Το τελευταίο διάστημα γίνονται συνεχώς αναφορές από πολιτικούς και μη στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο να διαμηνύει και από την Ιταλία, την οποία επισκέφθηκε πρόσφατα, ότι «θα κάνει τα πάντα για την επαναλειτουργία της». Υπέρ αυτής της κίνησης τάχθηκε, για ακόμη μία φορά, σύσσωμη η πολιτική και η πολιτειακή ηγεσία της χώρας κατά την επίσκεψη του κ.κ. Βαρθολομαίου στην Αθήνα, στις αρχές του περασμένου μήνα.

Σε λίγους μήνες συμπληρώνονται 45 χρόνια από το κλείσιμο της σχολής, με την Άγκυρα να επιχειρεί να συνδέσει την επαναλειτουργία της με τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και τη λειτουργία τζαμιού στην Αθήνα!

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αμέσως μετά την εκλογή του ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της επαναλειτουργίας της σχολής, διεθνοποιώντας το ζήτημα, που απασχολεί το σύνολο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Εκτός των ελληνικών κυβερνήσεων, τη στήριξή τους στον αγώνα του κ.κ. Βαρθολομαίου εξέφρασαν όλα αυτά τα χρόνια ηγέτες όλων των χωρών, οι οποίοι επισκέφθηκαν το Φανάρι, δημιουργώντας στην ουσία ένα «κίνημα» υπέρ της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής, η οποία άνοιξε για πρώτη φορά την 1η Οκτωβρίου του 1844!

 

Η πρώτη διακοπή

Η Σχολή της Χάλκης ήταν η κύρια θεολογική σχολή του Πατριαρχείου. Στην αρχή στεγαζόταν στη σταυροπηγιακή Μονή της Αγίας Τριάδας, στη Χάλκη, η οποία είχε ιδρυθεί από τον Πατριάρχη Φώτιο Α’ (858-861 και 878-886). Στη συνέχεια, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ’ (1842-1845) ίδρυσε το 1843 θεολογική σχολή στις εγκαταστάσεις της Μονής της Αγίας Τριάδας, την οποία και εγκαινίασε στις 13 Σεπτεμβρίου 1844.

Για πρώτη φορά η λειτουργία της σχολής διακόπηκε στις 28 Ιουνίου 1894, κατά τον ισχυρό σεισμό που έπληξε την Κωνσταντινούπολη. Τότε όλα τα κτίρια, εκτός από ένα παρεκκλήσι, καταστράφηκαν. Έπειτα από 17 μήνες, οι ζημιές αποκαταστάθηκαν και το ανακαινισμένο κτίριο εγκαινιάστηκε την 1η Οκτωβρίου 1896.

Από τη σχολή αποφοίτησαν σημαντικοί θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες, συμπεριλαμβανομένου του κ.κ. Βαρθολομαίου. Εκτός των Ελλήνων, σε αυτή φοιτούσαν ορθόδοξοι χριστιανοί από όλο τον κόσμο, γεγονός που την καθιστούσε διεθνές κέντρο εκπαίδευσης.

Οι εγκαταστάσεις της, που βρίσκονται στον Λόφο της Ελπίδας, περιλαμβάνουν το παρεκκλήσιo της Αγίας Τριάδoς, κοιτώνες, αναρρωτήριο, γραφεία και την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, η οποία κατέχει σημαντική, ιστορική συλλογή βιβλίων, περιοδικών και χειρογράφων.

Η αντίστροφη μέτρηση για τη σχολή ξεκίνησε το 1971, όταν η τουρκική κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη έναν νόμο που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, αποφάσισε το κλείσιμό της. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το 1998 αποφάσισε να διαλύσει την επιτροπή ιδιοκτητών της, αλλά αναγκάστηκε να υποχωρήσει μπροστά στον διεθνή σάλο που προκλήθηκε. Τον ίδιο χρόνο, το Κογκρέσο των ΗΠΑ υποστήριξε την επαναλειτουργία της Χάλκης, αίτημα το οποίο έναν χρόνο αργότερα απηύθυνε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, ο οποίος την επισκέφθηκε, στον Τούρκο πρόεδρο, Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.

Τον Αύγουστο του 2011, ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ταγίπ Ερντογάν, αποφάσισε με διάταγμα ότι τα ακίνητα και τα θρησκευτικά κτίρια του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, τα οποία είχαν κατασχεθεί στο παρελθόν, πρέπει να επιστραφούν σε αυτό. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ο Μητροπολίτης Προύσης Ελπιδοφόρος διορίστηκε Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης.

Τον Ιανουάριο του 2013, το τουρκικό Συμβούλιο Ιδρυμάτων επέστρεψε 190 εκτάρια γης προς το ίδρυμα της Μονής της Αγίας Τριάδος, το οποίο είναι ο ιδιοκτήτης της Θεολογικής Σχολής. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της γης βρίσκεται στον χώρο της σχολής. Η κίνηση αυτή γέννησε νέες ελπίδες, αλλά σχεδόν τρία χρόνια μετά δεν έχει γίνει καμία κίνηση προς την κατεύθυνση της επαναλειτουργίας.

Εκτός των ξένων ηγετών, μικρές και μεγάλες πρωτοβουλίες έχουν αναλάβει προσωπικότητες της πολιτικής, της Τέχνης και της επιστήμης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η προσπάθεια που έγινε από τον πρωτοψάλτη και μουσικοδιδάσκαλο Νίκο Αμοργιανό, ο οποίος σε συνεργασία με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Βασίλη Σαλέα και τη Μιμή Ντενίση δημιούργησε ένα CD με βυζαντινούς ύμνους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το οποίο προλογίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και έχει διατεθεί μαζί με την «Κιβωτό της Ορθοδοξίας».

 

Χτισμένη στον Λόφο της Ελπίδας

Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης είναι ίδρυμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο διατηρεί διορθόδοξη μορφή. Είναι χτισμένη στον Λόφο της Ελπίδας του νησιού Χάλκη, ένα από τα πανέμορφα Πριγκηπόννησα. Μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1894, ο ευεργέτης της, Παύλος Σκυλίτσης-Στεφάνοβικ, προσέφερε σημαντικά ποσά για την αναστήλωσή της, ενώ από το 1950 και μετά άρχισαν να γίνονται σημαντικές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των φοιτητών της.

Η ίδρυση της σχολής είχε σκοπό την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με τη γενικότερη «αναγέννηση» των γραμμάτων και κυρίως με την εκκλησιαστική-θεολογική κατάρτιση του κλήρου και τη συστηματική καλλιέργεια της θεολογικής επιστήμης, για την αντιμετώπιση καινοφανών δυτικών ιδεολογιών, όπως του υλισμού, και του προσηλυτισμού.

Η ιστορία της σχολής από την ίδρυσή της έως σήμερα περιλαμβάνει πέντε περιόδους. Η πρώτη, από το 1844 έως το 1919, όταν η σχολή είχε επτά τάξεις, τέσσερις γυμνασιακές και τρεις θεολογικές. Η δεύτερη από το 1919 έως το 1923, όταν καταργήθηκε το γυμνασιακό τμήμα και η σχολή λειτούργησε ως ακαδημία με πέντε τάξεις. Η τρίτη περίοδος καλύπτει το διάστημα 1923-1951, οπότε επανήλθε το επτατάξιο σχήμα. Κατά την τέταρτη περίοδο, 1951-1971, λειτουργούσαν τρεις γυμνασιακές τάξεις και τέσσερις θεολογικές. Η πέμπτη εκτείνεται από το 1971 και μετά, οπότε η σχολή παραμένει κλειστή.

 

Βιβλιοθήκη με σπάνιο υλικό

Η βιβλιοθήκη της Σχολής της Χάλκης θεωρείται μία από τις πλέον πλούσιες στον κόσμο σε παλαιότυπα και σπάνια βιβλία. Ξεκίνησε να λειτουργεί κατά τους βυζαντινούς χρόνους, αφού πολλά από τα χειρόγραφά της προέρχονται από την εποχή του Θεόδωρου Στουδίτη, του ιερού Φωτίου και της Αικατερίνης της Κομνηνής. Κύριος διοργανωτής και θεμελιωτής της, πριν ακόμη λειτουργήσει η σχολή, υπήρξε ο Πατριάρχης Μητροφάνης Γ’ (1565-1572 και 1579-1580). Ήταν εκείνος που, μεταξύ άλλων, δώρισε και 300 σπάνια χειρόγραφα, πολλά από τα οποία σώζονται σήμερα στην Αίθουσα Χειρογράφων της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης. Η βιβλιοθήκη εμπλουτίστηκε με διάφορες εκδόσεις από δωρεές και σημαντικές αγορές. Κύριος δωρητής της υπήρξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.