Του π. Αντωνίου Χρήστου, εφημερίου του Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Δικηγορικών Γλυφάδας

 

Αλήθεια, αδελφοί μου, πώς θα μας φαινόταν να έχουμε ξεκινήσει ένα μακρινό ταξίδι, να έχουμε διανύσει ολόκληρα χιλιόμετρα, με βροχές, ανέμους, καύσωνες, κινδύνους ποικίλους, να έχουμε υποβληθεί σε κόπο και έξοδα, να έχουμε χαλάσει χρόνο και, τελικά, με το που φτάνουμε στον προορισμό μας και προσπερνάμε την ταμπέλα με το όνομα του προορισμού μας, εμείς αμέσως να κάνουμε μεταβολή και να επιστρέφουμε πίσω; Επίσης, πώς θα μας φαινόταν να κάνουμε μια κατασκευή με χιλιάδες τουβλάκια και μόλις πάμε να βάλουμε το τελευταίο να γκρεμίζεται και να χάνεται τόσος κόπος σε μια στιγμή;

Αν για τα δύο παραπάνω αυτά παραδείγματα θα φαινόταν τρέλα και σίγουρα ανοησία να αφήσουμε να χαθεί σε μια αστραπιαία στιγμή ό,τι με τόσο κόπο και αγώνα κτίσαμε προηγουμένως, τότε γιατί αφήνουμε διαχρονικά τον εαυτό μας και φεύγουμε μετά το «Χριστός Ανέστη», χωρίς να παραμένουμε στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία; Αυτή μας η πρακτική δεν είναι απλώς μια πιο σημαντική περίπτωση από τα ενδεικτικά παραδείγματα της πρώτης μας παραγράφου, αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αφορά την πεμπτουσία της ψυχοσωματικής σωτηρίας μας. Όλος ο αγώνας της πνευματικής μας ζωής έχει να κάνει με το κατά πόσο ανταποκρινόμαστε ή όχι στην πρόσκληση του Αναστημένου Χριστού μας να παραμείνουμε στο λαμπροφόρο πνευματικό Του τραπέζι καθημερινά, αλλά κυρίως στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία Του.

Είναι πραγματικά τραγικό, μετά τα πρώτα τρία «Χριστός Ανέστη», ο επίσκοπος ή ο προεξάρχων πρεσβύτερος να ψέλνει τον 1ο στίχο: «Αναστήσω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν» και αυτή την ώρα να βλέπεις τους Χριστιανούς να θέλουν να κάνουν «βιντεοκλίπ» το νόημα αυτού του στίχου. Παρατηρείς, δηλαδή, ότι μετά τους πρώτους εναγκαλισμούς ο πολύς κόσμος στρέφει τα νώτα του από τον ναό και την Εκκλησία και με «ελαφριά καρδιά» πηγαίνει προς το σπίτι του για το πασχαλινό εορταστικό τραπέζι. Λες, δηλαδή, και φοβούνται όλοι αυτοί μην τους φάει κανείς άλλος τη μαγειρίτσα και δεν μπορούν να αντέξουν για μιάμιση με δύο ακόμη -το πολύ- ώρες (γιατί συνήθως στις ενορίες τα λένε πιο σύντομα) να παραμείνουν στην πιο πανηγυρική, λαμπροφόρα, μέσα στην αναστάσιμη φωτοχυσία, Θεία Λειτουργία. Κάνουμε λες και θέλουμε να μοιάσουμε στον Ησαύ, που έχασε τα πρωτοτόκια από τον αδελφό του Ιακώβ, εξαιτίας της λαιμαργίας του για μόνο για ένα πιάτο φακή...

Μα, γιατί ξεκίνησαν το Τριώδιο και η Μεγάλη Σαρακοστή; Γιατί κάναμε πνευματικό αγώνα και νηστεύσαμε; Γιατί πήγαμε στους ναούς όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα; Μα, για να συναντήσουμε και να ενωθούμε με τον Χριστό το βράδυ του Μ. Σαββάτου, ξημερώνοντας Κυριακή του Πάσχα. Αυτός είναι που νοηματοδοτεί και συνδέει στη σειρά τους τα πάντα, αλλιώς, αν τον αντικαθιστούμε με την τήρηση απλώς μερικών εθίμων, απουσιάζοντας όμως ουσιαστικά Αυτός, τότε χάνουμε τα πάντα!

Να θυμηθούμε, αδελφοί μου, πόσο σέβεται την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου ο Θεός! Όταν αναστήθηκε ο Κύριος, δεν πήγε στους σταυρωτές, πολέμιους και συνειδητούς αρνητές Του να πει: «Με σταυρώσατε, ε; Ορίστε, τώρα, είμαι μπροστά σας, ζωντανός!». Ο Κύριος δεν έκανε κάτι τέτοιο, γιατί η πίστη δεν είναι λογική και απόδειξη, αλλά βεβαιότητα για πράγματα που δεν βλέπονται. Μια τέτοια κίνηση δεν θα ήταν ελεύθερη αποδοχή, αλλά τραγική απόδειξη της πραγματικότητας. Τι έκανε ο Κύριος; Εμφανίστηκε σε αυτούς που τον είχαν πιστέψει, τους Μαθητές Του και λίγους ακόμη ανθρώπους, γυναίκες και άντρες, που ήταν καλοπροαίρετοι, έστω και αν αυτοί ως άνθρωποι δείλιασαν, αρνήθηκαν, διασκορπίστηκαν και εγκατέλειψαν σχεδόν μόνο στο πάθος τον Κύριό μας, αλλά καρτερούσαν την επιβεβαίωση, τον λόγο του Χριστού μας. Όμως, στην καρδιά τους γνώριζαν πολύ καλά ότι ο Ιησούς θα σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί. Γιατί, όπως έχουμε πει και σε άλλο άρθρο μας, ο Θεός θέλει πρώτα να πιστεύουμε και μετά τελεί τα θαύματα-σημεία Του και όχι το αντίστροφο. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ζητούσαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, καθώς και ο όχλος, όταν ο Θεάνθρωπος ήταν πάνω στον Σταυρό (Ματθ. 27,41-42): «Ομοίως δε και οι αρχιερείς εμπαίζοντες μετά των γραμματέων και πρεσβυτέρων και Φαρισαίων έλεγον· άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι· ει βασιλεύς Ισραήλ εστι, καταβάτω νυν από του σταυρού και πιστεύσομεν επ᾿ αυτώ».

Αυτό ζητάει και στις μέρες μας ο σύγχρονος άνθρωπος, ακόμη και μια μερίδα «Χριστιανών», σχετικοποιώντας ή και αμφισβητώντας την πίστη στην Ανάσταση, σαν ένα γεγονός υπό εξέταση ή υπό περαιτέρω εξέταση. Αλλά πώς να αμφισβητήσει κάποιος το ΑΓΙΟ ΦΩΣ, που βγαίνει πάντα από τον Ορθόδοξο Πατριάρχη και πάντα αυτή την ημέρα; Πώς κανείς λογικά να εξηγήσει τη μεταστροφή των Μαθητών, από φοβισμένους και ατρόμητους κήρυκες των Παθών και της Ανάστασης του Κυρίου; Πώς να εξηγήσει κανείς τη μεταστροφή του Αποστόλου Παύλου, από ψυχρό ζηλωτή-διώχτη σε θερμό κήρυκα με πέντε αποστολικές περιοδείες και, στο τέλος, να μαρτυρήσει για τον Χριστό; Πώς να εξηγηθεί η διάδοση της Εκκλησίας στα περισσότερα μήκη και πλάτη της Γης, αν δεν υπήρχε το γεγονός της Ανάστασης;

Κλείνοντας, αδελφοί μου, αυτή είναι και η παράκλησή μου προς όλους σας φέτος: Παραμείνετε στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία, θα δείτε πόσο καλύτερο και αξέχαστο Πάσχα θα είναι με την εμπειρία της συμμετοχής στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία και της μετοχής μας στο Πασχάλιο Δείπνο που προσφέρεται και προσφέρει ο ίδιος ο Αναστημένος Κύριος, διά των λειτουργών Του. Μη ρίχνουμε μια κλωτσιά και χύσουμε-χάσουμε «το γάλα από την καρδάρα σαν την αγελάδα», αλλά ας βροντοφωνάξουμε δυνατά ή σιωπηλά με την καρδιά μας: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!