῖται Ἁγιοπνευματικά μέσα στόν ἄμεσο ἐκκλησιαστικό χῶρο τῆς θείας λατρείας.
Εἰδάλλως θά ἔχουμε νά παλέψουμε μέ μιάν ἄλλη σοβαρότερη ἀπειλή γιά τήν ἴδια τήν κοινωνική μας συγκρότηση καί ἀρτιότητα, μέ ἀνοικονόμητα φαινόμενα καθολικότερης ἀπόγνωσης καί ἀπελπισίας καί ψύχωσης, δίχως τό καταφύγιο τῆς ἀπολύτρωσης καί τῆς ἅγιας χάρης τοῦ Θεοῦ.
Σάν Ἐπίσκοποι τό γνωρίζουμε ἄμεσα πολύ καλά, καί ἔμμεσα διά τῶν ἐφημερίων καί τῶν μοναστηριῶν μας, ὅτι ὁ κόσμος μας ἐπιμένει νά καταφεύγει στίς Ἐκκλησιές σάν θεραπευτήρια τῆς ψυχῆς του, ὅσο ἀπειλεῖται καί βασανίζεται ἀνελέητα.
Ἀκόμη καί οἱ πιό ἀδιάφοροι, στήν ἔσχατη ἀνάγκη τους, ἐπικαλοῦνται τήν Παναγία μας ἀκουμπώντας ὅλη τους τήν ἐλπίδα. Κι αὐτό εἶναι ἡ πιό τρανή ἄμυνα πού διαθέτει ὁ λαός μας, κι ἄς ἐπιμένει νά τίς ἀποσιωπᾶ ἡ ἄρχουσα ἐλίτ.
Αὐτό παρακαλοῦμε καί αὐτό ἀπαιτοῦμε ἀπό τόν κ. Πρωθυπουργό καί τήν Κυβέρνηση. Νά σεβαστοῦν τό στοιχειῶδες ἔσχατο συνταγματικό δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς (ἐκκλησιαστικῆς) λατρείας ἐνόψει τῶν ἐρχόμενων ἁγίων ἡμερῶν.
Μέ τήν ἐπιβεβλημένη ἐφαρμογή τῶν μέτρων τῆς αὐτοπροστασίας καί ἑτεροπροστασίας καί τῆς κοινωνικῆς προστασίας, στήν ὁποία ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἐπιδείξαμε αὐστηρή πιστότητα καί συνέπεια μέχρι σήμερα.
Αὐτό παρακαλοῦμε καί ἀπαιτοῦμε νά ἀναγνωρίσει καί νά σεβαστεῖ καί ὁ Πρωθυπουργός τῆς χώρας, ὥστε νά δυνηθοῦμε σέ ἀνοικτούς ναούς μέ τά ἀπαραίτητα μέτρα καί τούς ἀναλογικούς ἀριθμούς νά δεηθοῦμε λειτουργικά καί νά κοινωνήσουμε εὐχαριστιακά καί νά παρακαλέσουμε τόν Κύριο καί Θεό μας ὑπέρ τῆς πατρίδας μας καί ὅλου τοῦ κόσμου, ὑπέρ τῶν πασχόντων συνανθρώπων μας καί τῶν θυσιαζομένων ἰατρῶν, νοσηλευτῶν καί λοιπῶν ἐπιστρατευμένων.
Εὐελπιστοῦμε ὅτι θά καρποφορήσει ἐπιτέλους ἐπ᾽ εὐλογίαις ὁ διάλογος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου μας κ. Ἱερωνύμου μέ τόν Ἐξοχότατο Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
Τό χρωστοῦμε ὅλοι εἰς ἀλλήλους, γιά νά σταθοῦμε ἐπιτέλους στά πόδια μας καί νά ἀντισταθοῦμε μέ ἐκκλησιασμένο ἀνανεούμενο θάρρος στήν φοβερή ἀπειλή τῆς πανδημίας.
Τό ἐποφείλουμε σάν τρόπο ζωῆς καί κληροδοσία στή νεότερη γενιά, ὅπως καί στούς ζῶντες ἐν Θεῷ κεκοιμημένους παπποῦδες καί πατέρες μας, πού μᾶς παρέδωσαν ἀκήρατη τή μόνη Χριστιανοσύνη, τή Χριστιανοσύνη τοῦ ἐκκλησιασμοῦ. Καλά Χριστούγεννα. Καλά Θεοφάνεια.